www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

αντίστοιχο κεφάλαιο από το έργο των

 W. WINDELBAND - H. HEIMSOETH

«ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ»

 

 

Ἄν ὡς ἐ­πι­στή­μη ἐν­νο­οῦ­με τό αὐ­τό­νο­μο καί αὐ­το­συ­νεί­δη­το γνω­στι­κό ἔρ­γο πού ἀ­να­ζη­τᾶ με­θο­δι­κά τή γνώ­ση για χά­ρη της ἴδι­ας τῆς γνώ­σης, μό­νο ἀ­να­φο­ρι­κά μέ τούς ἀρ­χαί­ους Ἕλ­λη­νες, καί μά­λι­στα μό­λις ἀ­πό τίς ἀρ­χές πε­ρί­που τοῦ 6ου αἰώνα π.Χ., μπο­ρεῖ νά γί­νε­ται λό­γος γιά κά­τι τέ­τοιο —ἐ­φό­σον ἀ­γνο­ή­σου­με ὁ­ρι­σμέ­νες τά­σεις στούς λα­ούς τῆς Ἀ­να­το­λῆς, ἰ­δι­αί­τε­ρα στούς Κι­νέ­ζους καί τούς Ἰν­δούς,1 πού μό­λις τώ­ρα γί­νον­ται προ­σι­τές στή γνώ­ση. Βέ­βαι­α οἱ με­γά­λοι πο­λι­τι­σμέ­νοι λα­οί τῆς πρώ­ι­μης ἀρ­χαι­ό­τη­τας καί ἐ­πι­μέ­ρους γνώ­σεις δι­έ­θε­ταν, καί γε­νι­κές θε­ω­ρή­σεις γιά: τό σύμπαν. Οἱ γνώ­σεις ὅμως ἐκεῖνες κα­τα­κτή­θη­καν μέ βά­ση τίς πρα­κτι­κές ἀνάγκες καί οἱ θε­ω­ρή­σεις πή­γα­σαν ἀ­πό τή μυ­θι­κή φαντασί­α· ἦ­ταν ἑ­πό­με­νο λοι­πόν νά πα­ρα­μεί­νουν στό ζυ­γό ἐν μέ­ρει τῆς κα­θη­με­ρι­νῆς ἀ­νάγ­κης, ἐν μέ­ρει τῆς θρη­σκευ­τι­κῆς ποί­η­σης καί καθώς τό ἀ­νατο­λι­κο πνεῦ­μα, ἦταν ιδιότυπα δεσμευμένο, τά ἐ­πι­μέρους ἄ­το­μα δέν ἦ­ταν δυ­να­τό νά ἀ­να­πτύ­ξουν πρω­το­βου­λί­α πού θα ὁ­δη­γοῦ­σε σέ καρ­πο­φό­ρα καί αὐ­τό­νο­μη ἐ­ξέ­λι­ξη.

