Η Τεχνική Σκέψη των Αρχαίων Ελλήνων και η Κατευθυνόμενη Τεχνολογική
Υπανάπτυξη: Όπως παντού (οικονομία, επιστήμη, πολιτική, τέχνη κλπ.) έτσι
και στο ζήτημα της τεχνολογίας οι έλληνες επιζήτησαν την υπαγωγή του σε ένα
πεδίο ανώτερης γνωστικής ενοποίησης, το οποίο είχε ως επίκεντρο τον
άνθρωπο. Η τεχνολογία έπρεπε να εξεταστεί ανθρωποκεντρικά και όχι, όπως
σήμερα, ως κάτι δήθεν «αυθύπαρκτο», «ουδέτερο» και αυτονομημένο από την
κοινωνία. Υπ’ αυτή την έννοια οι έλληνες ανέπτυξαν γνήσια τεχνική σκέψη, η
οποία δεν προσφέρεται για να ικανοποιεί τις τεχνολογικές «παραγγελίες»
κάποιων εξουσιαστών.
Η τεχνική σκέψη των αρχαίων ελλήνων είναι προσανατολισμένη κατ’ εξοχήν στην
απαλλαγή από τον βιοποριστικό μόχθο και όχι στις άλλες παραμέτρους της
σύγχρονης παραγωγικής διαδικασίας (π.χ. κατοχύρωση «ευρεσιτεχνίας»,
μεγιστοποίηση του κέρδους, «κατάκτηση» της αγοράς κλπ.). Σε ένα περίφημο
χωρίο του
, ο Αριστοτέλης απαξιώνει την εξαρτημένη εργασία και την εργασιακή
ιεραρχία, όταν θεωρεί τη χρήση της κάτι καταναγκαστικό λόγω της
τεχνολογικής υστέρησης και, παράλληλα, προαναγγέλλει/εύχεται το τέλος της,
όταν εκπληρωθούν κάποιες τεχνικές προϋποθέσεις:
«Αν κάθε όργανο μπορούσε να κάνει τη δουλειά του, διατασσόμενο, ή
προαισθανόμενο από μόνο του όπως λέγεται για τα αγάλματα του Δαιδάλου ή τους
τρίποδες του Ηφαίστου, οι οποίοι, όπως λέει ο ποιητής “έτρεχαν μόνοι τους
(αυτόματοι) στη συγκέντρωση των θεών”, αν λοιπόν οι σαϊτες ύφαιναν μόνες
τους και τα πλήκτρα έκρουαν μόνα τους τις χορδές της κιθάρας, τότε ούτε οι
αρχιτεχνίτες θα είχαν ανάγκη από βοηθούς ούτε οι αφέντες από δούλους».
Επίσης στην Οδύσσεια τα πλοία των φαιάκων λέγεται ότι πλέουν μόνο με τη
σκέψη των πλοηγών και, φυσικά, είναι ταχύτατα. Σε κάθε περίπτωση είναι
εμφανές ότι η τεχνολογία γίνεται αντιληπτή με τρόπο ορθολογικό, δηλ. ως
προέκταση/αναβάθμιση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και όχι ως μια αρρωστημένη
ικανοποίηση συμπλεγματικών επιθυμιών (π.χ. για δύναμη, κερδοσκοπία κ.α.).
Οι δε τεχνολογικοί στόχοι τίθεντο ως απόρροια μιας υγιούς αντίληψης και
φαντασίας: ο σκοπός παρέμενε σε κάθε περίπτωση η αύξηση της δημιουργικής
σχόλης (και όχι κάποιου, γενικώς κι αορίστως αποκαλούμενου, «ελεύθερου
χρόνου»), η απελευθέρωση από τον μόχθο και η ενασχόληση των ανθρώπων με
πράγματα ουσιωδέστερα και δημιουργικότερα του βιοπορισμού (το κυριότερο από
τα οποία θεωρείτο η πολιτική, με την ελληνική βεβαίως έννοια: δηλ. η
αυτοπρόσωπη –και όχι «δι’ αντιπροσώπων»- ενασχόληση με τα κοινά και η
αναζήτηση μιας αυτόνομης –και όχι ετερόνομης, όπως η σύγχρονη- κοινωνίας).
Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε η παρ’ ολίγον πρώτη βιομηχανική επανάσταση της
ιστορίας, στην ελληνιστική Αίγυπτο. Επιστήμονες μηχανικοί, όπως ο Ήρων, ή ο
Αρχύτας, δεν ήσαν απλοί εφευρέτες, που ενεργούσαν ως παραγγελιοδόχοι κάποιων
οικονομικά ισχυρών της εποχής. Υπήρξαν άνθρωποι με γνήσια τεχνολογική σκέψη
γιατί, απώτερος σκοπός τους παρέμεινε πάντα η απελευθέρωση από τον μόχθο της
βιοπάλης και η εξασφάλιση χρόνου σχόλης.
Πατούσαν γερά σε μια ελληνική τεχνολογική παράδοση που πήγαινε πίσω, όχι
μόνο στον Αρχιμήδη, αλλά και στα μεγάλα αρδευτικά και αποξηραντικά έργα της
ελληνικής «προϊστορίας». Η τεχνολογία της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής
για την οποία έχουμε λάβει γνώση (με πιο γνωστό παράδειγμα αυτό τού
λεγόμενου «μηχανισμού των Αντικυθήρων»), δεν είναι απλώς τεχνικές εφευρέσεις
αλλά, μαρτυρά ένα υπόβαθρο προχωρημένης και κοινωνικά προσανατολισμένης
τεχνικής φαντασίας και σκέψης.
Οι τεχνολογικές καινοτομίες της αρχαιότητας φανερώνουν προέλευση από
ανθρώπους, που τους απασχολούσαν τα συλλογικά οφέλη της τεχνολογίας και όχι
η ιδιοποίησή της από κάποιους κοινωνικά ισχυρούς. Οι τελευταίοι (π.χ. οι
δουλοκτήτες της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου) σκέφτηκαν εντελώς
οικονομίστικα και έτσι σπουδαιότατες επιστημονικές εφαρμογές όπως π.χ. αυτή
της ατμοδύναμης δεν μπόρεσαν να καταργήσουν την εκτεταμένη χρήση της
υπερπροσφερόμενης και φθηνής εργασίας των δούλων.
Εν συνεχεία ο χριστιανισμός
-μια θρησκεία για δούλους- προκειμένου να μην χάσει το πολυάριθμο
ποίμνιό του και τους πλούσιους πάτρωνές του, επιχείρησε την εξαφάνιση του
ελληνικού πολιτισμού και ανθρωπισμού. Η δουλεία γενικεύθηκε μέσω του
μετασχηματισμού της σε δουλοπαροικία και έπρεπε να περιμένουμε μέχρι τον 18ο
αιώνα για να επανανακαλυφθούν οι εφαρμογές του ατμού και να κατασκευαστεί η
πρώτη ατμομηχανή. (!!)
Ο περιστροφικός ατμοστρόβιλος, που εφηύρε ο Ήρων, έγινε γνωστός σαν
αιολόσφαιρα. Το νερό ατμοποιούνταν σε ένα βραστήρα, μέσω δύο σωλήνων
οδηγούνταν σε μία σφαίρα, όπου εκτονωνόταν από δύο αντιδιαμετρικά
τοποθετημένους σωλήνες με αποτέλεσμα την περιστροφική κίνηση της σφαίρας.
Ατμομηχανές κατασκευάστκαν πάλι ύστερα από 1.800 χρόνια…
Ο ΜΥΘΟΣ ΠΕΡΙ «ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ» ΤΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ
ΚΑΙ Ο ΕΓΓΕΝΗΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ.
