ΟΡΘΑ ΚΑΙ ΜΗ ΟΡΘΑ
ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ
αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο του
Δημήτρη Ι. Παπαδή
«Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ»
1. Αρχές ταξινόμησης των πολιτευμάτων.
Στην αρχή του Γ 6 κεφαλαίου των Πολιτικών τον ο
Αριστοτέλης θέτει τρία ερωτήματα σχετικά με τον αριθμό, τη φύση
και τις σχέσεις των διαφόρων πολιτειών (πολιτευμάτων):
τίνες καί
πόσαι, καί διαφοραί τίνες αὐτῶν εἰσιν. Την απάντησή
του στα ερωτήματα αυτά θα τη δώσει στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο
στηριζόμενος σε δύο αρχές - κριτήρια, από τα οποία το ένα είναι
ποσοτικό και το άλλο ποιοτικό, και ειδικότερα τελολογικό. Ο
Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τα δύο αυτά κριτήρια συνδυαστικά.
Άλλωστε δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού στην
πραγματικότητα το ποιοτικό κριτήριο είναι ούτως ή άλλως
ενσωματωμένο στο ποσοτικό. Οι φορείς δηλαδή της εξουσίας
αναπόφευκτα θα είναι ή καλοί ή κακοί άρχοντες. Και επειδή, όταν
μιλάμε για πολίτευμα, εννοούμε κυρίως τον φορέα της εξουσίας,
«αυτή αναγκαστικά θα ασκείται ή από έναν άρχοντα ή από λίγους ή
από πολλούς. Και όταν ο ένας ή οι λίγοι ή οι πολλοί ασκούν την
εξουσία αποβλέποντας στο κοινό συμφέρον, τότε και τα πολιτεύματα
αυτά θα είναι αναγκαστικά σωστά, ενώ τα πολιτεύματα που
αποβλέπουν στο συμφέρον του ενός ή των λίγων ή των πολλών
αποτελούν παρεκβάσεις από τα ορθά πολιτεύματα... Συνήθως, ως
γνωστόν, ονομάζουμε βασιλεία τη μοναρχία εκείνη που αποβλέπει
στο κοινόν συμφέρον, ενώ το πολίτευμα στο οποίο η εξουσία
ασκείται από λίγους, αλλά οπωσδήποτε περισσότερους από έναν και
αποβλέπει στο κοινό συμφέρον, το ονομάζουμε συνήθως
αριστοκρατία. Και όταν κυβερνούν οι πολλοί αποβλέποντας στο
κοινόν συμφέρον, το πολίτευμα ονομάζεται με το κοινό όνομα όλων
των πολιτευμάτων, δηλαδή πολιτεία... Παρεκβάσεις λοιπόν από τα
αναφερθέντα πολιτεύματα είναι της μεν βασιλείας η τυραννίδα, της
αριστοκρατίας η ολιγαρχία και της πολιτείας η δημοκρατία. Διότι
η τυραννίδα είναι μοναρχία και αποβλέπει στο συμφέρον του
μονάρχη, η ολιγαρχία στο συμφέρον των ευπορών και η δημοκρατία
στο συμφέρον όλων των ελευθέρων και απόρων. Στο κοινόν όμως
συμφέρον κανένα απ’ αυτά τα πολιτεύματα δεν αποβλέπει».
Με βάση τα δυο αυτά κριτήρια θεώρησης και αξιολόγησης
των πολιτευμάτων προκύπτουν οι έξι πασίγνωστοι
τύποι πολιτευμάτων. Το πρώτο, το ποσοτικό - αριθμητικό κριτήριο
δίνει απάντηση στο ερώτημα ποιος κυβερνά την πόλη:
τί τό
κύριον τῆς πόλεως,
ενώ το δεύτερο, το ποιοτικό - τελολογικό δίνει απάντηση στο
καίριο από πολιτική άποψη ζήτημα που είναι ο σκοπός, οι στόχοι
και το όραμα των κυβερνώντων και της διακυβέρνησής τους. Το
πρώτο κριτήριο είναι συμβατικό και σχεδόν απολιτικό. Διότι δεν
έχει μεγάλη πολιτική σημασία, αν κυβερνάει ένας ή αν κυβερνούν
λίγοι ή πολλοί. Έχει όμως μέγιστη πολιτική σημασία, αν οι φορείς
της πολιτικής εξουσίας αποβλέπουν στο κοινόν συμφέρον όλων των
πολιτών, και κατ’ επέκταση όλων των κατοίκων της πόλεως, ή, αν
αποβλέπουν απλώς και μόνον στο δικό τους συμφέρον και σ’ εκείνο
των υπηρετών (της κλίκας) τους. Τι εννοεί όμως άραγε ο
Αριστοτέλης, όταν μιλάει για κοινόν συμφέρον; Στο Δ 12 των
Πολιτικών τον (1282b 16-18) ο
Αριστοτέλης ταυτίζει το κοινόν συμφέρον με το δίκαιον, το οποίον
ταυτίζει με το πολιτικόν αγαθόν.
