www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

 

Ο Έρωτας στην Αρχαία Ελλάδα

 

Claude Calame,

Καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Λωζάνης

 

Γλυκόπικρος Έρως, Έρως πού είναι αδύνατο να τού ξεφύγει κανείς, έρως κυρίαρχος πού γεννήθηκε από το Χάος, από κτίσεως κόσμου, Έρως δημιουργός των Ορφικών πού ξεπηδά χωρίς γενεαλογία μέσα από το πρωταρχικό αυγό, Έρως ο φτερωτός πάρεδρος της Αφροδίτης, η πολλαπλότητα και η ποικιλία μορφών με την όποία εμφανίζεται αυτός πού για  τούς Έλληνες ενσαρκώνει τη  δύναμη τού έρωτα είναι δηλωτικές της εξέχουσας θέσης του μέσα σε έναν πολιτισμό και ένα σύστημα σκέψης βαθιά σημαδεμένα από την ερωτική έλξη. Άλλά ο έρωτας δεν είναι μονάχα μία ιδέα με κεντρική λειτουργία , μέσα στο σύστημα με το όποίο αναπαριστά η ελληνική κοινωνία τις καταβολές της και τη  δραστηριότητα της. τον βλέπουμε στην πράξη, μέσα από τις περιγραφές πού μάς δίνουν οι ίδιοι οι Έλληνες για  τη  σεξουαλική τους ζωή. Έτσι ο Έρως γίνεται ένα από τα κύρια στηρίγματα τού πλέγματος των κοινωνικών σχέσεων πού εδραιώνουν αυτά τα σεξουαλικά ήθη μέσα στην πολυμορφία τους.

Ακόμα και αν οι πηγές μας αποτελούνται ως επί το πλείστον από φιλολογικά κείμενα πού συνεπάγονται μία ιδιαίτερη τοποθέτηση μέσα από μία κοινωνική πραγματικότητα πού θα θέλαμε να εννοήσουμε, αρκούν για  να διαγράφει αδρά το περίγραμμα μιας κοινωνιολογίας των σεξουαλικών και ερωτικών σχέσεων των Ελλήνων. στο σημείο αυτό θα πρέπει να θυμίσουμε την άποψη τού Μ. Γκοντελιέ (Godelίer) πού, στην ανάλυση των δομών της εξουσίας μίας φυλής της Νέας Γουινέας, αποδεικνύει ότι η σεξουαλικότητα αποτελεί μία μορφή θεώρησης των κοινωνικών σχέσεων και ταυτόχρονα συνιστά έναν τρόπο πραγμάτωσής τους!

 

 

Από την εφηβεία στην ωριμότητα

 

Για να σκιαγραφήσουμε μία σύντομη Ιστορία τού έρωτα στην αρχαία Ελλάδα, ο πιο απλός τρόπος είναι σίγουρα να ακολουθήσουμε το νήμα της Αριάδνης πού μάς προσφέρουν οι διάφορες φάσεις της σεξουαλικής εξέλιξης, από την εφηβεία ως την ωριμότητα τού ενηλίκου, εξετάζοντας συγχρόνως και τούς θεσμούς πού τις καταξιώνουν.

 

 

 

 

1.  Εφηβικοί θεσμοί

 

Στην Ελλάδα συμβαίνει σαν αύτή η ίδια η γλώσσα να είχε προσδιορίσει τη  σχετική μη διαφοροποίηση των σεξουαλικών χαρακτηριστικών πού καθορίζουν, σύμφωνα με τη  γνώμη των σύγχρονων φυσιολόγων και ψυχολόγων, την περίοδο της παιδικής ηλικίας. Ένας μοναδικός όρος παις υποδηλώνει τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια – το γένος καθορίζεται από το όρθρο – όμως με την εφηβεία όλα αλλάζουν. Ακόμη κι αν χρησιμοποιείται ο όρος παις για τούς έφήβους , τα νέα κορίτσια και αγόρια αποτελούν από γλωσσολογική και κοινωνική σκοπιά ξεχωριστές ομάδες : Παρθένοι και κόραι από τη  μία μεριά, κούροι, εήβεοι, μειράκια, νεανίσκοι ή έφηβοι από την άλλη. ο τελευταίος αυτός όρος υποδηλώνει σαφώς τόσο την εφηβεία μεταξύ δεκαέξι και δεκαοκτώ ετών, όσο και ένα από τα φυσικά χαρακτηριστικά της, τη  μεταβολή τού εφηβαίου.

