Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΟΝ
«ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ»
Σωκρ. Γκίκα
Πλάτωνος Πρωταγόρας, σ. 120 κ.ε.,
εκδ.
Επικαιρότητα
Δεν έχουμε συνηθίσει να
αντιμετωπίζουμε τον «Πρωταγόρα» ως πολιτικό κείμενο, δεν έχουμε συνειδητοποιήσει
ότι εκφράζονται στον διάλογο αυτόν ορισμένες απόψεις για την ουσία και το
περιεχόμενο της πολιτικής, τόσο από την πλευρά του Πρωταγόρα όσο και από την
πλευρά του Σωκράτη.
Καταρχήν στον διάλογο
γίνεται αναφορά στην πολιτική τέχνη, την οποία διδάσκει ο Πρωταγόρας. Ποιό είναι
το αντικείμενο της τέχνης αυτής; Ο Πρωταγόρας λέει ότι η επιστήμη που διδάσκει
δημιουργεί
«εὐβουλίαν»
γύρω από τα προβλήματα της πόλης και κάνει αυτόν που τη διδάσκεται
«δυνατώτατον και πράττειν και λέγειν».
Ευβουλία είναι βέβαια η ορθή σκέψη γύρω από τα προβλήματα της πόλης. Σε
τι έγκειται όμως η ορθή
πολιτική σκέψη; Ποια είναι τα κριτήρια και οι αρχές της σωστής πολιτικής δράσης;
Ο Πρωταγόρας δεν τα προσδιορίζει...
Αν στηριχθούμε στη φράση
«τό μάθημά ἔστιν εὐβουλία ...περί τῶν τῆς πόλεως, ὅπως τά τῆς πόλεως δυνατώτατος
ἄν εἴη καί πράττειν και λέγειν»,
μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι ως σκοπό του πολιτικού θέτει ο Πρωταγόρας
την επιτυχή λύση των προβλημάτων της πόλης, το συμφέρον της πόλης, όχι του ίδιου
του πολιτικού. Εγωιστικοί και ατομικοί σκοποί φαίνεται να αποκλείονται. Κι όταν
ακόμη ο πολιτικός αγωνίζεται να πείσει το λαό, αυτό δεν το κάνει για το
προσωπικό συμφέρον του, αλλά για το συμφέρον της πόλης. Και ανταποκρίνεται
βέβαια ο Πρωταγόρας στις πολιτικές φιλοδοξίες των νεαρών αριστοκρατών ή και τις
υποδαυλίζει, δίνει όμως σ' αυτές έναν κοινωνικό προσανατολισμό, τις συνταιριάζει
με το κοινωνικά ωφέλιμα, με το συμφέρον της πόλης.
Σκοπός λοιπόν της
πολιτικής επιστήμης κατά τον Πρωταγόρα είναι να κάνει ικανούς πολιτικούς. Η
πολιτική τέχνη δεν αποβλέπει στο να βελτιώσει την πολιτική κρίση και ωριμότητα
του λαού, του συνόλου των πολιτών. Καθήκον των πολιτών είναι να ακούνε τον
πολιτικό να τους μιλά για τα προβλήματα της πόλης. Οι πολίτες όμως δεν ακούνε
έναν πολιτικό, αλλά πολλούς. Δεν πρέπει λοιπόν να έχουν την ικανότητα να κρίνουν
ποιος πολιτικός προτείνει τις καλύτερες λύσεις, ποιος μιλά πιο σωστά για τα
προβλήματα της πόλης; Ωστόσο ο Πρωταγόρας δεν παραδίδει μαθήματα πολιτικής
αγωγής στους πολλούς, αλλά στους λίγους, σ' αυτούς που μπορούν να πληρώνουν...
Ο Πρωταγόρας φαίνεται
ότι δεν δίδασκε την πολιτική της πυγμής, όπως άλλοι σοφιστές, ούτε ήταν οπαδός
του πολιτικού αμοραλισμού. Ωστόσο ανακύπτει ένα ερώτημα: Όταν ένας πολιτικός
αγωνίζεται για τη δυναμική λύση των προβλημάτων της πόλης και για την ωφέλεια
της πόλης, δεν βρίσκεται πολλές φορές στην ανάγκη να αδιαφορήσει για τους
κανόνες της ηθικής, να βλάψει άλλες πόλεις; Το θέμα αυτό δεν αντιμετωπίζει ο
Πρωταγόρας, ο οποίος μάλλον δίνει την εντύπωση ότι η αιδώς και η δίκη ισχύουν
μέσα στα όρια μιας πολιτείας και όχι απαραίτητα και στις διακρατικές σχέσεις...