Καί στούς ἀρχαίους Ἕλληνες οἱ συν­θῆ­κες ἦ­ταν ἀ­νά­λο­γες, ὥσπου —κα­τά τήν ἐ­πο­χή πού ἀ­να­φέ­ρα­με— ἡ τε­ρά­στι­α. ἄ­νο­δος τοῦ ἐ­θνι­κοῦ βί­ου ἀποδέσμευσε τίς πνευ­μα­τι­κές δυνάμεις του λαοῦ, τοῦ πι­ό προι­κι­σμέ­νου ἀπ’ ὅ­λους τούς ἄλ­λους. Πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­κό­μη ἀ­πό τήν ἐ­κλέ­πτυν­ση καί τήν ἄ­νο­δο τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ζω­ῆς ἀ­πο­δεί­χτη­κε ἐ­δῶ εὐ­νο­ϊ­κή ἡ δη­μο­κρα­τι­κή ἐ­ξέ­λι­ξη τῶν πο­λι­τευ­μά­των, ὅπου μέ βί­αι­ους πο­λι­τι­κούς ἀγῶνες σφυ­ρη­λα­τή­θη­κε ἡ ἀ­νε- ξαρτη­σί­α τῆς ἀ­το­μι­κῆς γνώ­μης καί κρί­σης καί ἀ­να­δεί­χτη­κε ἡ σημα­σία τῆς προ­σω­πι­κότη­τας. Στό βαθμό πού ἡ πλη­θω­ρι­κή ἀ­νάπτυ­ξη τοῦ ἀ­το­μι­σμοῦ συν­τε­λοῦ­σε στή χα­λά­ρω­ση τῶν πά­λαιῶν δε­σμῶν τῆς ὁ­λι­κῆς συ­νεί­δη­σης, τῆς πί­στης καί τῶν ἠθῶν, καί ἀπει­λοῦ­σε τόν νε­α­ρό ἑλ­λη­νι­κό πο­λι­τι­σμό μέ τούς κιν­δύ­νους τῆς ἀναρ­χί­ας, γι­νό­ταν χρέ­ος για τούς ἄν­δρες πού δι­α­κρί­νον­ταν για τή θέ­ση τους στή ζω­ή, τή γνώ­ση τους καί τό χα­ρακτή­ρα τους, να ξα­να­κερ­δί­σουν μέ τόν προ­σω­πι­κό τους στο­χα­σμό τό μέ­τρο πού ἔ­τει­νε νά χα­θεῖ Ὁ ἠ­θι­κός αὐ­τός στο­χασμός βρῆ­κε τήν ἔκ­φρα­σή του στούς λυ­ρι­κούς καί γνω­μι­κούς ποι­η­τές, ἰ­δι­αί­τε­ρα ὅμως στούς Ἑπτά Σο­φούς.2 Ἐ­πί­σης, μιά. ἀ­νά­λο­γη κί­νη­ση ἀ­νε­ξαρ­τη­το­ποι­η­μένων ἀ­το­μι­κῶν γνώ­μων ἦ­ταν ἑ­πό­με­νο νά ἐκ­δη­λω­θεῖ καί στήν ἤδη πο­λύ­μορ­φη θρη­σκευ­τι­κή ζω­ή, ὅπου ἡ ἀν­τί­θε­ση τῶν πα­λαι­ῶν μυστη­ρι­α­κων λα­τρει­ῶν πρός τήν αἰ­σθη­τι­κοῦ χαρακτήρα ἐ­θνι­κή μυ­θο­λο­γί­α ἔ­δι­νε ποι­κί­λες ἀ­φορ­μές γιά ξε­χω­ρι­στά μορ­φώ­μα­τα.3 Ἡ φαν­τα­σί­α τοῦ ποι­η­τῆ ἀ­πο­τολ­μο­ῦ­σε ἤδη στήν κο­σμο­γο­νι­κή ποί­η­ση4 μιά δι­κή της ἀ­πει­κό­νι­ση τοῦ μυ­θι­κοῦ οὐ­ρα­νοῦ· ἡ ἐποχή τῶν Ἑ­πτα Σο­φῶν ἄρ­χι­σε νά βλέ­πει στίς μορ­φές τῶν θε­ῶν τῆς ὁ­μη­ρι­κῆς ποί­η­σης τά δι­κά της ἠθικά ἰ­δε­ώ­δη, καί στήν ἠ­θι­κη-θρησκευ­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση πού ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε ἀ­πό τόν Πυ­θα­γό­ρα φά­νη­κε, μέ τήν ἐ­ξω­τε­ρι­κή μορ­φή μιᾶς ἐ­πι­στρο­φῆς στήν πα­λαι­ά ἀυστη­ρό­τη­τα τῆς ζω­ῆς, ἀ­κό­μη κα­θα­ρό­τε­ρα τό νέ­ο πε­ρι­ε­χό­με­νο πού εἶ­χε κα­τα­κτη­θεῖ.

