Μήλος
(ο διάλογος των Μηλίων)
(πέμπτο βιβλίο)
ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
W.
Robert
Connor
«ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ»
Η συνοπτικότητα που είναι εμφανής στο μεγαλύτερο μέρος του
πέμπτου βιβλίου επεκτείνεται και στον τρόπο που διαχειρίζεται ο
Θουκυδίδης την παρουσίαση της μοίρας αρκετών μικρών πόλεων που
καταστράφηκαν από τις πιο μεγάλες εμπόλεμες παρατάξεις. Ένα από
τα πιο γνωστά από αυτά τα επεισόδια ήταν η τιμωρία της Σκιώνης
από τους Αθηναίους επειδή είχε δεχτεί την πρόσκληση του Βρασίδα
να αποστατήσει (4.120). Η Σκιώνη αποσκίρτησε από την Αθήνα μετά
την υπογραφή της ανακωχής και ο Κλέων πρότεινε να καταστρέψουν
την πόλη και να σκοτώσουν τους κατοίκους της (4.122.6). Η
Νικίειος Ειρήνη επέτρεψε ρητά στους Αθηναίους να αποφασίσουν
ό,τι θέλουν για την τύχη της πόλης αυτής (5.18.8). Μια γλαφυρή
περιγραφή της τιμωρίας της πόλης από τους Αθηναίους θα πρόσφερε
μια δυνατή και κατάλληλη κορύφωση της διαχείρισης των γεγονότων
στη βόρεια Ελλάδα από τον Θουκυδίδη. Αντιθέτως, παρουσιάζεται
μόνο μία σύντομη αναφορά:
Τὴν ἴδια ἐποχὴ τὸ καλοκαίρι αὐτό, οἱ Ἀθηναῖοι κυρίεψαν μὲ
πολιορκία τὴν Σκιώνη. Σκότωσαν ὅλους τοὺς στρατεύσιμους ἄντρες,
ὑποδούλωσαν τὰ γυναικόπαιδα κ’ ἔδωσαν τὸ ἔδαφος στοὺς Πλαταιεῖς
γιὰ νὰ ἐγκατασταθοῦν ἐκεῖ.
(5.32.1)
Αργότερα, η σπαρτιατική θηριωδία στις Τσιές παρουσιάζεται με
έναν εξίσου συνοπτικό και τυποποιημένο τρόπο:
Κυρίεψαν τὶς Ὑσιές, τοποθεσία τῆς Ἀργολικῆς, καὶ σκότωσαν ὅλους
τοὺς ἐλεύθερους πολίτες πού ἔπιασαν. Ὕστερα ἀποσύρθηκαν καὶ οἱ
διάφορες μονάδες γύρισαν στὶς πολιτεῖες τους.
(5.83.2)
Η αντίθεση με την αφήγηση των επεισοδίων στην Πλάταια και τη
Μυτιλήνη είναι αξιοσημείωτη. Τώρα φαίνεται ότι δεν υπάρχει
χώρος στην αφήγηση για το δράμα, τις ζωηρές λεπτομέρειες και
την εμπλοκή του αναγνώστη στη μοίρα των θυμάτων. Όλα είναι τα
ψυχρά γεγονότα που παρουσιάζονται εν συντομία και
εγκαταλείπονται εξίσου γρήγορα, χωρίς κανέναν συναισθηματικό ή
ηθικό ενδοιασμό.
Η αφήγηση της πιο περιβόητης θηριωδίας του πολέμου, ο αφανισμός
της Μήλου, ξεκινά με τον ίδιο συνηθισμένο τρόπο, σαν να
επρόκειτο για άλλο ένα επεισόδιο σε μια σειρά στρατιωτικών
επιχειρήσεων ελάσσονος σημασίας, και εισάγεται σχεδόν τυχαία με
τη λέξη καί: «καί οί Ἀθηναῖοι ἔκαναν ἐκστρατεία έναντίον τής
Μήλου» (καί
ἐπί Μῆλον τὴν νῆσον Ἀθηναῖοι ἐστράτευσαν,
5.84.1). Παρ’ όλα αυτά, σχεδόν αμέσως, εμφανίζονται στοιχεία
μιας πιο λεπτομερούς ανάπτυξης, αφού τα καράβια στην εκστρατεία
ταυτοποιούνται με μεγαλύτερη από τη συνήθη ακρίβεια: «μέ τριάντα
δικά τους καράβια, ἕξι καράβια από την Χίο καί δύο από την
Λέσβο». Καταγράφεται η ακριβής και τεράστια σύνθεση των χερσαίων
δυνάμεων, ενώ δίνεται και μια κρίσιμη πληροφορία σχετική με το
παρελθόν του νησιού: «οἱ κάτοικοι τής Μήλου ἦσαν ἄποικοι των
Λακεδαιμονίων καί σέ αντίθεση μέ ἄλλους νησιῶτες εἶχαν ἀρνηθεῖ
νὰ ὑποταχθοῦν στοὺς Αθηναίους»
[μτφρ. τροποποιημένη]. Η παρουσίαση γίνεται όλο και πιο
λεπτομερής και τελικά ο ευθύς λόγος επανεμφανίζεται για πρώτη
φορά μετά τη Μάχη της Αμφίπολης.
