ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ
ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟ
Peter Suber
Professor of
Philosophy Department of Philosophy, Earlham College
Στις μέρες μας, σκεπτικιστές λέμε τους μονίμως δύσπιστους που σε
όλους, και για ο,τιδήποτε, λένε, «Όχι» ή «Αμφιβάλλω» ή «Πώς το
ξέρεις;» ή «Δεν σε πιστεύω» ή «Απόδειξέ το». Πάντως, σ’ όλη τη
διάρκεια της ιστορίας της φιλοσοφίας, η φήμη των σκεπτικιστών
κατά καιρούς υπήρξε ακόμα χειρότερη.
Οτιδήποτε είναι δυνατό κανείς να πιστέψει, κάποιος άλλος μπορεί
να μη το πιστέψει· άλλος, πάλι, μπορεί να παραμείνει αβέβαιος ή
αδιάφορος. Για έναν πιστό, οτιδήποτε έξω από την πίστη του είναι
απιστία -και τούτη η «απιστία» περιλαμβάνει ολόκληρη εκείνη την
ενδιαφέρουσα περιοχή που ξεκινά από την απερίφραστη άρνηση και
εκτείνεται στον δισταγμό και τα ανάμικτα συναισθήματα, μέχρι και
στην πλήρη αδιαφορία. Ο «σκεπτικισμός» κατέληξε να είναι ένας
όρος που κλείνει μέσα του όλες αυτές τις διαφορετικές στάσεις.
Σε μια δογματική κουλτούρα, ήταν φυσικό ο όρος να αποκτήσει
σημασία μειωτική' αναφερόταν σε κείνους που αμφέβαλαν, σε εποχές
που η αμφιβολία προκαλούσε αγανάκτηση και αντιδράσεις.1
Κι όμως, για τους αρχαίους εφευρέτες του, τους Έλληνες
Σκεπτικούς, ο «σκεπτικισμός» είχε μια ξεκάθαρη και ακριβή
σημασία -κάθε άλλο παρά μειωτική.
Συγκρινόμενος με μη σκεπτικιστικές φιλοσοφικές θέσεις, ο
σκεπτικισμός είναι πολύ απλός. Ευκολονόητος, αν και συνήθως
συγχέεται με πράγματα άσχετα μ’ αυτόν. Λόγου χάρη, θρησκευτικός
σκεπτικισμός δεν είναι η αθεΐα. Ούτε καν ο αγνωστικισμός.
Κανένας γνήσιος Σκεπτικός δεν είναι αρνητικός ούτε απορριπτικός
προς οποιαδήποτε θεωρία, οποιαδήποτε υπόθεση, οποιαδήποτε
πεποίθηση. Μάλιστα, αυτό είναι και το μόνο εμπόδιο στο να
καταλάβουμε σωστά τον σκεπτικισμό: το ότι νομίζουμε πως ήδη
ξέρουμε περί τίνος πρόκειται· όμως πέφτουμε έξω. Και για τους
Σκεπτικούς, τούτη η αβάσιμη αξίωσή μας ότι κατέχουμε κάτι, είναι
από μόνη της ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα, και ονομάζεται
ποικιλοτρόπως, απερισκεψία, έπαρση, περηφάνεια, προπέτεια,
δογματισμός, θράσος και αξιοκατάκριτη άγνοια.
Για τους Έλληνες, «σκέψις»
σήμαινε εξέταση, και ο Σκεπτικός ήταν ένας ερευνητής.
Αυτοαποκλήθηκαν Σκεπτικοί διότι η ουσία της θέσης τους δεν ήταν
η αμφιβολία ή η άρνηση ή η απιστία, μα η συνεχής διερεύνηση.
Λόγου χάρη, δεν πίστευαν ότι θεός υπάρχει πραγματικά, αλλά ούτε
και το αρνούνταν. Ούτε υποστήριζαν - όπως οι αγνωστικιστές - ότι
κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να μάθει με βεβαιότητα. Ο Σκεπτικός
έλεγε: «Προσωπικά, και προς το παρόν, δεν το γνωρίζω -
προσπαθώ όμως να το διαπιστώσω.»...[Λήψη
όλου
του αρχείου]