www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

ΤΟ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

(αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο του Άγγελου Βλάχου

«Η ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ»)

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εισαγωγικές σκέψεις

 

Δύο είναι οι βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η κυ­ριαρχία του Λαού και η διάκριση των εξουσιών.

Η πρώτη βάση πρέπει να θεωρηθεί, εν μέρει, τουλάχιστον, ως πλάσμα και τούτο επειδή, για να μπορεί να υπάρξει κυριαρ­χία του λαού της οποίας φορεύς είναι ο κάθε πολίτης ατομικά, θα έπρεπε να μην κατανέμεται η από την λαϊκή αυτήν κυριαρ­χία προερχόμενη εξουσία σε πλειοψηφία και μειοψηφία, αφού η πρώτη ασκεί εξουσία ενώ η δεύτερη ελάχιστο παίζει ρόλο στην διάπλαση και εφαρμογή της πολιτικής. Ο λαός είναι αδιαιρέτως κυρίαρχος, επομένως η μειοψηφία θα έπρεπε να ασκεί, και αυ­τή, το απορρέον από την κυριαρχία της δικαίωμα να μετέχει στην χάραξη της πολιτικής και την λήψη αποφάσεων συμμετέ­χοντας στην διακυβέρνηση της κοινωνίας. Δύο, ίσως, είναι οι προσφερόμενοι τρόποι προς θεραπεία του πράγματος. Ο πρώ­τος, χιμαιρικός, θα ήταν να συμμετέχει η μειοψηφία στην κυ­βέρνηση κατά ποσοστό ανάλογο των προτιμήσεων του Λαού. Ο δεύτερος, πρακτικός αλλά δυσεφάρμοστος, θα ήταν να απαιτείται, για την ψήφιση ενός νόμου, ένας αριθμός ψήφων ανώτερος κατά χ μονάδες από όσες διαθέτει η απόλυτη ή σχετική πλειο­ψηφία.

Αν ο πρώτος τρόπος είναι εντελώς χιμαιρικός, ο δεύτερος δεν θα ήταν σε μια κοινωνία όπου θα κυριαρχούσε η υψηλοφροσύνη και όπου το εθνικό ή συνολικό συμφέρον θα είχε το προβάδισμα επί του κομματικού. Στην σύγχρονη Ελλάδα έχομε δοκιμάσει οικουμενικές κυβερνήσεις -βραχύβιες- αλλά που αντιμετώπισαν με κάποια επιτυχία δύσκολες καταστάσεις. Θα άξιζε να καλλιεργηθούν ιδέες προς την κατεύθυνση της συνερ­γασίας των πολιτικών παρατάξεων, οι οποίες, άλλωστε, με την τεχνική πρόοδο έχουν μειωμένα περιθώρια επιλογής και συχνά οι μεταξύ τους διαφορές είναι ρητορικές χωρίς ουσιαστικό πε­ριεχόμενο.

Στην αρχαία Αθήνα μπορούσε να εφαρμοσθεί ένα τέτοιο σχήμα αφού κόμματα δεν υπήρχαν, όμοια με τα σύγχρονα πο­λιτικά κόμματα. Υπήρχαν όμως -και διατηρήθηκαν σε όλη την διαδρομή του καθεστώτος- παρατάξεις. Οι πλούσιοι και οι ευ- γενείς που δεν έπαυσαν να θεωρούν την ολιγαρχία ως το καλύ­τερο πολίτευμα, και οι μέσοι και πένητες (κύρια μάζα του λα­ού) που ήσαν δημοκρατικοί.

Η ανάμιξη των δύο μερίδων στην διακυβέρνηση της χώρας δεν εμποδιζόταν από το τιμοκρατικό στοιχείο που υπήρχε ως κριτήριο για ορισμένα μόνο αξιώματα, όπου μπορούσαν να με­τέχουν μόνο πλούσιοι και εύποροι, πεντακοσιομέδιμνοι ή ιπ­πείς, εκλεγόμενοι Ελληνοταμίαι, ταμίαι της Αθηνάς, ταμίαι των άλλων θεών καθώς και ταμίαι επί των στρατιωτικών και των θεωρικών. Βουλευτής μπορούσε να είναι και ο πενέστερος θή­της, αφού εκτός από την «δοκιμασία» δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο για να αναδειχθεί ως βουλευτής όποιος είχε κληρωθεί από την Φυλή του.

Το δεύτερο αξίωμα -η αυστηρή διάκριση των εξουσιών- κατ’ επίφαση μόνο εφαρμοζόταν, αφού η Βουλή (εκτελεστική εξουσία) είχε και νομοθετικές αρμοδιότητες, ο Δήμος δε είχε (κατ’ εξαίρεση) δικαστικές αρμοδιότητες εκτός των νομοθετι­κών και διοικητικών. Η Εκκλησία του Δήμου συχνά ενεργούσε ανακρίσεις, ή τις ανέθετε στην Βουλή, για εγκλήματα στρεφόμε­να κατά της δημόσιας ασφαλείας. Παραπέμποντας την εκδίκα­ση μιας υποθέσεως στα δικαστήρια, ο Δήμος διόριζε πέντε συ­νηγόρους ή συνδίκους που υποστήριζαν την κατηγορία του Δή­μου ενώπιον του Δικαστηρίου. Ήσαν, δηλαδή, “εισαγγελείς”, οι μόνοι οι οποίοι υπήρχαν τότε, διοριζόμενοι κάθε φορά ειδικά για μιαν υπόθεση. Θεσμός εισαγγελέως, δηλαδή δημοσίου κατηγόρου, δεν υπήρχε και ο κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να κα­ταγγείλει άλλον πολίτη που παρανομούσε, είτε το αδίκημα ήταν ποινικό είτε ήταν αστικό...

Λήψη του αρχείου-pdf