ΕΙΣΑΓΩΓΗ τοῦ Παύλου Καλλιγᾶ
στήν ἔκδοση τοῦ «Πλάτωνος ΓΟΡΓΙΑΣ»
(2020)
https://booksjournal.gr/kritikes/filosofia/3295-ritoriki-kai-ithiki
Μία ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουν
συχνά οἱ ἀναγνῶστες τῶν πλατωνικῶν διαλόγων εἶναι τό
νά ἐντοπίσουν τή φωνή τοῦ ἴδιου του συγγραφέα πίσω ἀπό
τίς διαθλάσεις της στά πρόσωπα πού συμμετέχουν σέ αὐτούς.
Διότι, μολονότι ὁ κύριος ὁμιλητής, συνήθως ὁ
Σωκράτης, ἀναμφίβολα ἐκπροσωπεῖ μία ὀπτική γωνία ἡ
ὁποία ἀντιστοιχεῖ σέ στάσεις καί ἀντιλήψεις πού ὁ Πλάτων
θά ἦταν διατεθειμένος νά συμμεριστεῖ, μολαταύτα, οἱ
διαφορετικές περιστάσεις, ἤ ἀκόμη καί οἱ
διαφορετικοί χαρακτῆρες τῶν συνομιλητῶν του, συχνά
φέρνουν στήν ἐπιφάνεια καί ἄλλες πτυχές τῆς
προσωπικότητάς του καί, μάλιστα, ἐνίοτε φαίνονται νά
ἀντιπροσωπεύουν προσεγγίσεις μέ τίς ὁποῖες ὁ
συγγραφέας νιώθει κάποια ἰδιαίτερη συγγένεια,
γι’ αὐτό καί εἶναι σέ θέση νά τίς παρουσιάσει μέ ἀπαράμιλλη
δύναμη καί πειστικότητα, σάν νά προέρχονται ἀπό
πρόσωπα ὑπαρκτά καί οἰκεῖα, δίνοντάς μας τήν ἐντύπωση
ὅτι ἀκοῦμε τή φωνή τους νά φτάνει ὡς ἐμᾶς μέ τή ζωντάνια
καί τήν αὐθεντικότητα μιᾶς προσωπικῆς κατάθεσης.
Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Πλάτων οὐδέποτε ἐμφανίζεται ὡς
δρῶν πρόσωπο στούς διαλόγους του, ἐνῶ τό ὄνομά του
μνημονεύεται σέ αὐτούς μόνο σέ δύο περιπτώσεις, ἁπλῶς
καί μόνο γιά νά δηλωθεῖ ἡ παρουσία ἤ ἡ ἀπουσία του.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἡ μυστηριώδης καί φευγαλέα
προσωπικότητα τοῦ «Σωκράτη» του, παρά τά σταθερά καί
εὔκολα ἀναγνωρίσιμα γνωρίσματά της, διακρίνεται ἀπό
μιάν ἀνεξάντλητη ἱκανότητα προσαρμογῆς στίς
ἰδιαίτερες ἀπαιτήσεις τῆς ἑκάστοτε συζήτησης,
διατηρώντας ταυτόχρονα τή χαρακτηριστική της
παραδοξότητα, τήν περίφημη ἀτοπίαν της, ἡ ὁποία
τοῦ ἐπιτρέπει νά παρατηρεῖ τά τεκταινόμενα ἀπό μιάν
ὁρισμένη ἀπόσταση. Συνάμα, ἐκπλήσσει διαρκῶς τόσο
τούς συνομιλητές του ὅσο καί τούς ἀναγνῶστες μέ τίς
ἀπροσδόκητες καί συχνά ἀνατρεπτικές παρεμβάσεις του,
οἱ ὁποῖες ὁρισμένες φορές κατευθύνουν τή συζήτηση πρός
ἐντελῶς ἀπρόβλεπτες, ἤ ἄλλοτε ρηξικέλευθα
πρωτότυπες καί καινοφανεῖς κατευθύνσεις. Αὐτή ἡ
ἱκανότητα τοῦ Πλάτωνα νά ξαφνιάζει κάθε τόσο τόν
ἀναγνώστη του, καθώς τόν ὁδηγεῖ σέ ἀπρόσμενες καί, ὄχι
σπάνια, ἀπόμακρες καί φαινομενικά ἀκόμη καί ἀπρόσιτες
περιοχές τῆς σκέψης μέσα ἀπό ἐνίοτε περίπλοκους
διαλεκτικούς δρόμους, πού ὡστόσο μοιάζουν καθόλα
προσβάσιμοι καί οἰκεῖοι, εἶναι ἐνας ἀπό τούς
παράγοντες πού δίνουν στά ἔργα του τήν ἀπαράμιλλη
ζωντάνια τους καί τή συναρπαστική ἀμεσότητα, ἡ ὁποία
ἔχει καθιερώσει τή διαχρονική ἐμβέλειά τους.