Κάθε κοινωνία φτιάχνει τα εργαλεία που ταιριάζουν στους σκοπούς της και στις
ιεραρχήσεις των αναγκών της. Π.χ. αν ο στόχος είναι η ικανοποίηση μιας
συγκεκριμένης ανάγκης της κοινωνίας εν γένει, τότε τα εργαλεία, που θα
επινοηθούν και θα χρησιμοποιηθούν, θα είναι τελείως διαφορετικά από εκείνα,
που θα επινοούντο αν η εν λόγω ανάγκη αφορούσε μόνο σε ένα ορισμένο τμήμα (=
«κομμάτι αγοράς», ή κάστα δύναμης) του πληθυσμού.
Κατά συνέπεια ο τρόπος που προσδιορίζονται οι ανάγκες σε μια κοινωνία
έχει άμεση επίπτωση στην κατασκευή των τεχνολογικών της εργαλείων. Η
τεχνολογία δεν είναι κάτι που μπορεί να εξεταστεί «γενικώς», κι ούτε η
τεχνολογία με τη μορφή που έχει σήμερα αποτέλεσε μονόδρομο. Αντιθέτως η
εκάστοτε τεχνολογία είναι αποτέλεσμα επιλογής μιας κοινωνίας ανάμεσα σε
πολλούς διαφορετικούς τεχνολογικούς δρόμους.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης
έχει τοποθετήσει το ζήτημα στη σωστή του διάσταση όταν επισημαίνει ότι,
διαφορετικού είδους κοινωνίες με διαφορετικό προσδιορισμό αναγκών, παράγουν
και διαφορετικού είδους εργαλεία:
«τα εργαλεία που έχει εισάγει στην παραγωγή αλλά και παντού ο
καπιταλισμός δεν είναι κοινωνικά “ουδέτερα” τεχνικά μέσα […]
Ανταποκρίνονται στην αναγκαία τάση του καπιταλισμού να περιορίζει όσο το
δυνατό περισσότερο την κυριαρχία και την πρωτοβουλία του ανθρώπου πάνω στη
δουλειά του. Αυτή την τάση δεν την “εξυπηρετούν” εξωτερικά: την εκφράζουν
και την ενσωματώνουν […]
Για να αλλάξει πραγματικά η παραγωγή, η ζωή των ανθρώπων και η στάση τους
απέναντι στην κοινωνία, πρέπει να αλλάξει η σχέση των ανθρώπων με την
εργασία τους, δηλ. πρέπει να αισθάνονται την εργασία τους σαν δική τους.
Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι κυριαρχούν στις μηχανές κι όχι οι μηχανές
στους ανθρώπους.
Κι αυτό συνεπάγεται άμεσα: άλλη οργάνωση της δουλειάς και άλλου είδους
μηχανές. Δεν είναι νοητή μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία, όπου το ποιές και τί
είδους μηχανές θα κατασκευαστούν να αποφασίζεται ερήμην εκείνων που θα τις
δουλέψουν […] Την οδηγό ιδέα μας την προσφέρει, κατά τη γνώμη
μου, η αρχική σχέση του ανθρώπου με το εργαλείο (ή όπλο) του. Ο λεγόμενος
πρωτόγονος φτιάχνει ο ίδιος το τόξο του πάνω στα δικά του μέτρα και ανάλογα
με τις προσωπικές του ιδιότητες Έτσι, στη μυθολογική προέκταση και προβολή
αυτής της κατάστασης, το τόξο του Οδυσσέα μόνο ο Οδυσσέας μπορεί να το
τανύσει, το σπαθί του Ζήγκφρηντ μόνο ο Ζήγκφρηντ μπορεί να το χειριστεί
».
Το τεχνολογικό εργαλείο δεν είναι –όπως αφελώς πιστεύεται- κάτι δήθεν
ουδέτερο, που η «καλή», ή «κακή» χρήση θα τού προσδώσει ηθική ταυτότητα
αλλά, η ταυτότητά του αυτή είναι εξ’ αρχής δοσμένη από τον σκοπό για τον
οποίο φτιάχτηκε και από τις ανάγκες τις οποίες προορίστηκε να ικανοποιήσει.
