ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τα πολλά πρόσωπα του φιλοσόφου
MARIO VEGETTI
καθηγητής Ιστορίας
της Αρχαίας Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Παβίας
Ο Σωκράτης γίνεται γνωστός στους μεταγενεστέρους
του περισσότερο ως λογοτεχνικός χαρακτήρας παρά ως ιστορικό πρόσωπο.
Έτσι υπάρχουν τόσοι «Σωκράτες» όσοι και οι συγγραφείς που μίλησαν γι' αυτόν.
Στις Νεφέλες του Αριστοφάνη εμφανίζεται ως σατιρική αναπαράσταση του
επηρμένου και επικίνδυνου διανοητή που με τον αθεϊσμό του αντιτίθεται στα
παραδοσιακά ήθη της πόλης και με την αλαζονεία της σοφίας του αρνείται τις
παραδεδεγμένες αξίες της. Αυτός είναι ο Σωκράτης, αλλά είναι και μερική
αναπαράσταση του Εμπεδοκλή, του Αναξαγόρα και του Γοργία.
Ακριβώς αντίθετος ο Σωκράτης του Ξενοφώντα:
ηθικολόγος, εξαρτημένος από τις παραδοσιακές αξίες, θρησκόληπτος και αδιάλλακτος
ιερομάρτυρας της υπεροχής της αρετής έναντι του πλούτου και της κοινωνικής
καταξίωσης. Από το τελευταίο Κυνικοί και Στωικοί θα εμπνευστούν το πρότυπο του
φιλοσόφου ως υποδείγματος σοφίας και αρετής.
Εντελώς διαφορετικού επιπέδου είναι οι «Σωκράτες»
του Πλάτωνα: από διάλογο σε διάλογο και από περίοδο σε περίοδο, πηγαίνουμε από
τον κριτή των διαδεδομένων αντιλήψεων στον μεγάλο πολιτικό ουτοπιστή της Πολιτείας και στον θεωρητικό της αθανασίας της ψυχής του
Φαίδωνα.
Παρ' όλο που για εμάς φαίνεται σημαντικός αυτός ακριβώς ο Σωκράτης ιδρυτής
μιας φιλοσοφίας που είναι εξάσκηση της θεωρητικής σκέψης και επιλογή ηθικού βίου
τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι. Στην αρχαιότητα ήταν κυρίως ο Σωκράτης του
Ξενοφώντα εκείνος που επηρέασε τις ελληνιστικές φιλοσοφίες αλλά και τον
χριστιανισμό.
Η άσκηση του πνεύματος
Το γεγονός ότι ο Σωκράτης ήταν επιδεκτικός τόσων
ερμηνειών ήταν αποτέλεσμα και του ότι δεν έγραψε τίποτε. Βεβαίως η απόφασή του
αυτή προσδιορίζεται εν μέρει από μια εποχή, τον 5ο αιώνα, που τοποθετείται στο
πέρασμα από έναν κατ' εξοχήν προφορικό πολιτισμό σε έναν πολιτισμό της γραφής.
Προσδιορίζεται όμως και από τη συνειδητοποίηση εκ μέρους του ότι δεν διέθετε
καμία θετική γνώση να παραδώσει στις γραφές και από την απόφασή του να ασκήσει
έναν ρόλο κριτικό και εκπαιδευτικό μέσα στα πλαίσια ενός κύκλου φίλων και της
πόλης. Έτσι ο Σωκράτης βρίσκεται μακριά από τους κοσμοπολίτες διανοητές των
επόμενων περιόδων που απευθύνονται σε ολόκληρη την ανθρωπότητα και σε
μελλοντικές γενεές αναγνωστών.
Αυτές οι παρατηρήσεις μάς επιτρέπουν να
περάσουμε από τα πολλά πρόσωπα του Σωκράτη στον Σωκράτη ως ιστορικό πρόσωπο. Εδώ
μπορούμε να αναγνωρίσουμε δύο όψεις: η πρώτη είναι η κριτική στάση απέναντι
στους κοινούς τόπους. Ο Σωκράτης δείχνει ακατάπαυστα και προκλητικά στους
συμπολίτες του ότι ενεργούν επί τη βάσει αντιλήψεων που έχουν γίνει άκριτα
δεκτές και των οποίων δεν κατανοούν επαρκώς ούτε τις αιτίες ούτε τις συνέπειες.
