Πολεμική Τεχνολογία
στην Αρχαία Ελλάδα.
Τα Τηλεβόλα και οι
Αρχές της Βλητικής
του Γιώργου Χαραλαμπόπουλου
(Μηχανολόγου)
Από τις δύο μεγάλες σχολές
μηχανικών της Αρχαίας Ελλάδας, της Σικελικής του Αρχύτα του Ταραντίνου και της
Αλεξανδρινής του Διάδη του Πελαίου, έμελλε να προκύψει η γένεση του πρώτου
πυροβόλου όπλου. Η πολύχρονη χρήση των βλητικών μηχανών στην μακεδονική
εκστρατεία της Ασίας, εξάντλησε κάθε πειραματικό στάδιο μηχανικών εφαρμογών και
έδωσε την δυνατότητα να αναζητηθούν νέες μορφές όπλων με ακόμα καλύτερη
κατασκευή και αυξημένο βεληνεκές.
Στις ραψωδίες Δ και Φ της Οδύσσειας, ο Όμηρος, αναφερόμενος στον περίφημο τοξότη
Πάνδαρο και στο ισχυρότατο τόξο του με το οποίο τραυμάτισε το Μενέλαο, καθώς και
στο εξίσου ισχυρότατο τόξο του Οδυσσέα με το οποίο σκοτώθηκαν οι μνηστήρες από
το μοναδικό αξιόλογο χειριστή του, παρουσιάζει τις αρχαιότερες αρχές της
βλητικής. Στα δύο παραπάνω τόξα διαφαίνεται η ανάγκη της αύξησης του βεληνεκούς
και η ανάλογη ανάγκη της αύξησης της ισχύος του. Τόσο οι τοξότες, οι ιπποτοξότες
ή εφιπποτοξότες (Ηρόδοτος 9,49) όσο και οι ακοντιστές (Θουκυδίδης 3,97 και
Ηρόδοτος 8,90), υπήρξαν αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης από τους αρχαιότερους
μηχανικούς. Το βεληνεκές και η ισχύς του βλήματος αφενός και τα όρια φυσικής
αντοχής του χειριστή αφετέρου, διαπιστώθηκε ότι βρίσκονταν σε μια αλληλοεξάρτηση
αναλογιών. Με τις εμπειρίες της γνώσης αυτής, η βλητική πέρασε στο δεύτερο
στάδιο του διάμεσου (δηλαδή της χρήσης αντικειμένου με την παρεμβολή κάποιου
μέσου). Στο στάδιο αυτό, μετά τη χρήση των τόξων καθιερώνονται και οι σφενδόνες.
Μάλιστα τα ομηρικά κείμενα αναφέρονται σε ένα εκλεκτό τύπο πολεμιστή για τον
οποίο δεν υπάρχει θέση στη σύγχρονη πολεμική διαδικασία. Πρόκειται για τον
αμφιδέξιο πολεμιστή. Στην κατηγορία αυτή ανήκε, για παράδειγμα, ο Αστερόπαιος, ο
οποίος «εξεσφενδόνιζε ταυτόχρονα δύο δόρατα, αφού ήταν μοναδικό στο να
χρησιμοποιεί και τα δύο του χέρια με τον ίδιο τρόπο» (Ιλιάδα Φ162-163). Αυτό
δείχνει ότι οι δεξιόχειρες και αριστερόχειρες τοξότες και σφενδονίτες δεν
αντιστοιχούσαν σε δύο σύνολα στρατιωτών, αλλά σε ένα με τις ειδικότητες
χειριστού τόξου και χειριστού σφενδόνης.
Σύμφωνα με το Στράβωνα, οι σφενδόνες επινοήθηκαν από τους Αιτωλούς στην περίοδο
των πολέμων τους εναντίον των Επειών. Στην αρχική κατασκευή τους περιγράφονται
σαν κοινοί ιμάντες πλατύτεροι στο μέσον, ή σαν τεμάχια δέρματος με προέκταση
ιμάντων, ταινιών, σχοινιών ή αλυσίδων (κώλων) στα άκρα τους. Ο όρος «βελοσφενδόνη»
που συναντάται στον Πλούταρχο (Σύλλας, 18), αναφέρεται στην εξέλιξη του όπλου
αυτού, όπως και η κεστροσφενδόνη (βλέπε Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 2). Η
τελειότερη μορφή της εξέλιξης αυτής ήταν η χειροβαλλίστρα, φορητή χειροσφενδόνη
με μεγάλη βλητική δύναμη λόγω της χρήσης μεταλλικών ελατηρίων. Η χρήση του όπλου
αυτού στα πεδία των μαχών ήταν αρκετά αποτελεσματική, και ακριβώς για το λόγο
αυτό συναντάμε τη συμμετοχή σώματος σφενδονιτών στο στρατό του Δημήτριου του
Πολιορκητή, στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Η μηχανοποίηση της τοξοβολίας, όπως
φαίνεται από τις μετέπειτα κατασκευές, χωρίστηκε σε δύο σχολές έρευνας και
εφαρμογής.
