Η διαφορά φύσεως μεταξύ της
πελοποννησιακής και της αθηναϊκής ηγεμονίας.
Η δημοκρατική
πολιτεία ως τυραννία στον κρατοκεντρισμό
(αντίστοιχο
κεφάλαιο στο έργο του
Γ. Κοντογιώργη
«Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ»)
Μεταξύ της Πελοποννησιακής και της Αθηναϊκής Συμμαχίας
διαπιστώνεται, εντούτοις, μια θεμελιώδης διαφορά. Η πρώτη
αναγνωρίζει μια σχετική ισοτιμία μεταξύ των συμμαχικών πόλεων
και, σε κάθε περίπτωση, αποδέχεται καταρχήν τις δύο συνιστώσες
της ελευθερίας τους, το αφρούρητον και το αφορολόγητον. Για να
υπάρξει κοινή δράση μεταξύ των συμμάχων απαιτείται η σύγκληση
κοινού συνεδρίου, συνεπώς συναπόφαση. Αν και η Σπάρτη διατηρεί
την πρωτοκαθεδρία, οι αποφάσεις λαμβάνονται συλλογικά. Τούτο
παρατηρούμε ότι συμβαίνει ακόμη και στη διάρκεια του μεγάλου
πολέμου, οπότε οι σύμμαχες πόλεις διατηρούν ένα δικαίωμα
πολιτικής αυτενέργειας. Ο Θουκυδίδης αναφέρεται σε πλήθος
συνελεύσεων των Λακεδαιμονίων με τους συμμάχους τους προκειμένου
να αποφασίσουν την ανάληψη πολεμικής δράσης ή τη σύναψη
ειρήνης. Έτσι, μετά την πολεμική εμπλοκή με τους Αθηναίους
«οι Μυτιληναίοι έστειλαν πρέσβεις στη Λακεδαίμονα που μίλησαν
με τους Πελοποννησίους στη γενική συνέλευση που έγινε στην
Ολυμπία και οι Πελοποννήσιοι δέχθηκαν στη συμμαχία τους
Μυτιληναίους».
Προηγουμένως, όταν οι Λακεδαιμόνιοι (μετά από πολλούς δισταγμούς
και προσκλήσεις των συμμάχων τους να ορθώσουν ανάχωμα στην
εκτατική πολιτική των Αθηναίων από την οποία υπέφεραν)
αποφάσισαν ότι «η τριακονταετής συνθήκη είχε παραβιασθή και
ότι οι Αθηναίοι ήσαν οι αδικούντες [...] συνεκάλεσαν πάλιν τους
Συμμάχους, διά να υποβάλουν εις την ψήφον των το ζήτημα, αν
πρέπει ν’ αναλάβουν τον πόλεμον ή όχι. Και όταν ήλθαν οι
πρέσβεις των ομοσπόνδων πόλεων, έγινε συνεδρίασις, κατά την
οποίαν και οι άλλοι είπαν ό,τι ήθελαν —οι περισσότεροι
κατηγορούντες τους Αθηναίους και αξιούντες να γίνη ο πόλεμος».
Οι Κορίνθιοι, που από καιρό ζητούσαν από τους συμμάχους να
ψηφίσουν υπέρ του πολέμου, δεν παρέλειψαν να επισημάνουν ότι
«κατά των Λακεδαιμονίων, άνδρες σύμμαχοι, δεν ημπορούμεν πλέον
να παραπονεθώμεν, ούτε ότι, δεν έχουν ήδη ψηφίσει οι ίδιοι τον
πόλεμον, ούτε ότι δεν μας συνεκάλεσαν τώρα διά να τον ψηφίσωμεν
και ημείς».
Ωστόσο, οι Σπαρτιάτες δεν θα προχωρήσουν στην απόφαση του
πολέμου χωρίς δισταγμό. Ο Αρχίδαμος επικαλείται τη μακροχρόνια
αδράνεια των Πελοποννησίων ενόσω οι Αθηναίοι οικοδομούσαν την
ηγεμονία τους και εγίνοντο μεγάλη δύναμη. Προσθέτει ότι, σε κάθε
περίπτωση, είναι απροετοίμαστοι για πολεμική αναμέτρηση με τους
Αθηναίους, προβλέπει ότι ο πόλεμος θα είναι καταστροφικός και
θα μακρύνει ώστε να τον κληρονομήσουν τα παιδιά τους. Θα
προκρίνει λοιπόν να υιοθετηθεί μια πολιτική κέρδους χρόνου
προκειμένου να προετοιμασθούν καλύτερα οι σύμμαχοι για την
αναπόφευκτη αναμέτρηση. Ωστόσο, ο έφορος Σθενελαΐδας θα
αντιτείνει ότι οι Αθηναίοι πρόκειται να αυξήσουν ακόμη
περισσότερο τη δύναμή τους διότι έβλεπαν ότι είχαν ήδη υποτάξει
το μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας.
« “Ψηφίσατε λοιπόν, Λακεδαιμόνιοι, υπέρ του πολέμου, αξίως της
.' πάρτης, και μήτε εις τους Αθηναίους επιτρέψετε να γίνουν
ακόμη μεγαλύτεροι, μήτε τους συμμάχους καταπροδώσετε, αλλά με
την βοήθειαν των θεών ας αναλάβωμεν τον αγώνα κατά των
αδικούντων”».
Ο Θουκυδίδης, μεταφέροντας το κλίμα της συνέλευσης των
Λακεδαιμονίων, βεβαιώνει ότι ψήφισαν υπέρ του πολέμου) «όχι
τόσον παρασυρθέντες από τους λόγους των συμμάχων, όσον εκ φόβου
μήπως η δύναμις των Αθηναίων αυξηθή έτι μάλλον»,
οπότε θα ετίθετο σε κίνδυνο η δική τους ελευθερία.
Από την άλλη, έχει ενδιαφέρον να προσεχθεί ότι οι Κορίνθιοι θα
σπεύσουν να επισημάνουν στους πρέσβεις των συμμάχων την
ελευθερία τους να ρυθμίζουν τα των υποθέσεων μίας εκάστης των
πόλεων, πλην όμως ότι έχουν και την ευθύνη έναντι των
υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τη συμμαχία καθώς αυτή
εδράζεται στο κοινό συμφέρον της προστασίας τους από την
επεκτατική πολιτική του αντιπάλου.
Τους επισημαίνεται λοιπόν πως πρέπει να σκεφθούν ότι η
συνέλευση γίνεται τόσο για τα συμφέροντα των άλλων όσο και για
τα δικά τους. Οι Κορίνθιοι δεν παραλείπουν να υπογραμμίσουν ότι
η Πελοποννησιακή Συμμαχία βασίζεται στις ίδιες δυνάμεις της, ενώ
η δύναμη των Αθηναίων απορρέει από την άντληση υπεραξίας από τις
σύμμαχες πόλεις. «Καθόσον η δύναμις των Αθηναίων συνίσταται
από μισθοφόρους μάλλον παρά από ιδικούς των πολίτας, ενώ η ιδική
μας κινδυνεύει ολιγώτερον να πάθη τοιούτον τι, καθόσον
στηρίζεται εις την αλκήν των ανδρών μάλλον ή εις την δύναμιν
του χρήματος»...