Οι αρχαίοι για το περιβάλλον
Θεοδόση Π. Τάσιου
ομότιμου καθηγητή του Εθνικού Μετσοβίου
Πολυτεχνείου.
1. Επειδή τις μέρες αυτές δίνεται η εντύπωση οτι η Ιστορία δέν μας δίδαξε
σπουδαία πράγματα (πώς αλλιώς να εξηγήσεις την «στασιασιολαγνεία» των
δημοσιολόγων-μας), είπα κι εγώ να αλλάξω αντικείμενο, και να αναφερθώ στην
ιστορία ενός προβληματισμού ευρύτερης σημασίας στον οποίον επίσης δέν
διακρινόμαστε για σπουδαία επιτεύγματα. Εννοώ τον περιβαλλοντικό προβληματισμό,
στον οποίο περιλαμβάνεται και η νεοελληνική σκουπιδοφιλία, η ένταση (αντί για
μείωση) εκπομπών ρύπων στον αέρα και στους ασωπούς μας, το ασίγαστο μίσος κατά
της αιολικής ενέργειας κλπ.
Ας ρωτήσουμε λοιπόν και τους αρχαίους Έλληνες τί σκέφτονταν για το Περιβάλλον.
Βεβαίως εκείνοι δεν είχαν βρεθεί μπροστά σε τέτοιας εκτάσεως αδιέξοδα όπως εμείς
σήμερα. Άρα, κακώς τους ζητάμε να αποφανθούν. Παρά ταύτα, για δύο λόγους
ελπίζομε οτι κάτι θα κερδίσομε αναστρεφόμενοι και πάλι τους αρχαίους: Πρώτον
διοτι ενδέχεται να έχουν απαντήσει σε ευρύτερα ερωτήματα, τα οποία υπόκεινται
και του σημερινού περιβαλλοντικού προβληματισμού (όπως λ.χ. «ποιά είναι η
στάση-μου απέναντι στη Φύση»). Και δεύτερον, διοτι καθόλου δεν αποκλείεται να
είχαν προκύψει και κατα την Αρχαιότητα μερικά, τοπικά έστω, περιβαλλοντικά
ζητήματα.
Έτσι, για σήμερα, ας περιορισθούμε στη διερεύνηση των πλατωνικών διαλόγων μόνον,
γύρω απ΄ το θέμα μας. (Αυτή η μικρή αναδίφηση είναι μέρος μιας διάλεξης στο
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, Γουλανδρή, στις 13 Ιανουαρίου).
2. Λοιπόν, στον «Γοργία» πρώτα βρίσκομε μια (γενική μέν, σχετικότατη δέ)
φιλοσοφική θέση: «Καί ουρανόν καί γήν καί θεούς και ανθρώπους η κοινωνία
συνέχει» (508 Α). Ετούτη λοιπόν η κοινωνία (η συμμετοχικότητα) προσφέρει στον
Κόσμο «συνοχήν»- σε άψυχα και σε έμψυχα. Κι είναι ετούτο το δίδαγμα θεμελιώδες
για τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο μείζον Περιβάλλον του. Ο Σωκράτης μάλιστα
είχε δώσει και μιαν άλλη περιγραφή αυτής της συνεκτικότητας: Είχε χρησιμοποιήσει
τον όρο «τάξις» εν αναφορά προς μικρότερα αρμοσμένα σύνολα μερών (Γοργίας, 503
Ε) των ανθρωπίνων τεχνών. Παρ΄ όλον δέ που δέν μας είπε με ποιούς μηχανισμούς
επιτυγχάνομε αυτήν την συν-αρμόνηση, υπαινισσόταν συνεχώς οτι απαιτούνται προς
τούτο δυνάμεις Κουλτούρας- δέν πρόκειται δηλαδή για μιαν αυτόματη δήθεν
τελεολογία.
Στον «Τίμαιο» τώρα, ο Σωκράτης αντιμετωπίζει το άλλο θεμελιώδες ζήτημα: την
σχέση-μας με τα ζώα- ζήτημα περιβαλλοντικό και υπαρξιακό. Για να καταλήξει οτι
δέν υπάρχει φυσιώδης διαφορά μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Και ναί μέν η άποψη αυτή
θα στηρίζεται στην θεωρία της μετενσάρκωσης- το πρακτικό συμπέρασμα όμως
ενδιαφέρει εν προκειμένω: «Τα ζώα εις άλληλα μεταβάλλονται, νού και ανοίας
αποβολής και κτήσει» (Τίμαιος, 92 Β). Ετσι λ.χ. «το των ορνέων φύλον
μετερρυθμίζετο εκ των ακάκων (κούφων δε) ΑΝΔΡΩΝ» (Τίμαιος, 91 Δ). Αλλά και το
αντίστροφον είναι δυνατόν: «... ως έκασται αι ψυχαί ηρούντο τους βίους, κατα
συνήθειαν γάρ του προτέρου βίου. Ιδείν δε και κύκνον μεταβάλλοντα εις ανθρωπίνου
βίου αίρεσιν» (Πολιτεία, 620 α). Και άλλωστε «δύο είναι ζώων γένη, το μέν
ανθρώπινον, έτερον δέ των άλλων συμπάντων θηρέων έν» (Πολιτικός, 263 c).