Στις έρευνες των σχολών αυτών το αντικείμενο επικεντρώθηκε στο βεληνεκές, στην
αποτελεσματικότητα, στην πρακτική εφαρμογή, στην οικονομία στρατιωτικών
δυναμικού και, οπωσδήποτε, στην ενέργεια που απαιτούσε σφαιρικές και
πολυποίκιλες γνώσεις. Για το λόγο αυτό διαπιστώνουμε πως οι εφαρμογές πρωτότυπων
θεωριών, όπως αυτή των συνδυασμών, αναγνωρίστηκαν και διερευνήθηκαν πρώτα με τη
διαίσθηση και ύστερα με την πρακτική χρήση. Μάλιστα, αν μεταφερθούμε στο πεδίο
δοκιμών του νεογέννητου πυροβολικού του 4ου π.Χ. αιώνα, θα δούμε τη θεωρία των
συνδυασμών σε πλήρη εφαρμογή. Χειριστές, σημειωτές, γεωμέτρες, τοπογράφοι και
εκτιμητές συμβάλλουν στην ανεύρεση του σωστού βεληνεκούς, όπου το βλήμα θα
μεταφέρει και θα αυξήσει στην πορεία του την ορμή και τη δύναμη της αρχικής του
ενέργειας. Ο συνδυασμός για τη λύση τέτοιων προβλημάτων, με ανομοιογενή υλικά
βλητικής (πέτρες, βέλη, ακόντια, μολύβδινα βλήματα, πυρφόρα υλικά και άλλα) είχε
σαν αποτέλεσμα την αυξομείωση του μεγέθους των τηλεβόλων. Η μία σχολή
προσανατολίστηκε προς τη σμίκρυνση και η άλλη προς τη μεγέθυνση των μηχανών. Τα
αντίστοιχα κατασκευάσματα τους διακρίνονται στις λιθοβόλες σφενδόνες και τις
χειροβαλλίστρες αφενός, και στις βαλλιστρίδες και τους τριταλινυαίους καταπέλτες
αφετέρου. Ωστόσο, η ιστορία των βλητικών αυτών μηχανών αριθμεί τουλάχιστον δύο
χιλιετίες.
«ETODOMO»,
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟΙ ΟΠΛΟΠΟΙΟΙ
Η προπαρασκευή για πόλεμο, η οποία και δημιούργησε τις αρχαιότερες συντεχνίες
κατασκευαστών όπλων, ήταν άμεσα εξαρτημένη από τους σιδεράδες, χαλκουργούς ή
ορειχαλκουργούς, που στα συλλαβικά κείμενα της μυκηναϊκής εποχής τους συναντάμε
με το γενικό όρο «ΚΑΚΕWΈ». Μια ενδιαφέρουσα προφορά του όρου αυτού, που
προτείνεται από τον καθηγητή Πολ Φορ, η «ΚΗΑLΚΕWΕS» ανταποκρίνεται στο
ετυμολογικό φάσμα που συνδέει τις αρχαιότερες μορφές του ελληνικού αλφάβητου
(κυπριακό και κρητομυκηναϊκό) με σημερινά τοπωνύμια (Χαλκίδα, Χαλκιδική και
άλλα) και, πάνω απ’ όλα, μας δίνει την ουσιαστική ερμηνεία του παρακάτω χωρίου
του ιστορικού Διόδωρου του Σικελιώτη: «Οι δε Τύριοι χαλκείς έχοντες τεχνίτας και
μηχανοποιούς κατασκεύασαν φιλότεχνα βοηθήματα». (Ιστορική βιβλιοθήκη 12, 43) Τα
φιλότεχνα βοηθήματα, διάφορες βλητικές και άλλες αμυντικές μηχανές (βλέπε
Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 3), όπως βλέπουμε, ήταν κατασκευασμένα από τους
«χαλκείς» (ορειχαλκουργούς) που αναφέρει ο Διόδωρος, δηλαδή τους «ΚΗΑLΚΕWΕS». Σε
αυτούς λοιπόν αναφέρονται οι Μυκηναίοι άρχοντες, όταν χρειάστηκε να γίνει
αναγκαστική εκποίηση μετάλλων για την κατασκευή όπλων, όπως αναφέρεται σχετικά:
Οι επίτροποι και οι επιστάτες, οι έπαρχοι, οι κλειδούχοι, οι ελεγκτές των καρπών
και των συγκομιδών θα παραδώσουν τον ορείχαλκο των ιερών για να κατασκευαστούν
αιχμές ακοντίων και λάμες σπαθιών στις παρακάτω αναλογίες: Ο επίτροπος της Πίσας
δύο κιλά, ο έπαρχος 750 γραμμάρια. (Πινακίδα ΡΥ, Jn 829).
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την παράδοση αυτή κατασκευάστηκαν 34.000 αιχμές
βελών. Οι ενεπίγραφες πινακίδες της Κνωσού, της Πύλου και των Μυκηνών που
αναφέρονται στους ορειχαλκουργούς ξεπερνούν τις εκατό. Αν σε αυτές προσθέσουμε
και άλλες συναφείς που αναφέρονται στους οπλοποιούς (ETOMODO), στα μέταλλα των
ναών (KAKO NAWIYO) ή στους τοξότες (KEKIDE), θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η
οπλοποιία στήριξε το δόγμα της προπαρασκευής για πόλεμο και δημιούργησε τις
βασικές προϋποθέσεις για την εξέλιξη της μηχανικής. Η αλληλένδετη σχέση της
οπλοποιίας με τη μηχανική στηρίχθηκε από το απώτατο παρελθόν στις πλουσιοπάροχες
στρατιωτικές χορηγίες. Μετά την Αθήνα και τις Συρακούσες, όπου γεννήθηκε το
αρχαιότερο πυροβολικό, η Αλεξάνδρεια και η Ρόδος παρουσίασαν με τη σειρά τους
αξιόλογες σχολές. Η οικονομική ευμάρεια, η ίδρυση της γνωστής Βιβλιοθήκης και η
συγκέντρωση της γνώσης στην Αλεξάνδρεια, δημιούργησαν το αρχαιότερο πολυτεχνείο
της ιστορίας. Σε διάστημα τριών αιώνων στη σχολή αυτή διερευνήθηκε το ευρύτερο
φάσμα των θετικών επιστημών.
