Σωκράτης: Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΑΛΜΑΤΟΠΟΙΟΥ..
Λουϊ Λαβέλ
Υιός ενός αγαλματοποιού, του Σωφρονίσκου και μιας μαμής, της
Φαιναρέτης, ο φιλόσοφος Σωκράτης (469-399) έγινε γρήγορα μια
“γραφική” μορφή στην Αθήνα του τέλους του Ε΄ αιώνα, μια μορφή
ονομαστή για την ιδιοτυπία της και για την ασχήμια της -που την
σάρκαζαν οι κωμικοί ποιητές και πρώτος ο ίδιος: ξέρουμε πως είχε
πλατύ πρόσωπο, στρογγυλά μάτια, χοντρά χείλη, πλακουτσή μύτη,
μεγάλη κοιλιά. Και όμως, γύρω από αυτόν τον Παπποσειλινό,
μαζεύονταν οι πιο όμορφοι και οι πιο προικισμένοι νέοι της
Αθήνας.
Ο φιλόσοφος ζούσε ελεύθερος από κάθε επάγγελμα, έχοντας μόνη του
έγνοια την συζήτηση με τους συμπολίτες του για τα ζητήματα του
Δήμου, του εαυτού τους, του Ανθρώπου. Σεργιανούσε στις στοές του
Ιλισσού, ξυπόλητος και κακοντυμένος, αλλά κυκλωμένος πάντα από
αφοσιωμένους μαθητές, που δεν κουράζονταν να του κάνουν
ερωτήσεις και να τους κάνει ερωτήσεις, ανακαλύπτοντας έτσι μέσα
τους πλούτη που, χωρίς αυτόν, δεν θα τα είχαν καν υποψιασθεί.
Ο Σωκράτης δεν εξετάζει παρά την κοινή σε όλους μας φύση, με
οδηγό την λογική -το μόνο μέσο για να την γνωρίσεις και να την
κατακτήσεις. Δεν επαγγέλλεται καμμία “σοφία” αλλά την αποκτά
μόνο επειδή την αναζητά αδιάκοπα. Δεν έχει κανένα πολιτικό
αξίωμα, αλλά κρίνει ανελέητα εκείνους που τ’ ασκούν. Είναι ο
ελεύθερος άνθρωπος που θέλει να κρατήσει την απόλυτη ανεξαρτησία
του και να πολεμήσει τις “απιστίες” όπου μας παρασύρει τόσο
συχνά η φροντίδα για τα πρόσκαιρα συμφέροντά μας. Αλλά δεν
αποφεύγει κανένα από τα καθήκοντα που του επιβάλλει η ιδιότητα
του πολίτη: υπηρετεί ως απλός πολίτης, υπομένει αγόγγυστα τις
κακουχίες του πολέμου, δείχνει σπάνια ψυχραιμία και θάρρος στις
μάχες.
Ο Σωκράτης είναι ο φιλόσοφος του Ανθρώπου και, μαζί ο φιλόσοφος
του Πνεύματος. Είναι ο φιλόσοφος του Ανθρώπου, επειδή (όπως είπε
ο Κικέρων) “κατέβασε την φιλοσοφία από τον ουρανό στην γή”. Ενώ
οι πριν από αυτόν φιλόσοφοι είχαν γυρισμένα τα μάτια τους στο
στερέωμα και τα στοιχεία της φύσης, ο Σωκράτης κήρυξε πως μια
τέτοια γνώση και άχρηστη ήταν και ανέφικτη. Οι θεοί -έλεγε- την
κράτησαν για τον εαυτό τους. Το μόνο πράγμα που μπορεί και
πρέπει να ενδιαφέρει τον άνθρωπο, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος- αυτό
το όν που είναι τόσο κοντά του και όμως τόσο ανεξιχνίαστο, αυτό
το όν που κεντρίζει αδιάκοτα την σκέψη του και αδιάκοπα την
φωτίζει.