Ο Σωκράτης ήταν αρνητής
της πολιτικής επιστήμης. Στη θέση της έβαζε την ηθική αγωγή του πολίτη,.. Από
την άποψη αυτή δίνει την εντύπωση ενός απολιτικού φιλοσόφου, αφού άλλωστε
απομακρύνθηκε από την πολιτική ζωή της πατρίδας του ύστερα από μια σύγκρουσή του
με την εκκλησία του δήμου στο θέμα της τιμωρίας των στρατηγών της ναυμαχίας των
Αργινουσών. Η μόνη πολιτική άποψη του Σωκράτη είναι ότι ο λαός δεν μπορεί να
σκέφτεται σωστά πάνω στα προβλήματα της πολιτείας, γιατί δεν τα προσεγγίζει
γνωσιολογικά, δεν τα ερευνά, προτού φτάσει στη στιγμή να πάρει πολιτικές
αποφάσεις.., Ο Σωκράτης είχε ασφαλώς βασικές πολιτικές απόψεις, δεν τις έκανε
όμως αντικείμενο μιας ιδιαίτερης επιστήμης, της πολιτικός επιστήμης που θα
μπορούσε να τη διδάσκει. Από την άλλη μεριά απέρριπτε την πολιτική ως επιστήμη
«τοῦ λέγειν καί πράττειν»,
όπως την καλλιεργούσε ο Πρωταγόρας. Μια τέτοια επιστήμη κατά τον Σωκράτη θα ήταν
στην υπηρεσία του πολιτικού καριερισμού, θα έδινε εφόδια σε ορισμένους να
πραγματοποιήσουν τις πολιτικές φιλοδοξίες τους, να μεταβάλουν την πολιτική σε
επάγγελμα και αυτοσκοπό...
Ο Σωκράτης δεν θα είχε
αντίρρηση για την αναγκαιότητα της αιδούς και της δίκης. Είχε όμως αντίρρηση για
το «λέγειν», για τη ρητορική, την ικανότητα αυτή των επαγγελματιών πολιτικών. Η
ρητορική δεν έχει σχέση με την
«εὐβουλία»
και την αλήθεια, αλλ' είναι μέσο επηρεασμού και κολακείας του πλήθους. Συγχρόνως
ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας δεν είχαν εμπιστοσύνη στο λαό ως τελικό κριτή και
εγκριτή των πολιτικών προτάσεων των ρητόρων. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι ούτε
η πολιτική ρητορεία, ούτε το ανώριμο και ασυλλόγιστο πλήθος ως όργανο λήψης
πολιτικών αποφάσεων. Χρειάζονται ειδικοί, άνθρωποι που ξέρουν την τέχνη να
κυβερνούν...
Και ο Πρωταγόρας δεν
έχει μεγάλη εκτίμηση για το λαό και την κρίση του. Ο Πρωταγόρας περιφρονεί τη
γνώμη των πολλών με τον ίδιο τρόπο που την περιφρονεί και ο Σωκράτης στον
«Κρίτωνα». Για τους πολλούς λέει ο Πρωταγόρας :
Οἵ γε πολλοί ὥς ἔπος εἰπεῖν οὐδεν αἰσθάνονται, ἀλλ' ἅττ' ἄν οὗτοι (οἱ δυνάμενοι
ἐν ταῖς πόλεσιν πράττειν) διαγγέλλωσι, ταῦτα ὕμνοῦσιν
(Οι πολλοί, για να το πω έτσι, δενκαταλαβαίνουν τίποτα, αλλά χειροκροτούν αυτά
που ανακοινώνουν όσοι έχουν την εξουσία στις πόλεις, 317Α). Και στο 353ΑΒ:
τί δέ, ὦ Σώκρατες, δεῖ ἡμάς σκοπεῖσθαι τήν τῶν πολλῶν δόξαν ἀνθρώπων, οἱ ὅ, τι
ἄν τύχωσι τοῦτο λέγουσιν;
(Αλλά γιατί, Σωκράτη, πρέπει να δίνουμε προσοχή στη γνώμη των πολλών που λένε ό,
τι τους έρθει τυχαία στο κεφάλι;). Ο Πρωταγόρας δίνει σημασία στην πολιτική
προσωπικότητα. Οι πολιτικοί διαμορφώνουν τη βούληση του λαού και τον
κατευθύνουν. Το αντίστροφο αποκλείεται. Ο λαός δεν έχει ούτε καν δική του
γνώμη... Ξεχνά όμως ο Πρωταγόρας ότι ο λαός είναι εκείνος που τελικά κρίνει την
αξία των προτάσεων των πολιτικών και εκεί νος που παίρνει τις αποφάσεις στο
πολίτευμα της άμεσης δημοκρατίας... Αντίθετη εικόνα για τον αθηναϊκό λαό δίνει ο
Επιτάφιος του Περικλή. Εκεί όλοι οι πολίτες παρουσιάζονται γνώστες των
προβλημάτων της πόλης (όχι μόνο οι πολιτικοί), όλοι ασχολούνται με τα πολιτικά
και σκέφτονται λύσεις για τα προβλήματα της πόλης. Μόνο η συμμετοχή στην εξουσία
και τα αξιώματα είναι ανάλογη με τις δυνατότητες του καθενός... Για την
αυτοπεποίθηση των Αθηναίων, όσο αφορά την πολιτική τους γνώση και κατάρτιση,
μίλησε και ο Σωκράτης, όταν υποστήριζε το μη διδακτό της αρετής. Αλλά και ο
Πρωταγόρας, αντιφάσκοντας με τον εαυτό του, παραδέχεται ότι ο οποιοσδήποτε
πολίτης μπορεί χάρη στην αιδώ και τη δίκη, στην οποία μετέχει, να πει τη γνώμη
του στην εκκλησία του δήμου, χωρίς να χρειάζεται να πάρει μαθήματα στην τέχνη
του «λέγειν καί πράττειν τά τῆς πόλεως».