Ο Δίας ερωτεύτηκε κάποτε και τη Δήμητρα, την άλλη αδερφή του. Αυτή τον απωθούσε για πολύ καιρό. Τελικά ο παντοδύναμος θεός ικανοποίησε κι αυτό του το πάθος, που είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση της Περσεφόνης. Ακόμη, ο Δίας ενώθηκε με τη Σελήνη, που γέννησε την Έρση και την Πανδία, όπως επίσης και με τη Νύμφη Θύβρη, που γέννησε τον τραγοπόδαρο Πάνα, θεό της γονιμότητας.
H Ήρα είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές του αρχαίου ελληνικού Δωδεκάθεου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, μοναδική νόμιμη σύζυγος του Δία, θεά των ουρανών, προστάτιδα του γάμου και των παντρεμένων, ιδιαίτερα, γυναικών και προσωποποίηση της συζυγικής πίστης. Η Ήρα ενσαρκώνει τις αρετές και τα ελαττώματα της παντρεμένης γυναίκας. Είναι η πιστή και αφοσιωμένη, η τρυφερή και υποταγμένη στον κύριο και αφέντη της γυναίκα, αλλά και η δυναμική και πολυμήχανη, εριστική και γκρινιάρα, καταπιεστική και ζηλόφθονη, παθιασμένη και εκδικητική σύζυγος. Η εκδίκησή της, αφρισμένη κατεβασιά, σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της. Μάχεται, αγωνίζεται απεγνωσμένα για ό,τι δικαιωματικά της ανήκει, για το αντικείμενο του πόθου της. Λαός εύθυμος, με σκωπτική διάθεση και πηγαίο, ανεξάντλητο χιούμορ, οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν μια περισσότερο ανθρώπινη διάσταση στις θεότητές τους. Φαντάστηκαν το γάμο της Ήρας και του Δία ένα πεδίο διαρκούς αντιπαλότητας, αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων και το βασιλιά θνητών και αθανάτων, το νεφεληγερέτη, αστραποβόλο και κεραυνοβόλο Δία, να κατατρέχεται ασταμάτητα από μια ζηλόφθονη και εκδικητική σύζυγο και να καταφεύγει σε τεχνάσματα και μηχανορραφίες για να αποφύγει τις θυελλώδεις εκρήξεις της οργής της. Εκείνος, υπερόπτης, άστατος και άπιστος σύζυγος, τσάκιζε συχνά την αξιοπρέπειά της και πλήγωνε ανεπανόρθωτα τη γυναικεία περηφάνια της. Δε δίσταζε, μάλιστα, να καυχιέται, μπροστά της, για τις αμέτρητες περιπέτειές του με θεές και θνητές. Εκείνη, αδάμαστη και αγέρωχη, επικαλούνταν την τιμημένη καταγωγή της και πρόβαλλε τα αναφαίρετα δικαιώματά της -την ιδιότητά της, της νόμιμης συζύγου. Η Ήρα ήταν εκείνη που απομυθοποιούσε, στα μάτια των Ελλήνων,
την εξουσία του άντρα αφέντη, του κύρη, του συζύγου. Στο
όνομα της Ήρας, η Γυναίκα έπαιρνε την εκδίκησή της από τον
Άντρα, στα πλαίσια μιας καλά οργανωμένης ανδροκρατούμενης
κοινωνίας. Η Αφροδίτη, θεά του έρωτα και της ομορφιάς,
σμίγοντας με τον Ερμή, γέννησε τον Ερμαφρόδιτο, πού’ χε
χαρακτηριστικά και των δύο φύλων, ενώ από την ένωσή της με
τον Διόνυσο γεννήθηκε ο Πρίαπος, του οποίου το πέος του
βρισκόταν σε μόνιμη στύση.