Το τεχνολογικό εργαλείο κουβαλάει εγγενώς τον σκοπό του κατασκευαστή του,
κοινωνικές σχέσεις και αξίες, κοινωνικώς ιεραρχημένες προτεραιότητες και, εν
τέλει, κοινωνική ιδεολογία.
Π.χ. τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που συνυπάρχει με τη φύση είναι τελείως
διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που η σχέση της με τη
φύση έχει διαταραχθεί. Τα εργαλεία μιας κοινωνίας που βασίζεται στην ταύτιση
ατομικού και συλλογικού συμφέροντος θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά
μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που καθαγιάζει τον εξοντωτικό ανταγωνισμό
των μελών της.
Τα εργαλεία μιας κοινωνίας που θα αυτοπροσδιορίζεται ως προς τις ανάγκες
της, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη),
όπου οι ανάγκες έχουν μετατραπεί σε «αγορά» και σε πολλά υποσχόμενο πεδίο
«επιστημονικών» ερευνών και, φυσικά, «χειρισμών». Τα εργαλεία μιας κοινωνίας
όπου η εργασία θα θεωρείται ταυτόσημη με την δημιουργία, θα είναι τελείως
διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που κατατρύχεται από
την μανιοκαταθλιπτική ψύχωση της κερδοσκοπικής «παραγωγικότητας».
Τα εργαλεία μιας κοινωνίας που βασίζεται στην ολόπλευρη προσωπική (και άρα
συλλογική) εξέλιξη και ολοκλήρωση, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά
μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), όπου η αντίληψη της εργασίας ως
εμπορεύματος οδηγεί σε αντιεξελικτική αλλοτρίωση από τον εαυτό. Τα εργαλεία
μιας κοινωνίας που βασίζεται στην αμοιβαιότητα θα είναι τελείως διαφορετικά
από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που καθαγιάζει τήν με κάθε μέσο
απόσπαση κέρδους.
Τα εργαλεία μιας κοινωνίας που βασίζεται στον ισότιμο συνεργατικό
καταμερισμό θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η
σύγχρονη), που βασίζεται στον ιεραρχικό καταμερισμό και στο δικαίωμα κάποιων
να αποφασίζουν και να διατάζουν (είτε εντός, είτε εκτός τών χώρων
παραγωγής).
Κατά τον ίδιο τρόπο τα εργαλεία μιας κοινωνίας που αντιλαμβάνεται την
πολιτική ως την τέχνη της ορθολογικής ανθρώπινης συνύπαρξης, θα είναι
τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που θα
αντιλαμβάνεται την πολιτική ως την τέχνη του εξουσιασμού και της καθυποταγής.
Στις πρώτες περιπτώσεις τα εργαλεία θα πρέπει να έχουν σχεδιαστεί με βασικό
στόχο π.χ. να μην εξαντλούν ενεργειακά το φυσικό περιβάλλον και να
ικανοποιούν σε σταθερή, μακροχρόνια και ασφαλή βάση τις ανθρώπινες ανάγκες.
Επίσης οι χρησιμοποιούμενες μορφές ενέργειας, πρώτων υλών κλπ. θα
επιλέγονται με κριτήριο την, όσο γίνεται, αμεσότερη διαχείρισή τους από τους
πολίτες, την τοπική ενεργειακή αυτάρκεια και την δημιουργία μιας
κοινωνικής ενεργειακής δημοκρατίας, στην οποία όλοι θα έχουν ίσες
δυνατότητες πρόσβασης.
Παραπλανητικές επιστημονικοφανείς επινοήσεις όπως η «ελαχιστοποίηση του
χρηματικού κόστους», ή η «ταχύτητα στην επίτευξη των παραγωγικών στόχων» θα
συζητιούνται μόνο ως μακάβρια ανέκδοτα (στην πραγματικότητα η επιχειρηματική
«ελαχιστοποίηση του κόστους» αποβαίνει μεγιστοποίηση του κόστους για την
κοινωνία, αφού επιδιώκεται κυρίως μέσω της δραστικής συμπίεσης των
εργασιακών αμοιβών, ενώ η «ταχύτητα στην επίτευξη των επιχειρηματικών
στόχων» συχνότατα υποσκάπτει και αναβάλλει την ικανοποίηση των ουσιαστικών
κοινωνικών αναγκών, όπως του προσωπικού χρόνου).
