Ο Νικίας γράφει στην πατρίδα
(αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο της
Jennifer
T.
Roberts
«ΑΘΗΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΠΑΡΤΗΣ»)
Ο Νικίας έστειλε κι αυτός στους Αθηναίους ενημέρωση για το τι
συνέβαινε στη Σικελία. Είχε στείλει και προηγουμένως εκθέσεις
στους συμπατριώτες του, αλλά τώρα ήταν καιρός για μία
περιεκτική επιστολή. Περιεκτική μεν, αλλά με ένα απλό
υποκρυπτόμενο νόημα δε: φέρτε με πίσω στην πατρίδα.
Βάσει του αθηναϊκού νόμου, ο Νικίας δε χρειαζόταν την έγκριση
της κυβέρνησης πίσω στην πατρίδα για να διατάξει υποχώρηση.
Αυτός και οι συνάδελφοί του στρατηγοί είχαν αποσταλεί έχοντας
πλήρεις εξουσίες και θα μπορούσε σίγουρα να υποστηρίξει κάποιος
πως εφόσον ήταν ο μοναδικός επιζήσας διοικητής, η απόφαση για το
αν θα υποχωρούσε ήταν δική του και μόνο. Και πάλι όμως, ο
αθηναϊκός νόμος επέτρεπε την αρκετά σκληρή μεταχείριση των
Αθηναίων στρατηγών και πολιτικών των οποίων οι αποφάσεις τον
δυσαρεστούσαν. Ακόμη και ο ένδοξος Μιλτιάδης είχε καθαιρεθεί
έπειτα από μια εκστρατεία που πήγε άσχημα στο νησί της Πάρου,
λίγο μετά τη σπουδαία νίκη στον Μαραθώνα.11 Ο
Δημοσθένης ήταν νευρικός με την προοπτική να επιστρέφει στην
πατρίδα του μετά την αιτωλική πανωλεθρία του 426 π.Χ. Οι τρεις
στρατηγοί που είχαν υπογράψει τη συμφωνία της Γέλας το 424 π.Χ.
καταδικάστηκαν επί δωροδοκία· την επόμενη χρονιά ο Θουκυδίδης
καθαιρέθηκε έπειτα από την απώλεια της Αμφίπολης από τον
Βρασίδα. Συνεπώς το να διατάξει ο Νικίας υποχώρηση δίχως την
έγκριση της Εκκλησίας του Δήμου μπορεί να σήμαινε κάλλιστα ότι
θα έμπλεκε άσχημα. Έτσι έστειλε μία επιστολή στην Εκκλησία του
Δήμου, εξηγώντας λεπτομερώς τη σχεδόν απελπιστική κατάσταση των
Αθηναίων, τονίζοντας όλους τους πιθανούς λόγους για την άτυχη
τροπή των πραγμάτων στη Σικελία: την ενεργητικότητα του
Γύλιππου, την αυτομόληση των δούλων και των μισθοφόρων, τη φθορά
πλοίων του, την απώλεια ανδρών σε επιδρομές συλλογής τροφίμων.
Φυσικά ο ίδιος δεν έφταιγε για τίποτε από αυτά. Η αποτυχία του
να αναχαιτίσει τα πελοποννησιακά πλοία ή να φρουρήσει τη διάβαση
του Ευρύαλου δεν αναφέρονται. Προσέφερε στους συμπατριώτες του
δύο επιλογές: να διατάξουν την επάνοδο του εκστρατευτικού
σώματος στην πατρίδα ή να το ενισχύσουν με άλλο ένα εξίσου
μεγάλο σώμα ανδρών και πλοίων, συνοδευόμενο από ένα αρκετά
μεγάλο χρηματικό ποσό. Σε κάθε περίπτωση, είπε, ο ίδιος έπρεπε
να αντικατασταθεί στη διοίκηση, καθώς η ασθένεια των νεφρών του
τον είχε καταστήσει ανίκανο για περαιτέρω υπηρεσία.12
Αυτό ήταν σίγουρα αλήθεια. Είναι εύκολο να φανταστούμε ότι ο
Νικίας, μη έχοντας μάθει τίποτε αλλά και όντας πολύ άρρωστος
για να σκεφτεί καθαρά, επιχειρούσε να κάνει το ίδιο τέχνασμα που
είχε στραφεί εναντίον του το 415 π.Χ., ελπίζοντας ότι το μέγεθος
του νέου εκστρατευτικού σώματος θα αποθάρρυνε τους Αθηναίους.