Η άποψη των Αθηναίων και Σπαρτατών
Η άποψη των Αθηναίων για την καλή σύζυγο ήταν περίπου η
εξής: Έπρεπε να είναι αγνή, επιδέξια στο νοικοκυριό και στη
διαχείριση των εισοδημάτων του άντρα της. Σημαντικό ήταν
φυσικά να τεκνοποιήσει, γι’ αυτό υπολογίζεται ότι είχε
σεξουαλική επαφή τουλάχιστο τρεις φορές τον μήνα» μέχρι να
ρυθμιστεί η εκκρεμότητα της διαδοχής. Οι Σπαρτιάτες πάλι κοροϊδεύονταν από τον Πλούταρχο για τον τρόπο που έβλεπαν τον γάμο. Ο σύζυγος ζούσε τον περισσότερο καιρό με τους φίλους του, από τους οποίους κάθε τόσο ξεγλυστρούσε, για να επισκεφτεί τη γυναίκα του. Μερικές φορές αποκτούσαν παιδιά, σπάνια βλέποντας τη γυναίκα τους στο φως της μέρας. Τόσο στη Σπάρτη όσο και στην Αθήνα, οι πολυμελείς οικογένειες στις ευγενείς και εύπορες τάξεις ήταν σχεδόν άγνωστο φαινόμενο, κάτι που συνέβαλε τελικά και στη δημογραφική παρακμή της πόλης–κράτους. Οι παραμελημένες όμως σύζυγοι δεν έμεναν πάντα κλεισμένες σπίτι, να κλαίνε τη μοίρα τους. Παρόλες τις δυσκολίες, κάποιες κατάφερναν να βρουν αλλού παρηγοριά, με τη βοήθεια μαστρωπών που αφθονούσαν στην πόλη. Οι περισσότερες όμως φαίνεται πως επέλεγαν τις λιγότερο επικίνδυνες μεθόδους του αυνανισμού ή της ομοφυλοφιλίας. Για τους Έλληνες ο αυνανισμός, ο οποίος μάλιστα αναφέρεται ιδιαίτερα στην αττική κωμωδία, δεν ήταν είδος διαστροφής αλλά δικλείδα ασφαλείας. Το γεγονός της ευρείας χρήσης του αυνανισμού δεν έλυνε μόνο τις σεξουαλικές ελλείψεις των αρχαίων ελληνίδων συζύγων, αλλά χαροποιούσε και κάποιους ειδικούς εμπόρους, κυρίως αυτούς της Μιλήτου που ήταν κέντρο παραγωγής και εξαγωγής ολίσβου, ενός υποκατάστατου του πέους. Φαίνεται πως αυτή η απομίμηση φτιαχνόταν είτε από ξύλο είτε από φουσκωμένο δέρμα αλειμμένο συνήθως με λάδι ελιάς πριν από τη χρήση. Το υποκατάστατο του ανδρικού οργάνου χρησιμοποιείτο βέβαια και στον λεσβιακό έρωτα, που ήταν γνωστός σε Αθήνα και Σπάρτη, προπάντων όμως στη Λευκάδα και τη Λέσβο. Το πρώτο εικονογραφημένο βιβλίο με λεσβιακές στάσεις λέγεται πως γράφτηκε από μια Λευκαδίτισσα, τη Φιλαινίδα. Όμως όλοι θεωρούσαν επίκεντρο του λεσβιακού έρωτα τη Λέσβο, το ελληνικό νησί που η «φλεγόμενη Σαπφώ ερωτεύτηκε και τραγούδησε».
με προσοχή την πλάγιασε, α, να’ ταν πάντα το κεφάλι ν’ ακουμπάς σε τέτοιας φιλενάδας τρυφερής τα στήθη -----------------------------------------------
πάει το φεγγάρι πάει κι η Πούλια, βασιλέψανε, και μόνο εγώ κείτομαι εδώ μονάχη κι έρημη ο Έρωτας που βάσανα μοιράζει ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει μου άρπαξε την ψυχή μου και την τράνταξε ίδια καθώς αγέρας από τα βουνά περνά μέσα απ’ τους δρυς φυσομανώντας…»