Ή γλώσσα όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο πιστός καθρέφτης μίας κοινωνικής δομής. Πραγματικά, τόσο στην αρχαϊκή Σπάρτη όσο και στην ελληνιστική πόλη τα αρσενικά παιδιά χωρίζονται από την οικογένεια τους από τα επτά τους χρόνια. Είτε πρόκειται για  τη  σπαρτιατική αγωγή είτε για  την ιδιωτική αγωγή της κλασικής Αθήνας ή για  τις ελληνιστικές σχολές, οι δύο βασικοί πόλοι της αγωγής των Ελλήνων παραμένουν αναλλοίωτοι: Γυμναστική παιδεία, πού εννοείται ως η ανάπτυξη των φυσικών και πνευματικών αρετών και μουσική παιδεία πού σημαίνει γενικά μύηση στις τέχνες των Μουσών. Έτσι ο νεαρός Έλληνας περνούσε το μεγαλύτερο μέρος τού καιρού του στο γυμνάσιο και ειδικότερα στην παλαίστρα. Σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο έχουμε τις πρώτες μαρτυρίες της ανάπτυξης της σεξουαλικής του ζωής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αρχαϊκά γκράφιτι της Σαντορίνης, χαραγμένα στο βράχο, κοντά στο στάδιο, πού συχνά επικαλούνται ως μάρτυρα τον Απόλλωνα. Δε μένει καμιά αμφιβολία για  τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις πού διατηρούν οι άφιερωτές με τα πρόσωπα στα όποία απευθύνεται η αφιέρωση και πού αναπτύσσονται στα πλαίσια της γυμνικής παιδείας. την ίδια ατμόσφαιρα και ανάλογο περιεχόμενο με αυτό των γκράφιτι μαρτυρούν και αναφορές τού Αριστοφάνη για τη  συνάντηση των νέων και τη  γοητεία πού ασκεί η παλαίστρα στην κλασική Αθήνα. οι αναρίθμητες ανθρώπινες παραστάσεις (αγγείων) πού συγκέντρωσε πρόσφατα ο Ντόβερ (K.J. Oover), τοποθετούν τις εκφράσεις αυτής της δύναμης τού έρωτα των έφήβων στα πλαίσια των γυμνικών ασκήσεων άλλά προπαντός, μας πληροφορούν για  την ηλικία των συντρόφων των πρώτων αυτών ερωτικών σχέσεων. Συνήθως παριστάνουν έναν άνδρα πού από τα γένια του καταλαβαίνουμε ότι είναι ώριμος, δίπλα σε έναν έφηβο τού όποίου το σώμα και το πρόσωπο φανερώνουν το πρώτα σημάδια της εφηβείας. Όταν η παράσταση συνοδεύεται από επιγραφή, ο νεαρός συχνά χαρακτηρίζεται ως παις. Ή ομοφυλοφιλική σχέση υπάρχει λοιπόν ανάμεσα σε έναν ώριμο άνδρα και έναν έφηβο – ίσως να έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε εδώ τον όρο παιδεραστία. Πρόκειται για  σχέση ασύμμετρη, ο μεγαλύτερος των συντρόφων έχει τη  θέση τού εραστή και ο νεότερος αύτή τού ερωμένου. Πρόκειται λοιπόν για  σχέση ερωτικής έλξης μέσα οπό την όποία ο ώριμος άνδρας , γοητευμένος από τη  φυσική ομορφιά τού έφηβου, όπως μάς δείχνουν τα γκράφιτι και οι επιγραφές των αγγείων πού συχνά αναφέρουν το κάλλος τού ερωμένου, εκφράζει τον ερωτά του για  τον παίδα. Αν και ασύμμετρη, η ομοφυλοφιλική σχέση πού γεννιέται στα γυμνικά πλαίσια δεν είναι μονόπλευρη: Μία αττική επιγραφή μοιάζει να δείχνει την αφοσίωση τού ερωμένου για  τον εραστή του και πάνω από όλα την αιτία της αφοσίωσης αυτής: την ανδρεία. ο έφηβος αγαπιέται για  την ομορφιά του, αντίστοιχα, ο ερωμένος αγαπά τον εραστή του γιατί έχει την κατ’ εξοχήν ανδρική αρετή, την ανδρεία. Άλλά υπάρχει και κάτι παραπάνω: ο Πλάτων, στο Συμπόσιο, δείχνει τον Αλκιβιάδη πού προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή τού Σωκράτη για  να επωφεληθεί της διδασκαλίας του. Είναι ο ίδιος ο νεαρός Αθηναίος πού καταφεύγει σ’ αύτή του τη  νεανική ομορφιά για  να θέλξει αυτόν πού θέλει να κάνει εραστή του. Πρώτα στο γυμνάσιο και κατόπιν στο συμπόσια συνάπτονται, στην Ελλάδα, οι σχέσεις ανάμεσα σε εραστές και ερωμένους. Μέσα από την ερωτική επομένως σχέση, γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθεί δεσμός δασκάλου προς μαθητή. ο έρωτας τού εραστή προς τον ερωμένο συνοδεύεται από το πρότυπο συμπεριφοράς και γνώσης πού ο πρώτος προσφέρει στον δεύτερο. Θα έπρεπε βέβαια να πολλαπλασιάσουμε τα παραδείγματα πού μας προσφέρει ο Πλάτων και να ξαναδιαβάσουμε, ιδιαίτερα, όλο το Συμπόσιο: ο έρωτας για  το νεαρό σώμα γίνεται γνώση της ομορφιάς και μέσω αυτής φτάνει κανείς Στη γνώση τού Ωραίου.