Οι χορηγίες των Πτολεμαίων, μεταξύ άλλων, έδωσαν τη δυνατότητα στους ερευνητές
να στραφούν στη μελέτη της τελειοποίησης των μακεδονικών πολεμικών μηχανημάτων
και στη λύση των προβλημάτων που παρουσίαζε η χρήση τους.
Τα έργα των μηχανικών, Αρχιμήδη (Περί των μηχανικών θεωρημάτων προς Ερατοσθένην
έφοδος), Φίλωνα Βυζαντίου (Μηχανική Σύνταξις) Αθηναίου (Περί Μηχανημάτων),
Κτησιβίου (Υπομνήματα Μηχανικά), Βίτωνα (Κατασκευαία Πολεμικών Οργάνων) και
Ήρωνα του Αλεξανδρέα (Χειροβαλλίστρας Κατασκευής και Συμμετρία), θεωρούνται ο
πυρήνας πάνω στον οποία διαμορφώθηκε η επιστήμη της βλητικής. Στη συνέχεια
δίνουμε τις περιγραφές δύο τηλεβόλων της Αλεξανδρινής εποχής, όπως
παρουσιάστηκαν αυτές στα πρακτικά της Ακαδημίας Επιστημών του Βερολίνου στις
αρχές του αιώνα μας. Πρόκειται για διασωθέντα αποσπάσματα από τη Μηχανική
Σύνταξη του Φίλωνα και τα Βερολοποιϊκάτου Ήρωνα Κτησίβιου. Ο πλήρης τίτλος του
δεύτερου έργου Ήρωνος Κτησίβιου Βελοποιϊκά δεν έχει εξακριβωθεί σε ποιον
συγγραφέα ανήκει. Σημειώνουμε όμως πως στις κατασκευές του Κτησίβιου, οι
περιγραφές των οποίων διασώθηκαν από μεταγενέστερους συγγραφείς, αναφέρονται
τριών ειδών τηλεβόλα με τα οποία μπορούσε να εκτελεστεί βολή βαρέων λίθων σε
μεγάλη απόσταση. Στις δύο κατασκευές η βολή γινόταν με πεπιεσμένο αέρα (αερότονα
τηλεβόλα), ενώ στην τρίτη με τη χρήση ελατηρίων ή τεντωμένων χορδών.
ΗΡΩΝΟΣ
ΚΤΗΣΙΒΙΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΛΕΒΟΛΩΝ
Το σπουδαιότερο και αναγκαιότερο μέρος των φιλοσοφικών πραγματειών είναι το περί
αταραξίας, για την οποία έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται πάρα πολλές
έρευνες από τους φιλοσόφους. Νομίζω ότι δε θα βρεθεί τέλος στην έρευνα αυτή με
τα λόγια. Η επιστήμη της μηχανικής εγκατέλειψε τη θεωρητική διδασκαλία περί της
αταραξίας και διδάσκει στους ανθρώπους τον τρόπο να ζουν χωρίς ταραχή,
χρησιμοποιώντας μόνο ένα μικρό μέρος από αυτή, δηλαδή την κατασκευή τηλεβόλων.
Με την κατοχή της γνώσης αυτής δε θα διαταραχτούν ποτέ οι άνθρωποι, ούτε όταν
ζουν ειρηνικά, ούτε όταν επιτεθούν εναντίον τους εσωτερικοί ή εξωτερικοί εχθροί,
ούτε όταν εκραγεί πόλεμος. Γι’ αυτό πρέπει οι άνθρωποι να γνωρίζουν για πάντα
αυτό το μέρος της μηχανικής και να το φροντίζουν ιδιαίτερα. Πραγματικά, σε
περιόδους ειρήνης είναι δυνατόν να αναμένει ο καθένας ότι αυτή θα διατηρηθεί
περισσότερο, όταν οι άνθρωποι ασχολούνται με την κατασκευή τηλεβόλων. Με την
τακτική αυτή, οι άνθρωποι θα ζουν ειρηνικά, και όσοι επιθυμούν να τους κάνουν
κακό, βλέποντας ότι ασχολούνται με την κατασκευή τηλεβόλων, δε θα επιτεθούν.
Όταν όμως παραμελήσουμε αυτή την προπαρασκευή, οι κάτοικοι των πόλεων,
κινδυνεύουν από κάθε επιβολή ακόμα και τη μικρότερη.