3. Τώρα, μάλιστα, αυτή η περιρρέουσα αδελφότητα των εμβίων όντων θα
επεκταθεί και προς τα Φυτά. Ακούστε τον Πλάτωνα στον «Τίμαιο»: «(θεοί) της γάρ
ανθρωπίνης ξυγγενή φύσεως φύσιν άλλαις ιδέαις και αισθήσεσι κεραννύντες, ώσθ΄
έτερον ζώον είναι, φυτεύουσιν (δένδρα και φυτά και σπέρματα)» (Τίμαιος, 77Α). Τα
φυτά είναι ενα άλλο είδος ζώων, το οποίο περιέχει μιαν ουσία συγγενή με την
ανθρώπινη φύση! Προσέξτε δε οτι γίνεται χρήση του όρου «αισθήσεις»- και τούτο
δέν είναι μακριά απ΄ την σημερινή αναγνώριση υποτυπωδώς πέντε αισθήσεων σε
ορισμένα είδη φυτών. Μια τέτοια έμμονη αντίληψη αδελφότητας των εμβίων (όλων!)
θα μπορούσε και σήμερα να είναι ίαμα χρήσιμο κατά της αρχοντοχωριάτικης
αλαζονείας του γένους μας... Αυτή η αντίληψη υπηρετεί την Αρχή της «συνοχής» του
Κόσμου, όπως την συναντήσαμε στην παρ. 2. Και δημιουργεί και μια παρόρμηση
συναισθηματική (ναι, μήν τη φοβόσαστε την αναγνώριση όλων των ανθρωπίνων
δυνάμεων) να νοιώθουμε προς τα ζώα και τα φυτά όπως ένοιωθαν οι πανέλληνες στην
δελφική Αμφικτυονία «το συγγενές φυλάττοντες». Ολοι καβάλα σ΄ ένα γαρμπιλάκι του
σύμπαντος είμαστε. Είναι δε κι αυτή αίσθηση της κοσμικής κλίμακας ωφέλιμη αν
θυμηθούμε και τον Ηράκλειτο (απόσπ. Δ.Κ. 89) «τοις εγρηγόρσιν, ένα και ΚΟΙΝΟΝ
κόσμον είναι· των δέ κοιμωμένων έκαστον εις ίδιον αποστρέφεσθαι». Αυτό το
τελευταίο αφορά την idiot συμπεριφορά κάμποσων κοιμισμένων...
4. Τέλος, άς έρθομε στις γνωστές ανησυχίες του Πλάτωνος για την αποψίλωση
της Αττικής και τις διαβρωτικές του εδάφους συνέπειές της. Πρώτα λοιπόν αναπολεί
ο Πλάτων τους παλιούς καλούς καιρούς: «Τότε δε ακέραιος ούσα (η γή) τά τε όρη
γηλόφους υψηλούς είχε, και πολλήν εν τοις όρεσιν ύλην είχεν» (Κριτίας, 11C).
Υστερα απ΄ την πολλή υλοτόμηση άρχισαν τα νερά να φεύγουν προς τη θάλασσα λόγω
της διάβρωσης των εδαφών: «(τότε) το κατ΄ ενιαυτόν ύδωρ εκαρπούτο εκ Διός- ούχ
ως νύν ρέον απο ψιλής της γής εις θάλατταν, αλλα πολλήν έχουσα και εις αυτήν
καταδεχομένη». Περιγράφει μάλιστα και το φαινόμενο της αποταμίευσης των υδάτων
μέσα στα υπόγεια έγκοιλα («διαταμιευομένη το καταποθέν εκ των υψηλών ύδωρ εις τα
κοίλα αφιείσα» κλπ.) (Κριτίας, 111 Δ). Νά λοιπόν που καί στην Αρχαιότητα είχαν
προκύψει, σε τοπική έστω κλίμακα, περιβαλλοντικές βλάβες- οι οποίες όμως είχαν
συνειδητοποιηθεί.
Ο αμητός αυτής της σύντομης αναδίφησης στα περιβαλλοντικά των πλατωνικών
διαλόγων μπορεί τώρα να συνοψισθεί: α) Υποδεικνύεται μια λειτουργική
προτεραιότητα του Ολου εν σχέσει με το Μέρος (συνοχή, τάξις, φιλότης). β) Δεν
υπάρχει διαφορά ουσίας ανάμεσα στις τρείς κατηγορίες των εμβίων όντων (άνθρωποι,
ζώα, φυτά). Και γ) αναγνωρίζονται φυσικοί μηχανισμοί έκπτωσης του περιβάλλοντος
σε τοπικά συστήματα.
Είδες ο Πλάτων;
«ΤΟ ΒΗΜΑ»,
11 – 01 - 2009