Δεν πρόκειται όμως για  αμιγές παιχνίδι διανοούμενων. Όχι μόνο ένας βωμός με άγαλμα τού Έρωτα βρισκόταν μπροστά στην είσοδο της Ακαδημίας αλλά η αριστοκρατική αγωγή και κατόπιν η κλασική γενικότερα, εκφράζονται μέσα από τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις ανάμεσα σε ώριμους άνδρες και έφήβους . Ας μην ξεχνάμε τα αναρίθμητα διδάγματα πού απευθύνει ο Θέογνις στο νεαρό φίλο του Κύρνο, ανάμεσα στις ερωτικές του εξομολογήσεις. Ακόμα θα πρέπει να αναφέρουμε το σπαρτιατικό εκπαιδευτικό σύστημα πού ο Πλούταρχος αποδίδει Στη λυκούργεια νομοθεσία. Μέσα σ’ αυτήν την πραγματική θεσμοποίηση τού ομόφυλου έρωτα, ο εραστής εμφανίζεται τόσο σα δάσκαλος τού ερωμένου του όσο και σαν εγγυητής των ηθικών αρετών και των γνώσεων πού πρέπει να αποκτήσει ο ερωμένος μέσα από τη  σχέση τους. ο έρωτας ενός ενήλικου για  ένα αγόρι είναι ο έρωτος της γνώσης και της αρετής.

Ό ενήλικος θα κάνει τα πάντα ώστε ο αγαπημένος του να αποκτήσει τις αρετές αυτές. από τη  μεριά του, ο νέος θα βοηθήσει τον εραστή του στην πραγματοποίηση της ύποχρέωσής του. στο πλαίσιο αυτό η ερωτική σχέση γίνεται αισθητή σαν μία αλλαγή: Ή δύναμη τού έρωτα πού πηγάζει από τον ερωμένο πλήττει τον εραστή δίνοντάς του ηθική ορμή. Δεχόμενος από τον αγαπημένο του την ερωτική παρότρυνση, ο εραστής πραγματώνει τον έρωτά του μέσα από τη  μετάδοση των αρετών πού ο ίδιος αποπνέει και πού ο ερωμένος φιλοδοξεί να αποκτήσει. με τον τρόπο αυτό συνδέονται η ομοφυλοφιλική και η παιδευτική σχέση. τα ποιήματα της Σαπφούς Στη Λέσβο ή τού Αλκμάνος, πού απευθύνονταν στους χορούς των νέων κοριτσιών της Σπάρτης, δείχνουν ότι, στην εφηβική ηλικία τους, τα κορίτσια γνώριζαν ­ τουλάχιστον στην αρχαϊκή εποχή – τις ίδιες παιδευτικές σχέσεις μέσα από ομοφυλοφιλικούς δεσμούς είτε με μία νεαρή κοπέλα είτε με μία ωριμότερη γυναίκα. το πλαίσιο της εκπαίδευσης αυτής πού δημιουργείται μέσα και από τις ερωτικές σχέσεις δεν έχει καμιά αντιστοιχία με το δημόσιο χαρακτήρα τού γυμνασίου. Ή εκπαίδευση αύτή πραγματοποιείται μέσα στις χορικές ομάδες πού σχημάτιζαν τα νέα κορίτσια, χορεύοντας και τραγουδώντας σε διάφορες θρησκευτικές γιορτές, σχετικές με τη  μύηση.

Αν δίνεται μεγαλύτερη έμφαση, όσον αφορά τα κορίτσια στην εφηβική τους ηλικία, Στη φυσική αρμονία παρά στην ηθική τελειότητα, αυτό συμβαίνει διότι η ομορφιά ενσαρκώνει για  τη  γυναίκα τη  δύναμη να ξυπνά τον έρωτα και να καλεί τον άντρα στη σεξουαλική επαφή όταν πια η γυναίκα ολοκληρώσει την εκπαίδευσή της. Ή δύναμη τού έρωτα επεμβαίνει όχι μόνο Στη νόμιμη και ετερόφυλη σχέση πού επισφραγίζει ο γάμος, άλλά και Στη δυνατότητα της ολοκληρωμένης γυναίκας να δίνει τη  ζωή σε μέλλοντες πολίτες. Κατά τρόπο παράδοξο, η γυναικεία εκπαίδευση απέναντι στην ομορφιά μέσω της ομοφυλοφιλικής σχέσης, έχει για  στόχο την προετοιμασία για το γάμο και για  μία από τις κυριότερες για  τούς Έλληνες λειτουργίες του, τη  γέννηση παιδιών. με την εκπαιδευτική της λειτουργία, η εφηβική ομοφυλοφιλία εισάγει στην ώριμη ετεροφυλοφιλία, και όπως απέδειξε ένας ερευνητής της εθνοψυχιατρικής, οι Έλληνες ανέπτυξαν και χρησιμοποίησαν στον πολιτιστικό χώρο, ένα χαρακτηριστικό της διφορούμενης εφηβικής σεξουαλικότητας. ο περίφημος «ελληνικός έρως» πρέπει να εννοηθεί ως προπαιδευτικός τόσο της εξέλιξης τού ερωτικού συναισθήματος στις  φυσιολογικές σχέσεις πού συνιστούσε ο γάμος, όσο και στην άσκηση των αρετών του ώριμου άνθρώπου, δηλαδή τού καλού κάγαθού γιατί η φυσική ομορφιά και η πνευματική τελειότητα ήταν αδιαχώριστες. Ή ερωτική μύηση μέσα από ομοφυλοφιλικές σχέσεις, ανάμεσα σε άτομα της ώριμης ηλικίας και σε έφηβους πλέκει μία σειρά σχέσεων πού θεσμοποιούνται στα πλαίσια τού γυμνασίου ή της χορωδιακής ομάδας και έχουν για σκοπό τη  διάπλαση μελλοντικών πολιτών και την αναπαραγωγή της πόλης.