Αντιθέτως, το ζητούμενο θα είναι η ποιότητα ζωής. Οι οικονομολόγοι μιας
τέτοιας κοινωνίας δεν θα αποβλακώνονται με τις προσφιλείς τους αλγεβρικές
ομφαλοσκοπήσεις αλλά, θα εφαρμόζουν μια οικονομική επιστήμη, που θα έχει
επανακτήσει το αρχικό της ελληνικό νόημα ως πολιτικής οικονομίας:
διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας σαν να πρόκειται για ένα ενιαίο
σύνολο ενός ενιαίου οίκου
.
Στις δεύτερες περιπτώσεις τα τεχνολογικά εργαλεία είναι πολύ λιγότερο
«απαιτητικά» και έχουν σχεδιαστεί με πολύ φτωχότερες προδιαγραφές: είναι
θορυβώδη, ρυπογόνα, τοξικά, ενεργοβόρα και, γενικώς, πρωτόγονα. Στην
πραγματικότητα πρόκειται για τεχνολογικά σοφίσματα, απολύτως περιορισμένων
δυνατοτήτων, τα οποία πολύ μακρινή σχέση έχουν με την αυθεντική και
ολοκληρωμένη τεχνική σκέψη, όπως την εννοούσαν οι έλληνες.
Το κυριότερο, αναπαράγουν την εξουσιαστική / ιεραρχική κοινωνική σχέση στον
τόπο παραγωγής. Η σχέση αυτή εκφράζεται ως διάκριση ανάμεσα σε διευθύνοντες
και εκτελεστές (2) . Μια τέτοια τεχνολογία αποτελεί κτήμα και
όπλο μιας κυρίαρχης και παρασιτικής μειοψηφίας.
Μέσω της κατανάλωσης των αντίστοιχων προϊόντων, η εξουσιαστική σχέση περνάει
και διαιωνίζεται στην κοινωνία. Έτσι δεν είναι περίεργο που ενώ η εποχή μας
διαθέτει απεριόριστη «τεχνολογία», οι ώρες π.χ. της δημιουργικής
σχόλης (το βασικό ζητούμενο των αρχαίων επιστημόνων) δεν έχουν αυξηθεί.
Αντίθετα, ο σημερινός άνθρωπος δεν διευθύνει ούτε καν αυτό το κίβδηλο
πράγμα, που παραπλανητικά αποκαλείται «ελεύθερος χρόνος» του.
Η ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗ - ΚΑΙ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ - ΤΗΣ
ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Ακόμα και η πολυδιαφημισμένη πανεπιστημιακή έρευνα στις περισσότερες
περιπτώσεις δεν είναι παρά διεκπεραίωση τεχνολογικών παραγγελιών κάποιων
μεγάλων επιχειρήσεων-χρηματοδοτών («χορηγών»): πρόκειται για την –πονηρά
διατυπωμένη- «σύνδεση του πανεπιστημίου με την παραγωγή» (στην
πραγματικότητα πρόκειται για υπαγωγή του πανεπιστημίου στις ορέξεις και τα
πλάνα μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να
είναι η σύνδεση της επιστημονικής γνώσης με τις κοινωνικές ανάγκες).
Συχνότατα ευνοείται η εμμονή σε ξεπερασμένες τεχνολογικές λύσεις,
θνησιγενείς και με ρυπογόνα λειτουργία (π.χ. κινητήρες εσωτερικής καύσης με
έμβολο, αντί για τον απλούστερο, περίπου άφθαρτο και «καθαρό» περιστροφικό
κινητήρα, στον οποίο δεν έχει δοθεί η πρέπουσα ερευνητική σημασία). Η ύποπτη
και συνεννοημένη εμμονή σε αυτού του είδους την τεχνολογία επιδιώκεται για
να μην θιγούν οι τρόποι με τους οποίους κερδοσκοπούν οι κάτοχοι-χειραγωγοί
της τεχνολογίας. Ενώ δεν χρηματοδοτούνται έρευνες από τις οποίες δεν έχουν
οικονομικό συμφέρον οι επιχειρήσεις.