Όσο για τους θνητούς άνδρες, αυτοί ήταν κάτοχοι των πάντων. Τα αρσενικά παιδιά στέλλονταν για εκπαίδευση σε ιδιωτικά πολυέξοδα σχολεία, κάτι που δεν γινόταν με τα κορίτσια και τις γυναίκες γενικότερα. Οι τελευταίες ούτε καν στο γάμο δεν είχαν δικαιώματα, αφού ο πατέρας έδινε και προίκα για να τις πάρουν από το πατρικό σπίτι. Αυτή η μορφή κατάφωρης ανδροκρατίας εκφράστηκε συμβολικά με τη λατρεία του φαλλού. Οι άνδρες παριστώνται γενικά γυμνοί, καθώς και οι στρατιώτες-οπλίτες. Παντρεμένες ή ενάρετες γυναίκες απεικονίζονται ενδεδυμένες, ακόμα κι αν σε κάποια καλλιτεχνικά έργα απεικονίζονται μαζί με τους γυμνούς άντρες τους. Στους άνδρες κατά κανόνα άρεσε να αναπαριστάται με κομψότητα το πέος τους στα γλυπτά καλλιτεχνήματα. Στην πρώιμη ελληνική τέχνη υπήρχε συχνά και η τάση ν’ αποδίνεται σ’ αυτό ένα ιδιαίτερα μεγάλο μέγεθος. Κάποιες φορές ακόμα μορφοποιείτο ένας διπλός φαλλός, ή δινόταν το σχήμα του φαλλού σε διάφορα φυτά. Ακόμα και κεφαλές ζώων απεικονίζοντο με τέτοιο τρόπο. Η λατρεία του Διόνυσου γινόταν κάθε χρόνο με μεγάλη παρέλαση, στην οποία οι άνδρες μετέφεραν ένα τεράστιο φαλλό διαμέσου των πόλεων. Αλλά και στο ναό της Αφροδίτης στην Ακρόπολη, ο βωμός έκλεινε προς τα πάνω με σειρά φαλλών. Η αντίληψη των ανδρών για τη γυναικεία σεξουαλικότητα, ήταν ότι οι γυναίκες ζήλευαν τους φαλλούς των ανδρών, που οι ίδιες δεν είχαν. Ήταν ένα σύμβολο εξουσίας που εξασκείτο εις βάρος τους, όχι μόνο κοινωνικά αλλά και στον καθ’ αυτό σεξουαλικό τομέα. Έτσι ο συγκαλυμμένος βιασμός μπορεί να πει κανείς πως ήταν συχνό φαινόμενο, καθώς εθεωρείτο ως ένα δικαίωμα κυριαρχίας του ανδρικού πληθυσμού. Εξάλλου αρχιβιαστής ήταν και ο ίδιος ο Δίας, ο βασιλιάς των Θεών. Βίασε τη Λύδα μεταμορφωμένος σε κύκνο, βίασε τη Δανάη πέφτοντας σαν ψιλή βροχή, κι ακόμα την Αλκμήνη παίρνοντας τη μορφή του συζύγου της. Αλλά και άνδρες βίασε Ο Δίας, όπως τον νεαρό και τρυφερό Γανυμήδη. Για τους κοινούς τώρα ανθρώπους ήταν συνηθισμένο να βιάζουν πόρνες, τους σκλάβους και τις γυναίκες τους.
Ελληνίδες σύζυγοι
Πρώτες στην ιεραρχία των ιερόδουλων της εποχής βρίσκονταν οι εταίρες: όμορφες, ταλαντούχες, πνευματώδεις, που γνώριζαν συχνά όχι μόνο την κλασική λογοτεχνία αλλά και άριστα λογιστικά. Οι Αθηναίοι αγαπούσαν τις εταίρες επειδή εύρισκαν σ’ αυτές όλα όσα απαγόρευαν στις γυναίκες τους να μαθαίνουν ή να κάνουν. Δεν είχαν το δικαίωμα που το είχαν όμως οι εταίρες- να τρώνε στο ίδιο τραπέζι με τους άντρες, όπου έπρεπε να είναι κανείς αρκετά πληροφορημένος σχετικά με την πνευματική και δημόσια ζωή, για να μπορεί να παρακολουθήσει μια έξυπνη συζήτηση. Έτσι οι περισσότερες γυναίκες γνώριζαν για τον έρωτα μόνο όσα τις μάθαιναν οι άντρες τους, οι οποίοι δεν επεδίωκαν να προσφέρουν ηδονή αλλά ενδιαφέρονταν κυρίως για το τελικό προϊόν της παραγωγής, δηλαδή τα παιδιά τους. Τελικά οι εταίρες περνούσαν ασύγκριτα καλύτερα από τις παντρεμένες, κάποιες δε από αυτές ήταν ιδιαίτερα πετυχημένες και στον πολιτικοκοινωνικό βίο: Λέγεται πως η Θαργηλία από την Ιωνία, που έδρασε επαγγελματικά τον 6ο αιώνα, υπηρέτησε ως κατάσκοπος του Μεγάλου Βασιλέα των Περσών, πείθοντας τους διακεκριμένους εραστές της να παραδώσουν ειρηνικά την Ιωνία στην περσική κυριαρχία. Μια άλλη, η Θαίδα η Αθηναία, ερωμένη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, φαίνεται πως ήταν υπεύθυνη για το κάψιμο της Περσέπολης. Επιφανέστερη όμως ανάμεσα στις εταίρες ήταν μάλλον η Ασπασία, που διατηρούσε λογοτεχνικό και πολιτικό σαλόνι στην