 

 

2. Ο γάμος

 

Ή ώριμη ηλικία χαρακτηρίζεται για  τον άνδρα της αρχαίας Ελλάδας από την ιδιότητα τού πολίτη και την ένταξή του στο στρατό. Για τη  γυναίκα η ωριμότητα εξαρτάται από την «τελετή περάσματος» πού είναι ο γάμος . Πολλά κείμενα υπάρχουν πού μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε μία εικόνα τού πώς γινόταν μία τελετή γάμου την κλασική εποχή και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Ή ιεροτελεστία τού γάμου μας δείχνει την πραγματική μετατροπή σε κοινωνικές σχέσεις, πού υφίστανται, με την ευκαιρία αύτή, οι ερωτικές σχέσεις. την προηγούμενη τού γάμου οι μνηστευμένοι συναντιόντουσαν για  την τελετή τού λουτρού, λουτρό πού το νερό του έφερναν από ένα ποτάμι ή μία Ιερή πηγή. ο εξαγνισμός τού λουτρού συνοδευόταν από άσματα τού υμέναιου (νυφιάτικα τραγούδια) πού υπογράμμιζαν κάθε στάδιο της τελετής τού γάμου. Σύμφωνα με τα όσα μας λένε οι αρχαίοι, αύτή η συνήθεια σκοπό είχε την εξιλέωση προκειμένου να γεννηθούν όμορφα παιδιά, αυτός είναι, για τούς ‘Έλληνες, ένας από τούς σκοπούς της τελετουργίας τού γάμου και της κατάληξής του. στο σημείο αυτό επεμβαίνει και αρθρώνεται η προβληματική τού ρόλου τού έρωτα Στη νόμιμη ένωση, παράλληλα με τον εξαγνισμό των νεόνυμφων, από το νερό, ο πατέρας της μνηστής προσφέρει, την ίδια μέρα, θυσία στους θεούς Δία και Ήρα Τελείους, την Άρτεμη, την Αφροδίτη και την Ήρα Πειθώ. αυτό το σύμπλεγμα των θεών συμβολίζει, με τον καλύτερο τρόπο, μέσα από το πεδίο δικαιοδοσίας τού καθένα τους, τις δυνάμεις πού επεμβαίνουν, σύμφωνα με τις δοξασίες των Ελλήνων, στο γάμο, η Άρτεμις συμβολίζει, φανερά, την εφηβεία πού εγκαταλείπουν οι μνηστευμένοι. ο Δίας και η Ήρα Τέλειοι ενσαρκώνουν συγχρόνως, την ωριμότητα των νεόνυμφων και την νόμιμη πλευρά της ένωσής τους μέσω τού γάμου, η Αφροδίτη επεμβαίνει όχι μόνο ως προστάτης της σεξουαλικότητας άλλά και σαν δύναμη της γονιμοποίησης – πού τη χαρακτηρίζει – ενώ η Πειθώ δείχνει, με την παρουσία της, πώς ο γάμος δεν είναι μονάχα μία απλή ένωση δύο ανθρώπων αλλά ότι οι σχέσεις ανάμεσα στους μνηστευμένους πλέκονται κάτω από το άστρο τού θέλγητρου. Ή μνηστή βρίσκεται στο κέντρο της τελετής τού γάμου γιατί αύτή, περισσότερο από το μνηστήρα της, ζει ένα πέρασμα, μία αλλαγή κατάστασης.