Ίσως, αλλά ο Θουκυδίδης λέει συγκεκριμένα πως ο Νικίας
αποφάσισε να στείλει αυτό το μήνυμα «τώρα, διότι πίστευε ότι η
κατάσταση ήταν κρίσιμη και ότι δεν υπήρχε καμία σωτηρία, παρά
μόνο αν τους ανακαλούσαν το ταχύτερο ή τους έστελναν σοβαρές
ενισχύσεις».13 Η λέξη «κρίσιμη» είναι το κλειδί εδώ.
Υπήρχε κάτι που θα μπορούσε να σώσει τους Αθηναίους;
Ρίχνοντας κι άλλα χρήματα σε μια χαμένη υπόθεση;
Όπως ακριβώς ο πειρασμός να πάνε στη Σικελία αρχικά είχε
αποδειχθεί ακαταμάχητος, έτσι οι Αθηναίοι αισθάνθηκαν
υποχρεωμένοι να συνεχίσουν να βαδίζουν στο ίδιο δαπανηρό και
ριψοκίνδυνο μονοπάτι, Η εκστρατεία είχε αποκτήσει δική της ζωή
και οι Αθηναίοι ήταν τώρα θύματα της «διολίσθησης της
αποστολής». Η Εκκλησία του Δήμου ψήφισε την αποστολή ενός νέου,
μεγαλύτερου εκστρατευτικού σώματος. Ο αθηναϊκός λαός που τόσο
συχνά κατηγορείτο για την ευμετάβλητη φύση του -από τον
Θουκυδίδη και από τον Πλούταρχο- είχε μία αδιασάλευτη και
εντελώς παράλογη πίστη στον Νικία, έναν άνδρα που εθεωρείτο
«τυχερός» παρά τη ζοφερή κατάσταση της Σικελικής Εκστρατείας.14
Ο Πλούταρχος ανέφερε ότι εξαιτίας του φόβου για τον εξοργισμένο
αθηναϊκό δήμο, ο Νικίας «απέφευγε τις πολύ δύσκολες και
μακροχρόνιες στρατηγίες, και όπου εκστράτευε φρόντιζε να είναι
ασφαλής» και ότι η αλυσίδα των επιτυχιών του οφειλόταν εν
πολλοίς στην ψυχαναγκαστική αποφυγή του κινδύνου.15
Τι αξιοθρήνητο σχόλιο για έναν στρατιωτικό.
Παρ’ όλα αυτά οι Αθηναίοι συνέχιζαν να πιστεύουν σταθερά σε
αυτόν τον άνδρα, ο οποίος δεν είχε κερδίσει ποτέ μεγάλη μάχη.
(Πολλοί ένιωθαν το ίδιο και για τον Αλκιβιάδη, που ποτέ δεν είχε
κερδίσει έστω και μία μάχη.) Η Εκκλησία του Δήμου ψήφισε ότι οι
δύο άνδρες που βρίσκονταν ήδη στις Συρακούσες, ο Μένανδρος και ο
Ευθύδημος, θα έπρεπε να βοηθήσουν τον Νικία ως προσωρινοί
συνάδελφοί του στρατηγοί μέχρι την άφιξη των δύο κανονικών
στρατηγών που στάλθηκαν: του Δημοσθένη, ήρωα της Σφακτηρίας,
και του Ευρυμέδοντα, του χασάπη της Κέρκυρας. Ο Ευρυμέδων
απέπλευσε αμέσως με 10 πλοία και 120 τάλαντα αργύρου,
μεταφέροντας την είδηση ότι ο Δημοσθένης βρισκόταν καθ’ οδόν με
πολύ μεγαλύτερη δύναμη. Ήταν σαφές ότι ο πόλεμος εισερχόταν σε
νέα φάση. Το ερώτημα ήταν αν οι ενισχύσεις θα ήταν σε θέση να
αντιστρέψουν τα πράγματα για τους Αθηναίους ή αν στο τέλος αυτοί
οι άνδρες θα προστίθεντο απλώς στην καταμέτρηση των θυμάτων.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
11. Μ.
Hansen, Eisangelia: The Sovereignty of the People’s Court in
Athens in the Fourth Century B.C. and the Impeachment of
Generals and Politicians. Odense University Classical Studies,
τ.
6. (Οντένσε,
Δανία:
Odense University Press, 1975),
σ.
69- J. Roberts, Accountability in Athenian Government (Μάντισον:
University of Wisconsin Press, 1982),
σ.
78-81.
12.
Θουκυδίδης
7.11-15.
13.
Θουκυδίδης 7.8.1.
14. Για την
κατηγορία του ευμετάβολου, για παράδειγμα, στην καθαίρεση του
Περικλή, βλ. Θουκυδίδης 2.65.4,9· Πλούταρχος Περικλής 35.4-36.1.
15.
Πλούταρχος Νικίας 6.2.