Οι προηγούμενοι από μας συγγραφείς έγραψαν πολλές πραγματείες για την κατασκευή
τηλεβόλων και καθιέρωσαν μέτρα και διατάξεις γι’ αυτές. Επειδή όμως κανένας από
αυτούς δεν παρουσίασε την κατασκευή και τη χρήση των μηχανών κατάλληλα, αλλά
διαπραγματεύθηκε το θέμα νομίζοντας ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ειδικοί και θα το
κατανοήσουν, νομίζουμε ότι πρέπει να παρουσιάζουμε το θέμα από την αρχή για να
γίνει αμέσως κατανοητό. θα αναφερθούμε δηλαδή στην κατασκευή τηλεβόλων γενικά
και στη συνέχεια, στα μέρη, στις ονομασίες, στη σύνθεση, στη σύνδεση, στις
διατάξεις, και στη χρησιμοποίηση καθενός από αυτά. Από τα τηλεβόλα λοιπόν, άλλα
μεν καλούνται ευθύτονα, άλλα δε παλίντονα. Μερικοί ονομάζουν τα ευθύτονα
σκορπιούς, λόγω της ομοιότητας του οχήματος τους με τους σκορπιούς. Τα μεν
ευθύτονα βάλλουν μόνο βέλη, τα δε παλίντονα βάλλουν λίθους, ρίχνουν βέλη ή και
τα δύο. Γι’ αυτό και μερικοί τα ονομάζουν λιθοβολά. Σκοπός της κατασκευής των
τηλεβόλων είναι να κατευθύνουμε το βέλος σε προσδιορισμένο στόχο, ώστε το
χτύπημα του να είναι ορμητικό. Γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχει και η ανάλογη
φροντίδα στα τηλεβόλα. Βέλος ονομάζεται κάθε τι εκτο-ξευόμενο από τα τηλεβόλα ή
από άλλη πηγή εκτόξευσης (εννοεί ανθρώπους). Η αρχική ιδέα για την κατασκευή των
τηλεβόλων προέρχεται από την ανάγκη της αύξησης του βεληνεκούς των τόξων που
έβαλαν τα βέλη με τη χρησιμοποίηση των χεριών. Επιδιώκοντας, οι άνθρωποι, να
βάλουν με τα τόξα μεγαλύτερα βέλη για να αυξήσουν το βεληνεκές, έκαναν τις
χορδές των τόξων μεγαλύτερες, δηλαδή μεγάλωσαν ανάλογα και τα τόξα. Η μεταβολή
αυτή όμως δημιούργησε και την ανάλογη ανάγκη της μεγαλύτερης δύναμης για το
τέντωμα της χορδής του τόξου. Για το σκοπό αυτό λοιπόν επε-νόησαν το εξής.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΛΕΒΟΛΩΝ ΤΟΥ ΦΙΛΩΝΑ
Ο Φίλωνας χαιρετά τον Αρίστωνα. Το μεν βιβλίο που σου αφιέρωσα πριν περιείχε τα
περί της κατασκευής λιμένων. Τώρα δε πρέπει όπως σου είπα και στον πρόλογο, να
μιλήσουμε για την κατασκευή τηλεβόλων, την οποία μερικοί ονομάζουν κατασκευή
(πολεμικών) μηχανών. Αν όλοι οι προηγούμενοι που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό
είχαν χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο, δε θα προέκυπτε άλλη ανάγκη παρά να
παρουσιάσουμε τις διατάξεις μόνο των τηλεβόλων επειδή αυτές είναι αντίστοιχες
μεταξύ τους. Επειδή όμως διαπιστώνουμε ότι οι προηγούμενοι έχουν διαφορές όχι
μόνο στις αναλογίες των μερών μεταξύ τους, αλλά και στη βασική και θεμελιώδη
έννοια της κάνης που δέχεται το βλήμα, νομίζω, ότι είναι καλό να παραλείψω τις
αναφορές των παλαιών (κατασκευαστών) και να παρουσιάσω τις μεταγενέστερες από
τεχνικής άποψης μεθόδους, οι οποίες ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των
κατασκευών των μηχανημάτων. Το ότι η τέχνη αυτή είναι δυσκολονόητη και πολύπλοκη
για τους πολλούς, νομίζω πως δε σου διαφεύγει. Πραγματικά, πολλοί κατασκευαστές
τηλεβόλων, αν και χρησιμοποίησαν την ίδια διαδικασία για τη σύνθεση
συγκεκριμένου μεγέθους τηλεβόλων με την ίδια διάταξη (διάρθρωση) και ίδια ξύλινα
και σιδερένια τεμάχια, χωρίς να μεταβάλλουν ούτε το βάρος τους, αλλά από αυτά
(τα τηλεβόλα), τα έκαναν να βάλλουν μακριά και να επιφέρουν ισχυρά χτυπήματα και
άλλα, να υπολείπονται από τα προηγούμενα. Μάλιστα, όταν ρωτήθηκαν σχετικά με το
πρόβλημα αυτό δεν μπορούσαν να δώσουν ικανοποιητική εξήγηση. Στην περίπτωση αυτή
θα πρέπει να γνωρίζει ο κάθε κατασκευαστής τον κανόνα του αγαλματοποιού
Πολύκλειτου σύμφωνα με τον οποίο, ‘η επιτυχία (ενός έργου) εξαρτάται από τις
πολλές αριθμητικές αναλογίες, όπου και η παραμικρή απόκλιση έχει αποφασιστική