Πρώτο βήμα αυτής της διαδρομής πού είναι συνδεδεμένο με την κατάσταση πού εγκαταλείπει η κοπέλα: το πατρικό της σπίτι όπου οργανώνεται ένα συμπόσιο. Μέσα από μια σειρά θρησκευτικών τελετών, αυτό το γεύμα τού γάμου υπογράμμιζε, στην Αθήνα τουλάχιστον, η παρουσία ενός αρσενικού παιδιού πού είχε ακόμα και τούς δύο του γονείς (παις αμφιθαλής) πού περνώντας ανάμεσα στους καλεσμένους κρατώντας ένα τελετουργικό σκεύος (λίκνον) με ψωμί έλεγε τα παρακάτω λόγια: «ξέφυγαν τη  δυστυχία, βρήκαν κάτι καλύτερο» (έφυγαν κακόν, εύρον αμεινον). Αύτή η ρήση σίγουρα αναφέρεται στο πέρασμα πού οι μνηστευμένοι ζουν τη  στιγμή αύτή, οι μνηστευμένοι πού αφήνουν την παλιά τους ζωή, τη  δεμένη με την παιδική ηλικία και την εφηβεία, για  να περάσουν σε μία νέα κατάσταση, αυτή πού συνδέεται με τη  ζωή της ώριμης ηλικίας. Δίκιο έχει ο Ζηνόβιος πού σ’ αυτή την τελετή βλέπει ένα δεύτερο συμβολικό επίπεδο πού ορίζει το σημαντικό περιεχόμενο αυτού τού χωρίου: Μέσα από αυτή την τελετουργική συνήθεια οι μνηστευμένοι εκφράζον την άρνησή τους στον άγριο τρόπο ζωής πού χαρακτηρίζει την παλιά τους (προηγούμενη) ζωή, προς όφελος της πολιτισμένης τροφής (ημερον) τού ήμερου τρόπου, πού διακρίνει τη  νέα τους κατάσταση. Ή αντίθεση αγριότητα / πολιτισμός είναι πράγματι ένας από τούς κύριους άξενες της σημαντικής πάνω στον οποίο αρθρώνεται η απεικόνιση τού περάσματος από την εφηβεία στην ωριμότητα. Μέσα από αυτή τη  σκοπιά το ψωμί πού φέρει το παιδί, προϊόν καλλιέργειας δημητριακών, αποτελεί το σύμβολο των άξιών τού πολιτισμού – πού είναι δεμένες με την κατάσταση της παντρεμένης γυναίκας, δηλαδή με αύτή της παραγωγού ζωής και της δεμένης με το σπίτι. με τις πολιτιστικές του συνειρμικές παραστάσεις έρχεται σε αντίθεση με τα φύλλα ακάνθου και τούς καρπούς της δρυός με τα οποία είναι πλεγμένο το στεφάνι πού φορά το παιδί και πού συμβολίζουν τη  διατροφή πού προηγήθηκε της εισαγωγής της καλλιέργειας. το πέρασμα πού συμβολίζεται από τα στοιχεία πού περιγράψαμε πιο πάνω, πραγματοποιείται, με την στενή έννοια τού όρου, από την πομπή πού μετά το γεύμα τού γάμου, οδηγεί τη  μνηστή από το σπίτι τού πατέρα της στο σπίτι τού συζύγου της. Ήδη ο Όμηρος και ο Ησίοδος μάς δίνουν ζωντανές περιγραφές των χορών και των νυφιάτικων τραγουδιών πού συνόδευαν ετούτη την πομπή: ο χορός πού τα εκτελεί, συχνά αποτελείται από νεαρές συντρόφους της συζύγου. από τη  μεριά της μνηστής πού κάθεται σε μία αμαξά πού σέρνουν, κατά προτίμηση βόδια, το μέρος αυτής της τελετής υπογραμμίζεται από συνήθειες πού δείχνουν μία σειρά σημαντικών αλλαγών. Ή μέλλουσα σύζυγος, πού στο νυφιάτικο δείπνο βοηθιέται από τη  νυμφεύτρια, μία φίλη της, τώρα κάθεται δίπλα σε έναν συγγενή ή φίλο τού συζύγου της. Θα εννοήσουμε καλύτερα τις αξίες πού περιβάλλουν την ιδιότητα τού παρόχου αν προσθέσουμε ότι στο γάμο πού σφραγίζει τούς «Όρνιθες» τού Αριστοφάνη, ο Έρως είναι αυτός πού κρατά τη  θέση ετούτη στον παραδειγματικό γάμο τού Δία και της Ήρας: Παράνυμφος και πάνω απ’ όλα εγγυητής της δύναμης τού έρωτα με την παρουσία του δίπλα Στη νύφη, τη  στιγμή πού αύτή εγκαταλείπει το πατρικό της σπίτι και τις φιλενάδες της. με τη  βοήθεια τού έρωτα πραγματοποιείται το νομικό πέρασμα από την οικογένεια της μνηστής σ’ αυτήν τού συζύγου. Ωραίο παράδειγμα περάσματος σε επίπεδο χωρικό, παράδειγμα τού αξιώματος τού «ανδρικού χώρου» πού στην Ελλάδα όπως και αλλού, κυριαρχεί στη συζυγική σχέση, στην παρουσία τού έρωτα και στην αλλαγή οικογενειακού δικαίου προστίθεται, μέσα στην πομπή πού αποτελεί τη  νυμφαγωγία, ένας νέος συμβολισμός τού περάσματος στον πολιτισμένο τρόπο ζωής της καλλιέργειας δημητριακών και των πολιτιστικών άξιών πού υποδηλώνει . Πραγματικά, η σχάρα για  κριθάρι πού φέρει η νεαρή μνηστή Στη διάρκεια αυτής της πομπής παραπέμπει τόσο Στη μελλοντική της ασχολία με το μαγείρεμα, όσο και στο χώρο των δημητριακών πού στην Ελλάδα αντιστοιχεί σ’ αυτόν της παντρεμένης γυναίκας.