Στόχος του το αβάσιμο αυτών των αντιλήψεων και η πρόσκληση των συμπολιτών του
στην άσκηση του κριτικού πνεύματος προκειμένου να κατακτήσουν μια πιο ώριμη
συνειδητοποίηση.
Η επιμέλεια της ψυχής
Το δεύτερο χαρακτηριστικό που μπορούμε να
αποδώσουμε στον ιστορικό Σωκράτη είναι η κριτική των κοινωνικών αξιών. Ποια αξία
έχουν ο πλούτος, η φήμη, η ισχύς, αν δεν εξασφαλίζουν την υγεία, την ισορροπία,
την ευτυχία αυτού που ο Σωκράτης αποκαλούσε «ψυχή» μας, δηλαδή του εσωτερικού
μας εγώ; Η υποταγή της εσωτερικότητας στη φιλοδοξία της κοινωνικής καταξίωσης
σήμαινε για τον Σωκράτη πρόκληση βλάβης τόσο στον εαυτό όσο και στους άλλους.
Μόνο όποιος έχει ειρηνική σχέση με τον εαυτό του, και την έχει επειδή είναι
σίγουρος ότι επιδιώκει αυτό που είναι ορθό για τον ίδιο, είναι σε θέση να
ωφελήσει και τους άλλους. Αλλά και αυτή η ορθή και ενάρετη συμπεριφορά απαιτεί,
κατά τον Σωκράτη, διανοητική άσκηση: είναι απαραίτητο να μπορούμε να διακρίνουμε
τι είναι αληθινά καλό και ορθό για το άτομο και για την πόλη και τι πλαστό.
Κανένας δεν πράττει το κακό εκουσίως: το ηθικό σφάλμα είναι απόρροια ενός
διανοητικού σφάλματος, της αδυναμίας κατανόησης των αληθινών αξιών. Εδώ βάσιζε ο
Σωκράτης την ακαταπόνητη κριτική του σε πολιτικούς, ιερατείο, σοφούς,
κατηγορώντας τους ότι δεν στοχάζονται κριτικά τους αυθεντικούς σκοπούς του
δημόσιου και του ιδιωτικού βίου.
Η πόλη της Πολιτείας
Αυτού του είδους το κριτικό έργο ωστόσο ήταν
επικίνδυνο πρωτίστως για τον ίδιο: οι πολιτικοί και οι ισχυροί της πόλης
(ολιγαρχικοί, όπως ο Κριτίας, και δημοκρατικοί, όπως ο Άνυτος και ο Μέλητος) δεν
το ανέχθηκαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο.
Αλλά ήταν επικίνδυνο και για τους αποδέκτες του.
Αυτού του γεγονότος ο Πλάτωνας είχε πλήρη συνείδηση. Ο περιορισμός σε μια
κριτική και κατεδαφιστική μόνο χρήση της διαλεκτικής επιχειρηματολογίας, έγραφε
στο 7ο βιβλίο της Πολιτείας, ισοδυναμεί με το να αποκαλύπτεις σε ένα
παιδί ότι είναι υιοθετημένο χωρίς να του καταδεικνύεις τους πραγματικούς του
γονείς. Το παιδί θα πάψει να εμπιστεύεται την αγωγή που έχει δεχθεί και, χωρίς
πλέον καθοδήγηση, θα αφεθεί στους χειρότερους των συμβούλων. Με άλλους όρους: το
να κριτικάρεις τις παλαιές αξίες, δίχως να οικοδομείς μια εναλλακτική προοπτική,
ενέχει τον κίνδυνο να παράγεις μια κρίση στην ηθική, να ανοίξεις τον δρόμο στον
μηδενισμό.
Εδώ βρίσκεται πιθανόν το σημείο όπου ο Πλάτωνας
διαχωρίζει τον δρόμο του από εκείνον του δασκάλου του: η κριτική στις παλαιές
αξίες γίνεται μέρος μιας μεγάλης ηθικοπολιτικής πρότασης, όπως είναι η ουτοπία
της Πολιτείας.
Ο Σωκράτης ίσως να έβρισκε υπερβολικά αυταρχική,
τρομοκρατημένη από την ελεύθερη σκέψη, αυτή την πόλη της Πολιτείας. Κατά
βάθος, η εικόνα του Χέγκελ για τον Σωκράτη η ελεύθερη ατομικότητα εναντίον του
Κράτους, η άσκηση του κριτικού λόγου εναντίον του αυταρχισμού βρίσκεται πιο
κοντά στην πραγματικότητα.
ΤΟ ΒΗΜΑ, 08-07-2001