επίδραση’. Έτσι συμβαίνει και στην τέχνη αυτή, όπου για την κατασκευή των
τηλεβόλων χρησιμοποιούνται πολλές αριθμητικές σχέσεις. Μια μικρή παρέκκλιση,
μπορεί να καταλήξει στο τέλος σε μεγάλο σφάλμα. Για το λόγο αυτό νομίζω ότι,
πρέπει ο κατασκευαστής να μεταφέρει τη διάρθρωση των κατασκευασθέντων τηλεβόλων
στο δικό του τρόπο κατασκευής, ιδιαίτερα δε όταν θέλει να αυξήσει τις αναλογίες
ή να τις κάνει μικρότερες. Ελπίζω πως οι κατασκευαστές που θα χρησιμοποιήσουν τη
συμβουλή μου δε θα τα αγνοήσουν αυτά. Αλλά τώρα ας μιλήσουμε για τις γενικές
αρχές. Μερικοί από τους αρχαίους θεωρούσαν ότι το βασικό και θεμελιώδες στοιχείο
και μέτρο για την κατασκευή των τηλεβόλων είναι η διάμετρος της κάνης. Γι’ αυτό,
δεν την έκαναν στην τύχη, αλλά με κάποια ορισμένη μέθοδο, η οποία επέτρεπε για
όλα τα μεγέθη με τον ίδιο τρόπο να βρίσκονται οι ορθές αναλογίες. Για να το
πετύχουν αυτό χρησιμοποίησαν το μόνο δυνατό τρόπο των δοκιμών, δηλαδή της
αύξησης και της μείωσης της διαμέτρου της κάνης. Οι αρχαίοι λοιπόν δεν το
τελειοποίησαν αυτό, όπως ισχυρίζονται, ούτε εξακρίβωσαν το σωστό μέγεθος της
κάνης, γιατί δεν είχαν αποκτήσει ανάλογη πείρα από μαζικές κατασκευές τηλεβόλων,
αφού μετά από κάθε κατασκευή έκαναν δοκιμή. Οι μεταγενέστεροι κατασκευαστές
εξετάζοντας τα σφάλματα των προηγουμένων και λαβαίνοντας υπόψη τα πειράματα που
έγιναν μετά από αυτούς, εισήγαγαν τη σταθερή μέθοδο των αρχών και της θεωρίας
της κατασκευής, δηλαδή τα της κατασκευής της διαμέτρου του σωλήνα που δέχεται το
βλήμα. Αυτό το πέτυχαν τώρα τελευταία οι τεχνίτες της Αλεξάνδρειας, οι οποίο
έλαβαν μεγάλη οικονομική ενίσχυση από τους ενδιαφερόμενους φιλόδοξους και φίλους
της μηχανικής βασιλείς.
Το ότι δεν είναι δυνατόν να βρεθούν όλα με θεωρητικούς υπολογισμούς και με
μεθόδους της μηχανικής, γιατί πολλά βρίσκονται και με την πειραματική μέθοδο,
είναι γνωστό και από πολλές άλλες αναφορές, όχι όμως λιγότερο και από αυτά που
πρόκειται να παρουσιάσω. Τις αναλογίες των οικοδομικών έργων δεν ήταν δυνατόν να
τις διατυπώσουν από την αρχή, αν δεν είχαν υπόψη την προηγούμενη εμπειρία, η
οποία φαίνεται τόσο στα παλιά οικοδομήματα που στο σύνολο τους ήταν άτεχνα, όσο
και στις κατά μέρος κατασκευές. Βρέθηκε λοιπόν ο σωστός τρόπος δόμησης ύστερα
από πολλές εμπειρίες.
Έτσι λοιπόν μερικά τμήματα των οικοδομικών είχαν τον ίδιο όγκο και ήταν
κατακόρυφα, ενώ στο μάτι φαίνονταν ασύμμετρα λόγω της οφθαλμαπάτης. Με δοκιμές
αυξομείωσης του όγκου και κάθε είδους πειράματα, όπως κατασκευές κόλουρου κώνου,
τα έκαναν σύμμετρα στην όραση και εύρυθμα γιατί αυτός ήταν ο σκοπός στην τέχνη
αυτή. Ο σκοπός δε της κατασκευής των τηλεβόλων είναι το μεγάλο βεληνεκές και το
ορμητικό χτύπημα, και ακριβώς για το σκοπό αυτό έγιναν τα πειράματα και οι
περισσότερες έρευνες, θα σου παρουσιάσω λοιπόν τα πορίσματα μας, αφού και εμείς
εδώ στην Αλεξάνδρεια συναναστραφήκαμε πολλούς τεχνίτες που ασχολούνται με αυτά,
αλλά και στη Ρόδο γνωριστήκαμε με αρκετούς αρχιτέκτονες (μηχανικούς) και κοντά
τους είδαμε τα καλύτερα τηλεβόλα, η κατασκευή των οποίων πλησιάζει προς τη
μέθοδο που θα σου περιγράψω στη συνέχεια. Υπολογίζεται σε μονάδες το βάρος του
βλήματος, με τη βάση του οποίου (βάρους) θα κατασκευαστεί το τηλεβόλο και αφού
βρεθεί το πλήθος αυτών (των μονάδων), υπολογίζεται η κυβική ρίζα αυτού και αφού
προσθέσουμε στην ευρεθείσα κυβική ρίζα το ένα δέκατο αυτής, τόσους δακτύλους
κατασκευάζουμε τη διάμετρο της κάνης. Αν όμως η κυβική ρίζα του βάρους δεν είναι
ρητός αριθμός, λαμβάνουμε αυτό (το βάρος) κατά προσέγγιση. Τώρα, αν μεν είναι
μεγαλύτερο προσπαθούμε να ελαττώσουμε ανάλογα το ένα δέκατο, αν δε είναι
μικρότερο προσθέτουμε το ένα δέκατο ολόκληρο.