Ή υποδοχή των νεόνυμφων στην εστία τους με «καταχύσματα», ξερά σύκα και γλυκίσματα, σημαίνει, σύμφωνα με ένα έθιμο υποδοχής κοινό στην κλασική Ελλάδα, την ένταξη της γυναίκας στο νέο της περιβάλλον, το καλωσόρισμα στο σπίτι ακολουθεί η είσοδος στο νυφιάτικο δωμάτιο και η ίδια η τελείωση τού γάμου τελετουργοποιείται . Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι το δωμάτιο φύλαγε θυρωρός, φίλος τού συζύγου, ούτε και τα τραγούδια τού γάμου πού εκτελούσαν φιλενάδες της νύφης, ούτε το γεγονός ότι η ένωση τού άνδρα και της γυναίκας δε μπορούσε να πραγματοποιηθεί αν η νέα σύζυγος δεν έτρωγε ένα κυδώνι. Αύτή η συνήθεια, πού πιθανώς επικυρώθηκε από ένα νόμο τού Σόλωνα, μας παραπέμπει για  άλλη μία φορά, στο χώρο τού έρωτα, μιας και το φρούτο αυτό από παράδοση αφιερώνεται στην Αφροδίτη και είναι φορέας της δύναμης τού έρωτα. Τέλος, το πρωί πού ακολουθούσε τη  νύχτα τού γάμου, έξω από το νυφιάτικο δωμάτιο, τραγουδούσαν τραγούδια πού σκοπό είχαν να ξυπνήσουν το ζευγάρι . τα τραγούδια αυτά προς τιμή τού Υμεναίου, πού υπογράμμιζαν την κάθε φάση της τελετής τού γάμου, είναι πολύ σημαντικά από τη  σκοπιά τού έρωτα. ο Υμέναιος θεωρείται γιος μίας Μούσας και τού Απόλλωνα ή τού Διόνυσου και της Αφροδίτης. Οι δύο αυτές παραδόσεις ως προς την καταγωγή τού ήρωα τον τοποθετούν στα σημεία τομής τού κόσμου της εφηβείας με αυτόν της σεξουαλικής ωριμότητας. Σύμφωνα με άλλες εκδοχές τού μύθου, ο Υμέναιος εξαφανίζεται τη  μέρα τού γάμου του ή ακόμα πεθαίνει ή χάνει τη  φωνή του στο γάμο τού Διονύσου με την Αριάδνη. Παράλληλα με αυτές τις παραδόσεις, άλλες εκδοχές τού μύθου θεωρούν τον Υμέναιο , Αθηναίο ή Άργείο ήρωα πού ελευθέρωσε νεαρές Αθηναίες πού είχαν επαχθεί από Πελασγούς πειρατές – αφού τις έφερε στην Αθήνα, παντρεύτηκαν σύμφωνα με το έθιμο. ο ήρωας λοιπόν πού υμνείται στα χορικά άσματα πού υπογραμμίζουν την τελετή τού γάμου εμφανίζεται είτε σαν ένα πρόσωπο πού ακινητοποιεί ο θάνατος τη  στιγμή ακριβώς τού περάσματος, της αλλαγής ζωής, αυτών πού τον γιορτάζουν είτε σαν μεσάζων πού επιτρέπει τη  νόμιμη τέλεση αυτού πού η βίαιη διαδικασία της απαγωγής σκοπό είχε να πραγματοποιήσει παράνομα και πρόωρα. ο Υμέναιος επιτρέπει στις νέες κοπέλες να περάσουν από μία κατάσταση όπου ή σεξουαλικότητα δε μπορεί να εκφρασθεί παρά φευγαλέα και κρυφά σε μία θέση πού δίνει στην εξουσία τού έρωτα, μία νόμιμη θέση στο κέντρο ενός θεσμού πού δεσπόζει στις ιδιωτικές κοινωνικές σχέσεις τού ώριμου ανθρώπου.

 

 

3. Έκτός γάμου

 

Ή σεξουαλικότητα όμως τού ώριμου ανθρώπου δεν εκφράζεται μόνο στη σχέση πού επισφραγίζει ο γάμος. από τούς ομηρικούς κιόλας χρόνους βλέπουμε τούς ήρωες τού μυθικού πολέμου της Τροίας να εισάγουν στο σπίτι τους αυτές πού εμείς σήμερα θα ονομάζαμε ερωμένες τους. Ορισμένες από αυτές μείναν ονομαστές: η Χρυσηίς πού ο Αγαμέμνων θεωρεί ίσης ομορφιάς και εξυπνάδας με τη  νόμιμη σύζυγό του Κλυταιμνήστρα (κουριδίη αλοχος), ή η Βρυσιίς, αιχμάλωτη, στην όποία ο ‘Αχιλλέας αποδίδει την ιδιότητα της συζύγου (αλοχος) και την όποία αγαπάει με όλη του την καρδιά. Ο Φοίνιξ δηλώνει ότι ο πατέρας του προτιμούσε την παλλακίδα του από τη  νόμιμή του σύζυγο (ακοιτις). και στην παράδοση για την ίδρυση της Κυρήνης βλέπουμε τη  μητέρα τού Βάττου να γίνεται παλλακίδα ενός πλούσιου Σαντοριναίου. Θα ήταν παράτολμο αν όχι αστείο να θεωρήσουμε αυτούς τούς μύθους ως άμεση αντανάκλαση μίας κάποιας κοινωνικής πραγματικότητας ιστορικά αποδεδειγμένης. Θα πρέπει πάντως να παραδεχτούμε ότι μερικούς αιώνες μετά την κατάσταση πού διαφαίνεται μέσα οπό τα ομηρικά έπη, η εικόνα της παλλακίδας εγγράφεται με μία σαφώς καθορισμένη θέση, στις κοινωνικές και οικογενειακές δομές της κλασικής αθηναϊκής κοινωνίας. Τόσο στο θέατρο τού Αριστοφάνη όσο και στα έργα των Αττικών ρητόρων, η παλλακίς μοιάζει να έχει, όσον άφορά το παιδιά πού φέρνει στον κόσμο, τα ίδια δικαιώματα με τη νόμιμη σύζυγο. Ακόμα και αν οι κοινωνιολογικές βάσεις της συζυγικής ένωσης άλλαξαν, τούς δεσμούς πού συνδέουν την παλλακίδα με τον άντρα πού θα την δεχτεί στο σπίτι του, θεμελιώνει η αγάπη. Νόμιμος γάμος ή σχέση παλλακείας, οι σχέσεις αυτές πού συνδέαν έναν άντρα με μία ελεύθερη γυναίκα (όχι δούλη), δεν εμπόδισαν καθόλου την ανάπτυξη τού αγοραίου έρωτα. «Οι εταίρες για  την ηδονή, οι παλλακίδες για  την καθημερινή φροντίδα, οι σύζυγοι για  τη  δημιουργία νόμιμων απογόνων και τη  φύλαξη τού «οίκου», λέει τον 4ο αιώνα σ’ ένα πασίγνωστο απόσπασμα ο ρήτορας τού Κατά Νεαίρας. Μαρτυρούμενη από τα πρώτα κιόλας Ιαμβικά ποιήματα, η πορνεία φαίνεται ότι είχε στην Ελλάδα όλο ένα σημαντικότερο ρόλο σε συνάρτηση ίσως με την επέκταση των πόλεων. σε σημείο πού στην Αθήνα τού 5ου αιώνα οι γυναίκες των πολιτών, συγκεντρωμένες σε μία εικονική συνέλευση από τον Αριστοφάνη ζητούν να τούς αποδοθεί το προβάδισμα σε σχέση με τις πόρνες.