Ὅλα αὐτά ἰσχύουν, ὡς ἐναν ὁρισμένο βαθμό, καί γιά τόν
προκείμενο διάλογο, ὁ ὁποῖος, ὡστόσο, παρουσιάζει καί
ὁρισμένες ἀξιοσημείωτες ἰδιομορφίες πού τόν
κάνουν νά κατέχει ἐντελῶς ξεχωριστή θέση στό
πολυσχιδές ἔργο τοῦ συγγραφέα του. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα,
ἀνάμεσα στούς θεωρούμενους ὡς πρώιμους «σωκρατικούς»
διαλόγους του —αὐτούς τῶν ὁποίων ἡ συγγραφή τοποθετεῖται
πρίν ἀπό ἐκείνην τῆς μνημειώδους Πολιτείας—, στούς
ὁποίους ἡ ρεαλιστική παρουσίαση προσώπων καί
καταστάσεων διατηρεῖ κυρίαρχη θέση καί πολλές φορές
καθορίζει ἀπόφασιστικά τήν ἐξέλιξη τῶν συζητήσεων,
ὁ Γοργίας ξεχωρίζει ἐξαιτίας της ἔκτασής του (εἶναι
ὁ ἐκτενέστερος ἀπό ὅλους τους πλατωνικούς διαλόγους,
ἄν ἑξαιρέσουμε τήν Πολιτεία, τόν Τίμαιο
καί τούς Νόμους), τῆς ἀριστοτεχνικά ἐπεξεργασμένης
σπονδυλωτῆς δομῆς του, ἀλλά καί τῆς δραματικῆς ἔντασης
πού χαρακτηρίζει τήν ἀντιπαράθεση τοῦ Σωκράτη μέ τούς
τρεῖς διαδοχικούς συνομιλητές μέ τούς ὁποίους
βρίσκεται ἀντιμέτωπος. Οἱ τελευταῖοι αὐτοί
ἀντιπροσωπεύουν διαφορετικές κοινωνικές ὁμάδες
καί ἰδεολογικές καταβολές, ὅμως οἱ τοποθετήσεις τους
εὐθυγραμμίζονται τελικά σέ μία ἑνιαία προπτική, ἡ
ὁποία τους ὁδηγεῖ σέ ἀπευθείας σύγκρουση μέ τή
φιλοσοφική στάση πού διακηρύσσει μέ ἐντελῶς
ἀσυνήθιστη παρρησία ὁ Σωκράτης. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο,
ἀναδεικνύεται ἡ ριζική ἀντίθεση ἀνάμεσα σέ δύο
διαμετρικά ἀντιτιθέμενες ἀντιλήψεις ὅσον ἀφορᾶ τή
θέση τοῦ ἀνθρώπου στήν κοινωνία, ἀλλά καί γενικότερα
στόν κόσμο, ἡ ὁποία ἀντανακλᾶται σέ δύο διαφορετικά
πρότυπα βίου, μέ ἄλλα λόγια σέ δύο διαφορετικές
ἐκδοχές ὅσον ἀφορᾶ τόν τρόπο τόν ὁποῖο μπορεῖ νά ἐπιλέξει
κανείς νά ζήσει καί νά διαχειριστεῖ τή ζωή του...
Γιά μία ἐνδιαφέρουσα προσέγγιση τοῦ Γοργία
ἀπό αὐτή τή σκοπιά, βλ. Cooper 1998, 33-4 καί 74-5.
Ἀπολ.
34al, 38b6, Φαίδ. 59bl0.