Αθήνα, δεχόμενοι επισκέψεις από τους ισχυρότερους άνδρες της εποχής. Ο Περικλής του χρυσού αιώνα απαρνήθηκε για χάρη της τη γυναίκα και τα παιδιά του. Οι εταίρες γνώριζαν ότι τα θέλγητρά τους δε θα κρατούσαν για πάντα και στόχος τους ήταν να εξασφαλίσουν τα γεράματά τους. Παράδειγμα η Φιλουμένη, που σε γράμμα σε κάποιον εραστή της ξεκαθαρίζει την κατάσταση συνοπτικά: “Γιατί μου γράφεις μεγάλα γράμματα; Εγώ θέλω πενήντα χρυσά νομίσματα, όχι γράμματα. Αν μ’ αγαπάς, ξεπλήρωσέ με. Αν πιο πολύ αγαπάς τα χρήματά σου, μη με ξαναενοχλήσεις». Κατώτερες από τις εταίρες στην κοινωνική ιεραρχία βρίσκονταν οι παλλακίδες, για τις οποίες ελάχιστα γνωρίζουμε. Φαίνεται πως η συνήθεια να συντηρεί κανείς παλλακίδες ως «αναπληρωματικές συζύγους» ξεθώριασε στην κλασική εποχή εξαιτίας του σκληρού ανταγωνισμού από τις τετραπέρατες εταίρες και τα φτηνά κορίτσια των οίκων ανοχής. Φυσικά κι οι συνθήκες ζωής μιας παλλακίδας δεν ήταν και πολύ ευχάριστες. Δεν χαιρόταν την ανεξαρτησία της εταίρας ούτε δικαιούτο νομική προστασία και μπορούσε ο αφέντης της να την πουλήσει, ακόμα και σε οίκο ανοχής, αν το ήθελε. Όσον αφορά τους οίκους ανοχής, τους βρίσκουμε ήδη από τις αρχές του 6ο αιώνα, όταν ο Σόλων ο νομοθέτης τους καθιέρωσε θεσμικά στην πόλη. Στην αρχή φαίνεται πως δεν πήγαιναν και τόσο καλά, αλλά κατά τον 4ο αιώνα σημειώθηκε αυξημένη ζήτηση. Τα κορίτσια περίμεναν στην αράδα έξω από τους οίκους « με στήθη γυμνά και φορέματα αραχνοΰφαντα…». Η αμοιβή για τα κορίτσια ήταν προαιρετική και κυμαινόταν από έναν οβολό μέχρι ένα στατήρα, δηλ. είκοσι έως τετρακόσιες δραχμές, ανάλογα με την κατηγορία του οίκου και τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Οι ιδιοκτήτες πλήρωναν ένα ετήσιο φόρο στην πολιτεία. Η πορνεία ανθούσε ιδιαιτέρως σε πόλεις-περάσματα. Η Κόρινθος λόγου χάρη με τα δύο λιμάνια της και το ακμάζον θαλάσσιο εμπόριο, ήταν γεμάτη οίκους ανοχής και ιερόδουλες του δρόμου, έτοιμες να εξυπηρετήσουν εμπόρους και ναυτικούς. Λέγεται πως στον ναό της Αφροδίτης σ’ αυτή την πόλη συνωστίζονταν περισσότερες από χίλιες εταίρες. Οι αρχαίοι Έλληνες άνδρες πίστευαν ότι είχαν εκλεπτύνει και αναβαθμίσει την πορνεία στο ανώτερο επίπεδο, που εκπροσωπούσε το φαινόμενο της ιερόδουλης εταίρας. Η εταίρα ήταν αυτή που πρόσφερε την καθημερινή ερωτική και σεξουαλική ικανοποίηση, απαλλαγμένη από την πεζότητα και πρακτικότητα της νόμιμης συζυγικής τεκνογονίας. Οι άνδρες έφτιαξαν πολλά καλλιτεχνήματα που απεικόνιζαν σεξουαλικές σχέσεις με πόρνες, σε πολλές και τολμηρές συχνά στάσεις. Πολλές φορές εφάρμοζαν βία στη διάρκεια της σε σεξουαλικής πράξης, υπήρχαν όμως και αρκετές περιπτώσεις στενότερης σύνδεσης και συναισθηματικής εξοικείωσης με την κατηγορία αυτή των γυναικών. Κοινωνικά οι εταίρες προέρχονταν συνήθως από δούλους ή τις κατώτερες τάξεις. Κάποιοι άνδρες αγόραζαν χαμηλού επιπέδου πόρνες και τις κατείχαν ως παλλακίδες. Περιπατητικές πόρνες ήταν πάλι μια άλλη χαμηλότερης στάθμης κατηγορία, που περπατούσε στους δρόμους κάνοντας καμάκι στους άνδρες.
Στάσεις σεξουαλικής πράξης
|