ΑΡΧΑΙΑ
ΚΕΝΤΡΑ ΕΡΕΥΝΩΝ
Από τις περιγραφές των τηλεβόλων Ηρωναίου του Κτησίβιου και του Φίλωνα
προκύπτουν ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα, τόσο για τα παρασκήνια της πολιτικής
στο χώρο της κατασκευής μαζικών όπλων, όσο και για τον αγώνα δρόμου μεταξύ των
σχολών μηχανικής της Ρόδου και της Αλεξάνδρειας. Στο κείμενο του Κτησίβιου
γίνεται εκτενής αναφορά του δόγματος «περί αταραξίας» (ειρήνης), όπου η συνεχής
προπαρασκευή για πόλεμο αποτελεί ειρηνικό σκοπό. Στην προσπάθεια του να δώσει
ένα κατανοητό κείμενο γύρω από τις μηχανικές κατασκευές, υποδηλώνει έμμεσα την
επικράτηση των τεχνοκρατών επιστημόνων, στοιχείο που επιβεβαιώνεται και
ιστορικά. Με τον ίδιο σαφή τρόπο, ο άλλος πολυτάλαντος μηχανικός, ο Φίλωνας,
παρουσιάζει έμμεσα τον ανταγωνισμό που υπήρχε μεταξύ των κατασκευαστών τηλεβόλων
της Ρόδου και της Αλεξάνδρειας. Τόσο στη Ρόδο όσο και στην Αλεξάνδρεια
ακολούθησαν την επιτυχημένη τακτική της σικελικής σχολής, δηλαδή της συγκρότησης
μιας ειδικής σχολής μηχανικών, όπου λειτουργούσε και ένα κέντρο στρατηγικών
ερευνών. Στις Συρακούσες γύρω στο 40 π.Χ. ο τύραννος Διονύσιος,
προπαρασκευαζόμενος τότε για πόλεμο κατά των Καρχηδονίων, ήταν ενήμερος της
πολεμικής τεχνολογίας τους που προερχόταν από τη μητρόπολη τους στην Τύρο. Ο
ιδρυτής της σχολής μηχανικών της φοινικικής Τύρου Κοθάρ-Χάσης, των συγκαριτικών
πινακίδων του 14ου π.Χ. αιώνα (βλέπε και Ugaritic Manual) αντικατοπτρίζει την
δαιδαλική τεχνολογία της μινωικής Κρήτης. Η δραστηριότητα του Δαίδαλου η οποία
συνυπάρχει στο μύθο και στην ιστορία, εμπεριέχει ουσιαστικά την τεχνολογία των
αρχαιοτάτων μεταλλουργών της Μεσογείου, δηλαδή των Μινωιτών (Πλίνιος Historia
Naturalis 7, 197). Η επίδραση της δαιδαλικης τεχνολογίας στη Μικρά Ασία
διακρίνεται και στις «βιομηχανικές» πόλεις Δαίδαλο της Λυκίας και Χαλκητώριο της
Καρίας. Η ετυμολογία των ονομάτων αυτών δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας πως
πρόκειται για τα κέντρα των αρχαίων συντεχνιών των ορειχαλκουργών. Το ναυάγιο
του 13ου π.Χ. αιώνα στα νοτιοδυτικά της Φασήλιδας, στο Ιερό Ακρωτήρι της Λυκίας,
όπου βρέθηκε ολόκληρο εργαστήριο ορειχαλκουργού, επιβεβαιώνει την επίδραση της
μινωικής τεχνολογίας στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου. Ο ίδιος ο Δαίδαλος
πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Σικελό βασιλιά Κώκαλο. Όλα αυτά τα γνώριζε
προφανώς ο Διονύσιος. Μετά την καταστροφή της Τύρου, η πολιορκία της Ρόδου
παρουσίασε ένα είδος «έκθεσης» των βλητικών μηχανημάτων και των πολιορκητικών
μηχανών της εποχής. Μάλιστα αναφέρεται από τον Πλίνιο (Historia Naturalis XXX,
18) ότι για την κατασκευή του περίφημου Κολοσσού της Ρόδου από το Χάρη το Λίνδιο,
«δαπανήθηκαν εκατό τάλαντα, ποσό που προήλθε από την εκποίηση τω πολεμικών
μηχανών που εγκατέλειψε ο Δημήτριος (ο Πολιορκητής) μετά την ανεπιτυχή πολιορκία
του, το 305-304 π.Χ. ». Στο τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα ο διάσημος Ρωμαίος
μηχανικός Σέξτος Ιούλιος Φροντίνος δήλωνε σχετικά με τις έρευνες της βλητικής.
«Οι εφευρέσεις των πολεμικών μηχανημάτων έφτασαν από καιρό στο τέλος των ορίων
τους και δε βλέπω στο μέλλον κάποια ελπίδα βελτίωσης της πολεμικής τέχνης»
(Στρατηγήματα III,Ι). Ωστόσο, η τεχνολογική κατασκοπία εξαφάνισε το τηλεβόλο του
Αρχιμήδη, το οποίο έμελλε να «επανακαλυφθεί» μετά από 15 αιώνες.
ΤΟ
ΤΗΛΕΒΟΛΟ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΗΔΗ
Ο πατέρας της Αναγέννησης Φραγκίσκος Πετράρχης (1304-1374) ενθάρρυνε τους φίλους
του να τον βοηθούν στην αναζήτηση χαμένων χειρογράφων της ελληνικής και της
λατινικής λογοτεχνίας και στην αντιγραφή αρχαίων επιγραφών, γιατί, όπως έγραψε ο
ίδιος, τα κλασικά κείμενα αποτελούσαν ιστορικά ντοκουμέντα και «ήταν το
πολυτιμότερο εμπόρευμα από όσα πωλούσαν οι Κινέζοι και οι ’ραβες» («EPISTOLAE
VARIAE» 29). Πράγματι, σαν κυνηγός χειρογράφων, αντέγραψε ιδιοχείρως όσα δεν
μπορούσε να αγοράσει και ταυτόχρονα είχε μισθωμένους αντιγραφείς. Αν και
αντίθετος του εκκλησιαστικού κατεστημένου, σε ηλικία 42 χρόνων βρέθηκε
προϊστάμενος της εκκλησίας της Πίζας.