Ἀ­πό τέ­τοιες ζυ­μώ­σεις γεν­νή­θη­κε ἡ ἐ­πι­στή­μη τῶν ἀρ­χαί­ων Ἑλ­λή­νων, στήν ὁ­ποί­α καί ἔ­δω­σαν τό ὄ­νο­μα φι­λο­σο­φί­α. Ἡ αὐ­τόνο­μη σκέ­ψη τῶν ἀτό­μων, στη­ριγ­μέ­νη στούς κυ­μα­τι­σμούς τῆς θρη­σκευ­τι­κῆς φαν­τα­σί­ας, ἀ­πό τά ἐ­ρω­τή­μα­τα τῆς πρα­κτι­κῆς ζω­ῆς ἁ­πλώ­θη­κε στή γνώ­ση τῆς φύ­σης, καί μό­λις τό­τε κα­τέ­κτη­σε τήν ἀ­νε­ξαρ­τη­σί­α της ἀ­πέ­ναν­τι σέ ἐ­ξω­τε­ρι­κούς σκο­πούς, κα­θώς καί τόν πε­ρι­ο­ρι­σμό τῆς γνώ­σης στόν ἑαυτό της, πού ἀ­πο­τε­λεῖ τήν οὐ­σί­α τῆς ἐ­πι­στή­μης.

Ὅ­λες ὅ­μως αὐτές οἱ δι­α­δι­κα­σί­ες συν­τε­λοῦν­ταν στήν πε­ρι­φέ­ρει­α τοῦ ἑλ­λη­νι­κοῦ πο­λι­τι­σμι­κοῦ βί­ου, στίς ἀ­ποι­κί­ες, πού, σέ σχέ­ση μέ τή λε­γό­μενη μη­τρό­πο­λη, εἶ­χαν προ­η­γη­θεῖ καί ὡς πρός τήν πνευμα­τική καί ὡς πρός τήν ὑ­λι­κή ἀ­νά­πτυ­ξη. Τά λί­κνα τῆς ἐ­πι­στήμης βρί­σκον­ταν στήν Ἰ­ω­νί­α, στή Με­γά­λη Ἑλ­λά­δα, στή Θρᾴ­κη. Μό­λις ὕστε­ρα ἀ­πό τούς περ­σι­κούς πο­λέ­μους, ὅταν πιά ἡ Ἀ­θή­να εἶ­χε ἀ­να­λά­βει, μα­ζί μέ τήν πο­λι­τι­κή, καί τήν πνευ­μα­τι­κή ἡ­γε­μονί­α —πού ἔ­μελ­λε νά τή δι­α­τη­ρή­σει πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο χρό­νο ἀ­πό ἐ­κεῖ­νε­ς—, τό­τε μό­νο (τήν ἐ­ποχή τῶν σο­φι­στῶν) ἡ γῆ τῆς Ἀτ­τι­κῆς, ἡ εὐ­λο­γη­μέ­νη ἀ­πό ὅλες τίς Μοῦ­σες, ἔ­γι­νε πό­λος ἕλ­ξης καί γιά τήν ἐ­πι­στή­μη, πού ἐ­δῶ ὅλο­κλη­ρώ­θη­κε μέ­σα στή θε­ω­ρί­α καί στή σχο­λή τοῦ Ἀ­ρι­στο­τέ­λη.