Αλλά είναι και φιλόσοφος του πνεύματος, επειδή ονειρεύθηκε να
υψώσει τον Άνθρωπο σε πνεύμα καθαρό. Η συνείδηση έλεγε, μας μυεί
σε μιαν αλήθεια που δίνει νόημα σε ό,τι βλέπουμε και κάνουμε.
Και ο Σωκράτης βεβαίωνε πως αυτή ήταν η αποστολή του: να
βοηθήσει κάθε άνθρωπο να “δεί” την αλήθεια που κλείνει μέσα του.
Επικαλείται το “δαιμόνιον”, που βρίσκεται εντός του, αλλά δεν
είναι αυτός ο ίδιος, που δεν τον προστάζει ποτέ τι να κάνει,
αλλά τι να μην κάνει -σαν να υπάρχουν ορισμένα όρια στις πράξεις
μας που το λογικό δεν μπορεί να τα συλλάβει, μα που μας
αποκαλύπτονται την στιγμή που πρόκειται να δρασκελίσουμε.
Στον πευματικό τούτο κόσμο, μπορεί να μπεί ο καθένας, φθάνει να
ξέρει να κοιτάει εντός του. Αυτό είναι το νόημα του περιλάλητου
αξιώματος “ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ” που ο Σωκράτης πήρε από το Δελφικό
Μαντείο. Γνώθι σ’ αυτόν, για να κατακτήσεις όλες τις δυνάμεις
που κλείνεις μέσα σου, συχνά χωρίς να τις υποψιάζεσαι, ώστε να
μπορέσεις να τις χειραγωγήσεις. Γνώθι σ’αυτόν, για να στηρίζεις
τα πάντα στο Λογικό και να μην αφήνεις τίποτα στο ένστικτο ή
στην τύχη. Γνώθι σ’αυτόν, για να μάθεις να ζυγίζεις την μπόρεσή
σου και να “τελειώσεις” την φύση σου.
Ο διπλός διάλογος με τον ευατό του και τ’ άλλα όντα, θα του
επιτρέψει να γνωρίσει ταυτόχρονα το “αληθές” και το “αγαθόν”.
Και αυτή είναι η ουσία της σωκρατικής διδασκαλίας: η ιδέα πως το
“Αληθές” και το “Αγαθόν” είναι τα ταυτόσημα. Ο Σωκράτης δεν
πίστευε πως η ανθρώπινη φύση είναι κακή ή πως έχει διαφθαρεί από
κάποιο προπατορικό αμάρτημα. Γι’ αυτόν, όπως και για όλους τους
Έλληνες, το “Αγαθόν” είναι ν’ ακολουθείς την φύση. Και η φύση
είναι αχώριστη από την Λογική. Αν, πολύ συχνά γινόμαστε κακοί,
αιτία είναι ότι αγνοούμε το καλό. Γιατί όταν ξέρουμε το καλό,
αναγκαστικά κάνουμε καλό. Το άλλο του βασικό αξίωμα “ουδείς εκών
κακός” αυτή την έννοια έχει: οι άνθρωποι δρουν κακά, επειδή από
άγνοια παίρνουν το κακό για αγαθό. Αμαρτάνουν επειδή τους λείπει
η γνώση. Και η γνώση είναι συνείδηση, η ακούραστη εξερεύνηση του
εαυτού μας, η άρνηση να ενδώσουμε σε απατηλά φαινόμενα, η
προσπάθεια ν’ ανακαλύψουμε την ουσία της αρετής.
Στην γνώση αυτή, στην αυτοσυνείδηση αυτή, μόνο η σοφία, ο Λόγος,
μπορεί να μας βοηθήσει. Και μόνο ο σοφός μπορεί να είναι
ευτυχισμένος. Όχι σε μιαν “άλλη ζωή”, αλλά στην επίγεια ύπαρξη
-αρχή και τέλος της όποιας “μακαριότητας” που μπορεί να
κατακτήσει ο άνθρωπος.