Ο ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Αθηναϊκή τραγωδία και πολιτική
Pierre
Vidal-Naquet
Οι
Έλληνες επινόησαν την πολιτική. Μπορούμε να το ισχυριστούμε
άφοβα, στο μέτρο που η πολιτική ενέχει όχι μόνο το διάλογο -και
άλλες κοινωνίες τον χρησιμοποίησαν- αλλά και την ψηφοφορία,
τον γραπτό κοινό νόμο, την επίλυση των ανταγωνισμών με φραστικές
αντιπαραθέσεις και την ψήφιση των αποφάσεων στις οποίες μπορεί
να δοθεί μια γραπτή δημόσια μορφή. Αν και επικαλούνται τους
θεούς στην αρχή των παλαιότερων διαταγμάτων, είναι ωστόσο οι
άνθρωποι εκείνοι που αποφασίζουν, συναθροισμένοι σε Βουλή ή σε
συμβούλιο.
Από τους Έλληνες οι Αθηναίοι εφηύραν την τραγωδία, αυτό το
«ολικό κοινωνικό γεγονός», όπως θα έλεγε ο Μαρσέλ Μως, συνάμα
αισθητικό, λογοτεχνικό και θρησκευτικό. Θα πρέπει να
προσθέσουμε: και πολιτικό; Όλα εξαρτώνται από τον τρόπο που
χρησιμοποιούμε τη λέξη αυτή. Εάν πρόκειται να πούμε πως το
τραγικό θέαμα, όπως άλλωστε το κωμικό θέαμα ή εκείνο που
συμβόλιζε αυτό το υβριδικό είδος: το σατυρικό δράμα, είναι
πράγματα δημόσια, περιοριζόμαστε σε μια ολοφάνερη διαπίστωση.
Ακόμη κι αν η Γαλλική Κωμωδία ή ο Βασιλικός Σαιξπηρικός Θίασος
είναι δημόσιοι οργανισμοί της Γαλλικής Δημοκρατίας ή του
Ηνωμένου Βασιλείου, τα θεάματα τους δεν απευθύνονται στο σύνολο
του λαού, έστω κι αν λαμβάνουν κρατική επιχορήγηση. Τα θέατρά
μας, παρόλο που υπήρξαν «ολυμπιακά», όπως εκείνο της Βενετίας,
δεν φτιάχτηκαν για τα πλήθη.
Ένα άλλο ζήτημα είναι αυτό το οποίο συνίσταται στο να θέτει το
ερώτημα εάν μια τραγική παράσταση μπορεί να αποτελεί ένα
πολιτικό γεγονός. Αναμφίβολα έτσι συνέβη το 492, όταν ο
Φρύνιχος, πρόδρομος του Αισχύλου, παρουσίασε το
Μιλήτου ἅλωσις,
δύο χρόνια μετά την πτώση της πόλης στα χέρια του Δαρείου-
ο λαός-θεατής, σύμφωνα με τη διήγηση του Ηροδότου (VI, 21),
ξέσπασε σε δάκρυα στη θύμηση αυτής της κακοτυχίας, όμως ο
λαός-νομοθέτης «επέβαλε στον ποιητή πρόστιμο χιλίων δραχμών
γιατί τους θύμισε
οἰκήια κακά
και απαγόρευσε οποιαδήποτε παρουσίαση αυτού του δράματος στο
μέλλον».
Στην περίπτωση εκείνη εκφράστηκε έντονα η αρχή της
αποστασιοποίησης, τουλάχιστον όταν επρόκειτο για μια συμφορά.
Δεν συνέβη το ίδιο το 472, όταν ο Αισχύλος ανέβασε τους Πέρσες,
όπου θιγόταν όχι η ήττα αλλά ο θρίαμβος της Αθήνας. Θα πρέπει
επίσης να σημειωθεί πως αυτή η τελευταία τραγωδία είναι η
μοναδική στο σύνολο των έργων που μας διασώθηκαν η οποία
αναφέρεται σ’ ένα σύγχρονο γεγονός. Οπουδήποτε αλλού ο κόσμος
είναι ο κόσμος του έπους, των ομηρικών ποιημάτων ασφαλώς, αλλά
επίσης και χαμένων επών, του τρωικού κύκλου ή του θηβαϊκού
κύκλου.
Ένα άλλο παράδειγμα, να πω την αλήθεια περισσότερο αμφίβολο,
για τον καθαρά πολιτικό ρόλο μιας τραγικής παράστασης που
μαρτυρείται στην
Α' Ὑπόθεσιν
της
Ἀντιγόνης,
αναφέρθηκε από τον Αριστοφάνη τον Βυζάντιο, που επαναλαμβάνει
μια «φημολογία» σύμφωνα με την οποία την εκλογή του στη θέση
του στρατηγού το 441 θα πρέπει να τη χρωστά ο Σοφοκλής στη δόξα
που του απέφερε η παράσταση της Αντιγόνης. Αυτό είναι αμφίβολο,
γιατί ο Σοφοκλής, δύο χρόνια πριν από την εκλογή αυτή, ανήκε στο
σώμα των «ἑλληνοταμιῶν»,
των «ταμιών που διορίστηκαν να διαχειρίζονται το ταμείο το
οποίο συντηρείτο με τις εισφορές των συμμάχων».1 Το
πολύ πολύ μπορούμε να μιλήσουμε για μια ώθηση σε μια σαφώς
προκαθορισμένη πορεία...(Λήψη
ολόκληρου του αρχείου)