Σε μια εκκλησιαστική βιβλιοθήκη της Βερόνας ανακάλυψε ένα χαμένο χειρόγραφο του
Κικέρωνα, ενώ στη Λιέγη βρήκε το λόγο «PROARCHIA» του ίδιου συγγραφέα. Ο μεγάλος
αυτός σοφός λοιπόν, που το πάθος του για την αρχαιότητα του έκανε να ντύνεται με
την τήβεννο των αρχαίων συγκλητικών, είναι ο μόνος συγγραφέας που αναφέρεται
σχετικά στο τηλεβόλο του Αρχιμήδη. Στο έργο του «DE REMEDIIS URTIUSQUE FORTUNAE»
(Περί θεραπευτικών μέσων εκατέρας των τυχών) διαβάζουμε:
Έχω αναρίθμητες μηχανές και βλητικά (βαλλιστικά) μηχανήματα. Τον μη επιδεκτικόν
μίμησης κεραυνό κατόρθωσε να τον μιμηθεί η ανθρώπινη μανία καταστροφικότητας. Οι
εξακοντιζόμενοι από τις νεφέλες του ουρανού κεραυνοί, εξεσφενδονίζονται τώρα από
ένα φονικό μηχάνημα (όργανο), η κάνη του οποίου είναι κατασκευασμένη από σκληρό
ξύλο. Μερικοί πιστεύουν ότι το μηχάνημα αυτό εφευρέθηκε από τον Αρχιμήδη, κατά
τη διάρκεια της πολιορκίας των Συρακουσών από τα στρατεύματα του στρατηγού των
Ρωμαίων Μάρκελλου. Αλλά, όμως, εκείνος (ο Αρχιμήδης) εφεύρε αυτό, στην
προσπάθεια του να διαφυλάξει την ελευθερία των συμπολιτών του και να αποτρέψει
την καταστροφή της πατρίδας του.
Ωστόσο δε θέλησε να προχωρήσει στην τεχνική περιγραφή του όπλου αυτού. Το
μυστικό διατηρήθηκε έναν ολόκληρο αιώνα μετά το θάνατο του Πετράρχη και
παρουσιάστηκε από έναν άλλο συλλέκτη αρχαίων χειρογράφων, ο οποίος μάλιστα την
ιδιοποιήθηκε. Πρόκειται για το διάσημο Ιταλό ζωγράφο και μηχανικό Λεονάρντο Ντα
Βίντσι (1452-1519) που στην πραγματεία του με τίτλο Architronio παρουσίασε το
παραπάνω τηλεβόλο.
Τα σχέδια και οι σημειώσεις του αναφέρονται στο μηχάνημα για το οποίο μας
πληροφορεί ο Πετράρχης. Πρόκειται για ένα τηλεβόλο με κάνη δύο μέτρων μήκους και
διάμετρο μερικά εκατοστά. Στο άκρο της κάνης που ο χειριστής τοποθετούσε το
σφαιρικό βλήμα, ήταν προσαρμοσμένο μέσα σε ένα δοχείο το οποίο ήταν κλεισμένο
αεροστεγώς. Το δοχείο αυτό θερμαινόταν μέχρι το σημείο της διαπύρωσης. Από άλλο
δοχείο, το οποίο βρισκόταν λίγο ψηλότερα, μεταφερόταν απότομα με τη χρήση
ειδικής στρόφιγγας νερό στο διάπυρο δοχείο. Η ενέργεια που δημιουργούσε η
αστραπιαία μετατροπή του νερού σε ατμό, εξεσφενδόνιζε το βλήμα. Ο καθηγητής
Ευάγγελος Σταμάτης που ασχολήθηκε διεξοδικά με τα έργα του Αρχιμήδη, υποστηρίζει
ότι το σφαιρικό βλήμα του τηλεβόλου ήταν λίθινο ή μεταλλικό, βάρους 36 κιλών και
κάλυπτε ένα βεληνεκές έξι σταδίων, περίπου 1200 μέτρα. Αν και ο Λεονάρντο Ντα
Βίντσι δεν αναφέρει την πηγή των πληροφοριών του για την κατασκευή του
τηλεβόλου, σήμερα είναι επίσημα παραδεκτό ότι πρόκειται για το μηχανικό
επίτευγμα του Αρχιμήδη. Σε μια συλλογική εργασία αφιερωμένη στους κώδικες και τα
σχέδια του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, η οποία παρουσιάστηκε σε ειδικό ένθετο του
περιοδικού Europeo tο 1982, γίνεται μία πλήρης παρουσίαση του έργου,
συμπεριλαμβανομένων και των κωδίκων της Μαδρίτης που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, το
1967, καθώς επίσης και ενός άλλου χειρογράφου που βρέθηκε στη Φλωρεντία και
εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1975 από τον Cadro Pedretti. Στην εργασία αυτή, από
την οποία προέρχεται και το πρωτότυπο σχέδιο του τηλεβόλου του Λεονάρντο, οι
παραπάνω ερευνητές αναφέρονται «στο κανόνι θερμικής ενέργειας του Αρχιμήδη, το
οποίο παρουσίασε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι σε ένα χειρόγραφο της περιόδου
1487-1490». Μάλιστα οι ίδιοι συμπεραίνουν ότι ο Λεονάρντο χρησιμοποίησε τις
πληροφορίες του Πετράρχη ή άλλες πηγές που ακόμα παραμένουν απροσδιόριστες
(σημειώνοντας το όνομα του ιστορικού Gugliemo Di Pastregno). Στο ίδιο κείμενο
επίσης διαπιστώνεται και το συμπέρασμα πως η χρήση θερμικής ενέργειας στο όπλο
του Λεονάρντο προέρχεται από τις «περί ατομικίνηοης» θεωρίες του Ήρωνα της
Αλεξάνδρειας.