Ἡ ἀρ­χαί­α ἑλ­λη­νι­κή ἐ­πι­στή­μη, λό­γω τοῦ τρό­που μέ τόν ὁ­ποῖο ἔ­φτασε ἡ σκέ­ψη —ξε­κι­νών­τας ἀ­πο τήν ἐ­λεύ­θε­ρη θε­ώ­ρη­ση τῆς φύ­ση­ς— στό σχη­μα­τι­σμό ἐ­πι­στη­μο­νι­κῶν ἐν­νοι­ῶν, δι­ο­χέ­τευ­σε ἀρ­χικά ὅλη τή φρε­σκά­δα τῆς νε­α­νι­κῆς χα­ρᾶς γιά γνώ­ση στα προ­βλή­μα­τα τῆς ἔ­ρευ­νας τῆς φύ­σης, δι­α­μορ­φώ­νον­τας ἔ­τσι τά θε­με­λι­α­κά ἐν­νοι­ο­λο­γι­κά σχή­μα­τα γιά τήν ἀν­τί­λη­ψη τοῦ ἐ­ξω­τε­ρι­κοῦ κό­σμου. Χρει­ά­στη­κε νά ἔρθουν ἀ­φε­νός ὁ με­τα­γεν­έ­στε­p­oς δι­α­στο­χα­σμός ἀ­να­φο­ρι­κά μέ αὐτό πού εἶ­χε κα­τορ­θω­θεῖ καί μέ αὐ­τό πού δέν εἶ­χε ἀκό­μη κα­τορ­θω­θεῖ ἀ­πό τή φι­λο­σο­φί­α, καί ἀ­φε­τέ­ρου τά ἐ­πι­τα­κτικά αἰ­τή­μα­τα πού πρό­βαλ­λε ἡ δη­μό­σι­α ζω­ή ἀ­πέ­ναν­τι στήν ἐ­πι­στήμη, ἡ ὁ­ποία στό με­τα­ξύ εἶ­χε γί­νει κοι­νω­νι­κός πα­ρά­γον­τας, καί τό­τε μό­νο ἡ φι­λο­σο­φί­α ἔστρε­ψε τό βλέμ­μα της πρός τά μέ­σα καί ἔ­κα­νε ἀν­τι­κεί­με­νό της τήν ἀν­θρώ­πι­νη πρά­ξη. Ὅ­σο καί ἄν φαί­νε­ται πώς μέ τόν τρό­πο αὐ­τό ἡ κα­θα­ρή ἀρ­χι­κή τά­ση γιά ἔ­ρευ­να ἀ­να­στέλ­λε­ται ἕ­να δι­ά­στη­μα, ἐν­τού­τοις, μό­λις ἐ­πι­τεύ­χθη­καν θε­τι­κές γνώ­σεις γιά τήν πε­ρι­ο­χή τῆς ἀνθρώ­πι­νης ἐ­σω­τε­ρι­κό­τη­τας, ἡ τάση αὐτή ἀ­να­πτύ­χθη­κε μέ ἀ­κό­μη με­γα­λύ­τε­ρη ἔντα­ση καί ὁδήγη­σε στή δι­α­μόρ­φω­ση τῶν με­γά­λων συ­στη­μά­των, μέ τά ὁ­ποῖα ἔ­κλει­σε ἡ κα­θα­ρά ἑλ­λη­νι­κή φι­λο­σο­φί­α.

Γι' αὐτόν τό λό­γο ἡ φι­λο­σο­φί­α τῶν ἀρ­χαί­ων Ἑλ­λή­νων χω­ρί­ζε­ται σέ τρεῖς πε­ρι­ό­δους: μιά κο­σμο­λο­γι­κή, ἀ­πό τό 600 ὡς τό 450 π.Χ. πε­ρί­που· μιά ἀν­θρω­πο­λο­γι­κή (πρα­κτι­κή) πού πιά­νει πε­ρί­που τό β΄ μι­σό του 5ου αἰώνα π.Χ. (450-400), καί μιά συ­στη­μα­τι­κή, πού κα­λύ­πτει τήν ἀ­νά­πτυ­ξη τῶν τρι­ῶν με­γά­λων συ­στη­μά­των τῆς ἀρ­χαί­ας ἑλ­λη­νι­κῆς ἐ­πι­στή­μης, τῶν συ­στη­μά­των τοῦ Δη­μο­κρί­του, τοῦ Πλά­τω­να καί τοῦ Ἀ­ρι­στο­τέ­λη (400-322 π.Χ.)........[Λήψη όλου του αρχείου]