Με αυτόν τον τρόπο οι σημερινές «ηγετικές» επιχειρήσεις φρενάρουν την
τεχνολογική εξέλιξη και ενεργούν σαν τη δουλοκτητική Ρώμη, η οποία
προτιμούσε τη δουλική εργασία από τις απελευθερωτικές τεχνολογικές
καινοτομίες των ελλήνων επιστημόνων:
«Ενώ λοιπόν πολλοί έχουν παρασυρθεί ή παρασύρουν στην εντύπωση ότι η
κυριαρχία της αγοράς στην έρευνα οδηγεί σε άνθιση, χρήσιμο είναι να
θυμόμαστε τις αγκυλώσεις που προκύπτουν από τη βασική συνθήκη: η αγορά
αδιαφορεί για χρηματοδοτήσεις που δεν προάγουν τα κέρδη. Οι ανιδιοτελείς
έρευνες που χρηματοδοτούνται από ιδιώτες αποτελούν εξαιρέσεις, ανεπαίσθητες
στις στατιστικές και στη γενική πολιτική.
Ας αναλογιστούμε τα απλά παραδείγματα: πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει η
αγορά κινητής τηλεφωνίας για την εκπόνηση ερευνών που θα αποκαλύπτουν
επικινδυνότητα της ακτινοβολίας των συσκευών; Χαρακτηριστικός είναι ιδίως ο
τομέας του περιβάλλοντος. Η αγορά γενικά δεν ενδιαφέρεται για έρευνες που με
τα ευρήματά τους θα περιορίσουν τον κύκλο εργασίας (π.χ. λόγω ρύπων) ή θα
υποχρεώσουν σε δαπάνες (π.χ. για φίλτρα).
Επιδιώκοντας ακριβώς το αντίθετο, φτάνει μέχρι τη χρηματοδότηση
μυθιστορημάτων που υποβάλλουν την ιδέα ότι το γήινο περιβάλλον δεν
κινδυνεύει. […] Μειωμένα είναι επίσης τα ιδιωτικά κίνητρα για έρευνες
με προϊόντα που μπορούν να αξιοποιηθούν από όλους ή αλλιώς τόσο “από την
επιχείρησή μας” όσο και από τους ανταγωνιστές. Γι’ αυτό και κάποιες
κοινωφελείς έρευνες μπορεί κάποτε να προκηρυχθούν από εταιρείες
μονοπωλιακές, αλλ’ όχι και από ανταγωνιστικές.»
.
Το εντέχνως προκαλούμενο ψευδοδίλημμα ως προς την επιλογή της τεχνολογίας, ή
ενός «φυσικού τρόπου ζωής», είναι άνευ νοήματος. Η τεχνολογία είναι ένα
εξελικτικό στάδιο του ζώου «άνθρωπος» και ως τέτοια πρέπει να πραγματωθεί.
Από την άλλη, η υπάρχουσα τεχνολογία δεν ήταν κάποιος μονόδρομος αλλά,
επιλέχθηκε (και εξακολουθεί να επιλέγεται) ανάμεσα σε πολλά άλλα διαφορετικά
είδη τεχνολογίας.
Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να επιλέξουμε ανάμεσα στον «φυσικό τρόπο ζωής»
και την τεχνολογία αλλά, ανάμεσα σε διάφορα είδη τεχνολογίας. Αυτό με τη
σειρά του προϋποθέτει μια επιλογή του τύπου κοινωνίας και των
αξιών-σημασιών της.
ΠΗΓΗ:
http://www.terrapapers.com/?p=24973&cpage=1#comment-4952