Από τον ίδιο τον όρο πού την υποδηλώνει (πόρνη από το πέρνημι, πουλάω), η πόρνη είναι εξ ορισμού μία γυναίκα πού πουλιέται και μέσα στην εμπορική σχέση πού δημιουργείται με τον πελάτη δε γίνεται λόγος για  αγάπη, αλλά για  ανακούφιση μίας ανάγκης: για  λίγα χρήματα, ο άντρας ικανοποιεί μια ηδονή. Δούλες κατά κανόνα, οι πόρνες είναι θύματα της έλλειψης εκτίμησης, συνυφασμένης με την κοινωνική τους θέση και δεν είναι παράξενο το ότι η λέξη πού τις υποδηλώνει αποκτά υβριστικό χαρακτήρα. Χωρίς να απαγορεύει τις σεξουαλικές σχέσεις πού αποσκοπούν στην ικανοποίηση τού ενστίκτου, ο Πλάτων θα ήθελε, στην ιδανική του πολιτεία, να ελαχιστοποιήσει τη  σημασία τους και να τις καλύψει με το σεμνό πέπλο της μυστικότητας. και εδώ ακόμα γινόταν στην κλασική Ελλάδα ένας διαχωρισμός. Ή πόρνη πού πουλάει τις χάρες της σε πολλούς άντρες δεν έχει την ίδια θέση με την εταίρα, συχνά αυλήτρια ή χορεύτρια, πού συναναστρέφεται κανείς στα πλαίσια των δείπνων: Οι χάρες της νοικιάζονται για  μία ορισμένη χρονική διάρκεια και δεν αποκλείεται να δημιουργηθεί και σχέση πού να ξεπερνά την απλή ικανοποίηση τού σεξουαλικού ενστίκτου, ενεργοποιώντας τον Έρωτα. Ή γλωσσική διαφοροποίηση ανάμεσα σε πόρνη και εταίρα δείχνει καθαρά τη  διαφορά της θέσης τους. Ακόμη κι αν οι Αθηναίοι θεωρούσαν την Ασπασία ως μια απλή εταίρα, αυτή έδειξε πώς μπορούσε να έχει τη  θέση νόμιμης συζύγου. Έτσι, η εταίρα δεν υπάρχει για  να ικανοποιεί την ηδονή τού εραστή της, όπως το θελαν οι εχθροί τού Περικλή, αλλά η σχέση πού εδραιώνεται ανάμεσα στον πολιτικό άνδρα και στην εταίρα ενεργοποιεί τον έρωτα. από τις παροδικές σχέσεις με μία επαγγελματία ως τη  συζυγική ένωση, οι σεξουαλικές σχέσεις πραγματοποιούνται με ποικίλους τρόπους.

Καταλήγουν επομένως Στη δημιουργία διαφόρων κοινωνικών σχέσεων: από την αυστηρά αγοραία σχέση με μία δούλη ως την ένταξη της ελεύθερης γυναίκας σ’ ένα σπιτικό μέσα από μια διαδικασία πού αποσκοπεί στην αναπαραγωγή της πόλης και των αξιών της. από τη  σκοπιά της ηθικής τους αξιολόγησης, οι διαφορές αυτές μορφές κοινωνικών σχέσεων πού δημιουργούνται μέσα από την σεξουαλική, ανήκουν σε διαφορετικά επίπεδα – οι κρίσεις πού προκαλούν ποικίλλουν από την αποδοκιμαστική ανοχή μέχρι την προσχώρηση την οποία απαιτεί ένας κοινωνικός κανόνας.

 

 

Κανόνας και παρέκκλιση

 