Μολοντούτο οι δημηγορίες που εκφωνούνται στη Μήλο δεν είναι
μακροσκελείς παρουσιάσεις ενώπιον μιας δημόσιας συνέλευσης, αλλά
βραχυλογίες, σύντομες απροκάλυπτες λεκτικές επιθέσεις σε μια
κλειστή αίθουσα συνεδριάσεων (5.84.3). Το αποτέλεσμα είναι ένας
διάλογος, μια μορφή λόγου που ήταν απούσα στο έργο από τις
διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον βασιλιά Αρχίδαμο της Σπάρτης και
τους Πλαταιείς στο δεύτερο βιβλίο (2.71-74).
Η πολιορκία της Πλάταιας και το παράλληλο επεισόδιο στη
Μυτιλήνη στο τρίτο βιβλίο μας έρχονται αναπόφευκτα στο μυαλό
καθώς διαβάζουμε την ιστορία της Μήλου. Και αυτή είναι επίσης
μια αφήγηση πολιορκίας και καταστροφής μιας μικρότερης
πόλης-κράτους από μια μεγαλύτερη. Η μοίρα της κατακτημένης
πόλης εξαρτάται από μια συζήτηση στην οποία οι σκέψεις για
απόκτηση οφέλους επισκιάζουν τα επιχειρήματα που απορρέουν από
τη δικαιοσύνη, ενώ οι σύντομες ερωταπαντήσεις (3.52.4 και
3.68.1) υποκαθιστούν τον συνεχή λόγο. Η Μήλος αποτελεί το
αποκορύφωμα του θέματος της σχέσης ανάμεσα στις μεγάλες και τις
μικρές δυνάμεις που εμφανίζεται διαρκώς σε όλο το πρώτο μέρος
των "Ιστοριών...
Για τη δεσπόζουσα θέση της Σκιώνης στις απόψεις της
αθηναϊκής αυτοκρατορίας κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., βλ.
Ξενοφών, Ελληνικά 2.2.3 και 2.2.10, Ισοκράτης,
Πανηγυρικός 4.100 κ.ε., Παναθηναϊκός 12.63-107. Πρβλ.
Διόδωρος Σικελιώτης 13.30.4-6 και Αρριανός, Ἀλεξάνδρου
Ἀνάβασις 1.9.3-6. Για μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία των
σχολίων του Θουκυδίδη για τη Σκιώνη με έμφαση στο πάθος
της αφήγησης, βλ.
D.
Lateiner,
((Pathos
in Thucydides»,
Antichthon
11 (1977) 41.
To
5.84.2 ανακαλεί στη μνήμη ένα προηγούμενο επεισόδιο της
Μήλου (3.91.2) και εισάγει το θέμα του αποικισμού, το
οποίο επανεμφανίζεται στα 5.89, 5.96, 5.106 και 5.116.4.
Το ίδιο θέμα συνεχίζεται και στο έκτο βιβλίο, π.χ. στο
6.62. Βλ.
H.C. Avery, «Themes in Thucydides’ account of the
Sicilian Expedition», Hermes 101 (1973) 1-13.
Η αποφυγή του ευθέος λόγου σε μεγάλο μέρος του πέμπτου
βιβλίου ίσως οφείλεται κυρίως στην επιθυμία για
συνοπτικότητα, αλλά αυτό έχει ως συνέπεια ένα πολύ πιο
δραματικό αποτέλεσμα, την επανεμφάνισή του στον Διάλογο
Αθηναίων και Μηλίων.
Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς στο Περί Θουκνδίδου 37
περιγράφει τη συνομιλία ως διάλογο. Πρβλ.
G.
Deininger,
Der Melier Dialog
(Erlangen
University
diss.
1939) 1'39 κ.ε., και
R.
Hirzel,
Der Dialog
(Λιψία 1895) 1.44 κ.ε. Οι άλλες μικρές συνομιλίες στο
έργο είτε είναι συζητήσεις (3.113) είτε παρατίθενται σε
πλάγιο λόγο (4.97-99). Για τη μορφή του διαλόγου τον 5ο
αιώνα, βλ.
J.
Finley,
«Euripides
and Thucydides»,
HSCP
49 (1938) 56 και
H.L.
Hudson-Williams,
«Conventional
forms of debate and the Melian Dialogue)),
AJP
71 (1950) 156-169. Στην προσπάθεια να κατανοήσουμε αυτή
τη μορφή διαλόγου, είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε την
ιστορική ερώτηση, εάν θα χρησιμοποιούσαν δηλαδή οι
Αθηναίοι και οι Μήλιοι ένα τέτοιο είδος διπλωματίας που
ταιριάζει σε μια αίθουσα συνεδριάσεων, από τη
λογοτεχνική ερώτηση, γιατί δηλαδή ο Θουκυδίδης επιλέγει
να παρουσιάσει τις διαπραγματεύσεις με αυτή την πιο
διαφωτιστική και εξελιγμένη λογοτεχνική μορφή. Επίσης,
βλ. Τρίτο Κεφάλαιο, σημ. 38 παραπάνω.
|