Είναι λοιπόν προφανές ότι σε καμιά περίπτωση «δεν επιτρέπεται να
υποβαθμίσει κανείς το κοινόν συμφέρον ταυτίζοντάς το με το
χρήσιμο και το ωφέλιμο, όπως κάνουν ο Θωμάς ο Ακινάτος στο
υπόμνημά του,
καθώς πρόσφατα και οι Gigon και
Rolfes/Bien
στις μεταφράσεις των Πολιτικών, διότι με τον τρόπο αυτό αποδίδει
κανείς σιωπηρά στα Πολιτικά χρησιμοθηρικές τάσεις, οι οποίες
στην πραγματικότητα είναι ξένες προς αυτά. Όταν μιλάει ο
Αριστοτέλης (Γ 6, 1279a 17) για κοινόν
συμφέρον ή
κοινῇ
συμφέρον, δεν εννοεί αυτό που εννοεί ο
Bentham ή ο Mill,
αλλά εννοεί, όπως φαίνεται και από το χωρίο Γ 9, 1280a
35 κεξ., την πολιτική κοινωνία της ενάρετης και αυτάρκους
ζωής. Ούτε πρόκειται στην περίπτωση του Αριστοτέλη για την
αντιπαράθεση του γενικού συμφέροντος έναντι του ατομικού, αλλά
για τη συμβολή των ενεργών πολιτών στην πραγμάτωση της έλλογης
συλλογικότητας. Και εδώ ακριβώς έγκειται η διαφορά των ορθών
πολιτειών, οι οποίες ενεργούν αποβλέποντας σε ό,τι συμβάλλει
θετικά στη ζωή της συμβιωτικής κοινότητας της πόλεως, από τις
παρεκβατικές πολιτείες, των οποίων οι ενεργοί πολίτες δεν
συμβάλλουν καθόλου στο κοινό αγαθό της πόλεως αλλά αποβλέπουν
αποκλειστικά στο ατομικό τους συμφέρον».
Το Αριστοτελικό σχήμα των έξι πολιτευμάτων, για το οποίο έγινε
ήδη λόγος, παρουσιάζει βεβαίως ορισμένες αδυναμίες από πλευράς
ορολογίας σχετικά με τις οποίες θα μπορούσε κανείς να
παρατηρήσει τα εξής:
Ένας
Ολίγοι Πολλοί
Βασιλεύς Αριστοκρατία Πολιτεία
Τύραννος Ολιγαρχία Δημοκρατία
Το σχήμα αυτό των πολιτευμάτων λαμβάνει συγχρόνως υπόψη, όπως
ήδη ελέχθη, αφενός τον αριθμό, την ποσότητα των φορέων της
εξουσίας και αφετέρου την τελολογική τους ποιότητα, η οποία
συνιστά και το ουσιαστικό και πολιτικό τους γνώρισμα.
Εδώ οι αριθμητικές - ποσοτικές έννοιες λειτουργούν ως έννοιες
γένους που στεγάζουν τις ποιοτικές διακρίσεις των πολιτευμάτων,
οι οποίες όμως δεν μπορούν να εκφράζονται ούτε με όρους
ουσιαστικά ποσοτικούς, όπως ακριβώς είναι οι όροι ολιγαρχία
(αρχή των ολίγων) και δημοκρατία (κράτος - εξουσία του δήμου,
δηλαδή των πολλών), διότι έτσι ουσιαστικά αίρεται η εννοιολογική
διάκριση του είδους από το γένος, ούτε με ουδέτερους όρους, όπως
είναι ο όρος πολιτεία, καθότι δηλώνει τόσο τα ορθά όσον και τα
μη ορθά πολιτεύματα. Γι’ αυτό ορθό θα ήταν η ολιγαρχία να
ονομάζεται πλουτοκρατία, η δημοκρατία ελευθεροκρατία και
η πολιτεία νομοκρατία.
Πάντως πολύ σημαντική, όσον αφορά την ταξινόμηση των
πολιτευμάτων, είναι η εισαγωγή από τον Αριστοτέλη της αρχής τον
κοινού συμφέροντος με την έννοια του κοινού αγαθού, ενώ και
αυτός ο ιδεαλιστής Πλάτων στήριζε τη διάκριση των πολιτευμάτων
στον αριθμό των αρχόντων,
ή στη χρήση ή μη χρήση βίας, καθώς και στην ύπαρξη η μη ύπαρξη
νόμων.
Βεβαίως στους νόμους, εξυπακούεται στους καλούς νόμους, ο
Αριστοτέλης αποδίδει τεράστια σημασία, αφού τους νόμους και όχι
τους άρχοντες θεωρεί ύψιστη ρυθμιστική αρχή της πολιτείας.
Βεβαίως ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί και άλλα δευτερεύοντα
κριτήρια κατάταξης και αξιολόγησης και εσωτερικής διάκρισης των
πολιτευμάτων. Π.χ. η ύπαρξη και ο σεβασμός των νόμων είναι το
κριτήριο διάκρισης της ορθής από την μη ορθή δημοκρατία.
Ένα άλλο κριτήριο εσωτερικής διάκρισης των πολιτευμάτων είναι
επίσης το επάγγελμα των πολιτών.
Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι οι βασικές αρχές του Αριστοτέλη
για τη διάκριση των πολιτευμάτων ισχύουν σ’ έναν βαθμό ακόμη και
σήμερα, αφού εκτός των άλλων το βασικό κριτήριο της διάκρισης
των πολιτευμάτων σε καλά και κακά είναι η Αριστοτελική αρχή περί
του κοινού συμφέροντος...
Πβ.
ΑΡΙΣΤ., Πολιτικά
1279a
17-19, και
R.
G.
MULGAN,
Aristotle’s
Political Theory. 61.