Η καταστροφή της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας αποτέλεσε την τροχοπέδη της
καλπάζουοας τεχνολογικής έρευνας, η οποία κυοφορούσε ήδη την επιστήμη της
ρομποτικής (αυτοματοποιητικής) με τις γνωστές κατασκευές του Ήρωνα και των άλλων
μηχανικών. Το αποτέλεσμα της διασποράς των επιστημόνων και των έργων που
διασώθηκαν θεωρείται σαν μια από τις μεγαλύτερες απώλειες του ελληνισμού. Τα
δευτερεύοντα πνευματικά κέντρα της εποχής (Αθήνα, Ρόδος, Πέργαμος, Κόρινθος,
Αντιόχεια) δε στάθηκαν ικανά να προσελκύσουν τη διανόηση της Αλεξάνδρειας. Οι
επερχόμενες δυνάμεις των Ρωμαίων, του χριστιανισμού, των Βυζαντινών και της
αραβικής διανόησης, επωφελούμενες από τη διασπορά αυτή, επιδόθηκαν στην
αφομοίωση των όσων απέμειναν. Το τέλος της Αλεξανδρινής σχολής, επίσης,
συνδέεται και με τους συλλέκτες των παλιών χειρογράφων. Από τις πληροφορίες του
Σενέκα αλλά και τη θωράκιση των Αράβων με πολλά βλητικά μηχανήματα, φαίνεται
ότι, η δεύτερη μεγάλη διασπορά της διανόησης των ελληνιστικών κέντρων της
Ανατολής, που έγινε μεταξύ 6ου και 7ου μ.Χ. αιώνα, ωφέλησε ιδιαίτερα τους
Άραβες. Έτσι εξηγούνται και τα χιλιάδες ακαταχώρητα αραβικά χειρόγραφα της
βιβλιοθήκης του πανεπιστημίου της Ινδικής πόλης Aligarth.
Συνδετικοί κρίκοι της αλεξανδρινής εποχής με την Αναγέννηση είναι, ο
νεοπλατωνικός πανεπιστήμονας Πρόκλος, ο αρχιτέκτονας-μηχανικός Καλλίνικος ο
Ηλιουπολίτης, ο Μάρκος ο Γραικός, ο Ηρών ο Βυζάντιος και άλλοι σοφοί τους
οποίους θα δούμε στη συνέχεια της έρευνας για τους σχεδιαστές όπλων του
Βυζαντίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αριστοτέλης, Φυσικής Ακροάσεως Α, Β, Γεωργιάδης
Αθήνα 1970.
Ερμηνευτικό Λεξικό Αρχαιοελληνικών Στρατιωτικών Όρων, Διεύθυνση Εκδόσεων
Αρχηγείου Στρατού, Αθήνα 1890.
Ουίλσον, Σμιθ. Λεξικό Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 1890.
Σταμάτης, Ευάγγελος. ’παντα του Αρχιμήδη, Έκδοση Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας,
1964. Ανθολογία Αρχαίων Κειμένων, 1960
Άρθρα
και Ομιλίες, 1974
Αρχιμήδους Μηχανικά, Αθήνα 1946.
Στεφανίδης, Μιχαήλ. Εισαγωγή στην Ιστορία των Φυσικών Επιστημών, Αθήνα 1938.
“Το
συνεχές κύμα και το ασυνεχές βλήμα στην προσωκρατική περίοδο” Γενική Ιστορία των
Επιστημών, τόμος 1ος. Δ. Βογιατζής Αθήνα 1957.
Χαραλαμπόπουλος, Γιώργος. “Η τεχνολογία της Μακεδονικής Στρατιά” Επιστήμη και
Τεχνολογία, τεύχος 2, 1992.
“Περί πολιορκητικών μηχανών” Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 3, 1992.
“Capire Leonardo” Europeo, 23, 1982.
Diels,
H & E. Schram. “Ήρωνος Κτηοίβιου Βελοποιικα”, Ανακοίνωση αριθμός 2 του 1917 στην
Ακαδημία των Επιστημών του Βερολίνου (πρακτικά), Βερολίνο 1917.
“Εκ
των Φίλωνος Βελοποιϊκών Λόγος 8″, Ανακοίνωση 16 του 1919 στην Ακαδημία των
Επιστημών του Βερολίνου (πρακτικά). Βερολίνο
1919.
Gordon, Cyrus. Ugaritic Manual,
Ρώμη
1958.
Ugaritic Literature,
Ρώμη
1949.
Whitcomb, M. “Epistolaw Variae”
στο
Literary Source Book of the Italian Renaissance, Philadelphia, 1900.
Η
Πρώτη δημοσίευση του άρθρου έγινε στο περιοδικό Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος
10, Μάρτιος-Απρίλιος 1994 με τίτλο Η Βλητική στην Αρχαία Ελλάδα.
πηγή