Όπως κάθε κοινωνία, έτσι και η ελληνική, γνωρίζει έναν σεξουαλικό κανόνα, ακόμα και αν αυτός δεν ακολουθεί το ίχνη πού υπαγορεύονται από τη  δική μας αντίληψη στον τομέα των διάφορων τρόπων έκφρασης και σεξουαλικότητας . Ο διαχωρισμός αυτής της εικόνας – πρότυπου των σεξουαλικών σχέσεων έχει ως γενικό κριτήριο την παρουσία ή την απουσία τού Έρωτα. Ή ανάγνωση τού Αριστοφάνη μάς δείχνει ότι τουλάχιστο κατά τον 5ο αιώνα κατάκριναν όχι μόνο την πορνεία αλλά και την ομοφυλοφιλία (παθητική) των ενήλικων αν όχι και τον αυνανισμό· δεν γίνεται επομένως λόγος παρά για  συνουσία και από τις σχέσεις αυτές ο Έρωτας είναι απών. Γνωρίζουμε τα πειράγματα πού υφίσταται ο Αγάθων στις Θεσμοφοριάζουσες για  τα θηλυπρεπή του ήθη. στα κείμενα τού ίδιου τού Αριστοφάνη καθώς και των άλλων κωμικών ποιητών, λέξεις σαν καταπάγων ή λακκόπρωκτος είναι όροι με σεξουαλικό περιεχόμενο. Όσο για  τον αυνανισμό, γίνεται αποδεκτός για  τούς μη ‘Έλληνες, δηλαδή για  τούς δούλους ή τούς Πέρσες. Ας απαλλάξουμε όμως τον αναγνώστη από μία μακρύτερη αρίθμηση των λεκτικών υπερβολών. στις σύγχρονες με την αρχαία κωμωδία απεικονίσεις, οι συμπεριφορές αυτές, αντικείμενο διακωμώδησης από τούς ποιητές, αποδίδονται συχνά σε σατύρους. Ή σύμπτωση αύτή ανάμεσα σε ήθη πού προκαλούν την ιλαρότητα, αν όχι την αποδοκιμασία, και σε όντα πού βρίσκονται στα όρια τού ανθρώπου και τού ζώου δείχνουν την αρνητική αξία πού αποδίδεται, μέσα από τις απεικονίσεις, στις διάφορες αυτές μορφές σεξουαλικότητας. Ας σημειώσουμε ότι, αντίθετα από τις σκηνές πού αναφέραμε, η ερωτική σχέση ανάμεσα σε εραστή και ερωμένο απεικονίζεται πάντα με την ίδια μορφή σεξουαλικής σχέσης, αυτήν πού δηλώνει ο τεχνικός όρος διαμερίζει. Επομένως, οι απεικονίσεις αποδίδουν με τα δικά τους εκφραστικά μέσα τις διακρίσεις πού αναφέρουν τα κείμενα. το κριτήριο της παρουσίας ή της απουσίας τού Έρωτα και η αξιολόγηση τού κριτηρίου αυτού ορίζουν μίαν αληθινή αξιολογία της σεξουαλικής συμπεριφοράς. οι παρατηρήσεις αυτές θα έπρεπε, σε μία πιο προχωρημένη ανάλυση, να διαφοροποιηθούν μεταξύ τους τοποθετούμενες στο ιστορικό τους πλαίσιο.

Μπορούμε όμως να πούμε με σιγουριά ότι, για  τον Έλληνα της κλασικής περιόδου, η πραγματοποίηση της σεξουαλικότητας συνοδεύεται από «ερωτικό συναισθήματα» μονάχα κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις: συζυγικές σχέσεις, σχέσεις ανάμεσα σε εραστή και ερωμένο, σχέσεις με μία παλλακίδα ή και με μία εταίρα. Πρόκειται για  σχέσεις πού χαρακτηρίζονται όχι μόνο από χρονική διάρκεια, αλλά και από μία ανταλλαγή πού βασίζεται Στη φιλία, δηλαδή σε μία συμφωνία αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Σαν συμπέρασμα θα περιοριστούμε Στη διαπίστωση ότι ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες ο Έρως πλέκει ένα δίκτυο σχέσεων οι οποίες καθιερώνονται πάντα σε διαφορετικό επίπεδο από αυτό της απλής σεξουαλικής πραγματοποίησης: παιδαγωγική σχέση της εφηβικής ομοφυλοφιλίας, οικονομική κύρωση τού γάμου, αναπαραγωγή της κοινότητας των ελευθέρων ανθρώπων μέσω τού ίδιου συζυγικού  δεσμού,  δεσμού  πιο ιδιωτικού  Στη  σχέση  με  μία  παλλακίδα. Όσο  για   την ικανοποίηση  τού  ενστίκτου, η πορνεία ή άλλες συνήθειες, προσφέρουν στον Έλληνα υποκατάστατα πού, χωρίς να συνεπάγονται υποχρεωτικά ποινικές κυρώσεις, για  την κοινή γνώμη τον φέρνουν κοντά στο ζώο. Οι συνήθειες όμως αυτές πού υποβιβάζουν τον άνθρωπο εντάσσονται, μέσα από τις μορφές σατύρων, σε μία ταξινόμηση και μία αναπαράσταση πού καθορίζουν κατηγορίες μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης. Έχει λεχθεί ότι χρειάστηκε να περιμένουμε το τέλος τού 18ου αιώνα για  να δούμε να εμφανίζεται η σύζευξη τού Έρωτα – πάθους, ανεξάρτητη από το γάμο, και τού Έρωτα πίστη πάνω στον όποίο εδραιώνεται η συζυγική σχέση. Παρόλα αυτά όμως, ο ‘Έλληνας της κλασικής εποχής δεν ζει μία τόσο διχασμένη κατάσταση. στην ώριμη του ηλικία, η σεξουαλικότητά του παίρνει διάφορες μορφές οι όποίες μπορούν και να συνυπάρχουν. Σχεδόν σ’ όλες τις περιπτώσεις, ο Έρως είναι παρών. αυτό πού ποικίλλει είναι η κοινωνική σχέση πού απορρέει από τούς διάφορους αυτούς τρόπους έκφρασης της σεξουαλικότητας.