www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ

(αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο του Λάμπρου Κουλουμπαρίτση

« ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ»

 

Σύμφωνα με δοξογραφικές αναφορές, το έργο του Δημόκριτου του Αβδηρίτη (460-370) φαίνεται πως ήταν αχανές. Εάν αυτό αληθεύει, τότε ποτέ άλλοτε τόσο ευρύτατα πρωτοπόρα νόηση δεν αντιμετωπίστηκε με τέτοια προκατάληψη. Δεν συντρέχει όμως λόγος να αμφισβητήσουμε το μεγαλύτερο μέρος αυτού του έρ­γου, παρόλο που ενίοτε διατυπώθηκαν αντιρρήσεις για την ύπαρξη του Λεύκιπ­που και άλλοτε του Δημόκριτου. Όπως και να έχει, ο Δημόκριτος φαίνεται πως είχε πολυάριθμους μαθητές, των οποίων τα ονόματα διέσωσε η δοξογραφική παράδοση, με κυριότερους τους Ναυσιφάνη από την Τέω, Επίκουρο και Λου- κρήτιο. Συγκρίνοντας, από την άλλη, τη σκέψη του με εκείνη των αντίπαλων ρευμάτων -λ.χ. με το ρεύμα του πυθαγορισμού- παρατηρούμε πολλά σημεία σύ­γκλισης: το ενδιαφέρον για το ζήτημα της ασυνέχειας, για τα μαθηματικά και για την πράξη. Αρμόζει κυρίως να υπογραμμίσουμε ότι η προβληματική περί νου όσο και περί δράσης είναι παρούσες στην ατομική φιλοσοφία που ξεκίνησε ο Λεύκιππος ο Μιλήσιος αλλά ανέπτυξε ο Δημόκριτος. Συνηθίζουμε να ανάγου­με τα πάντα στα άτομα και το κενό, πράγμα που οφείλεται στη σημασία που α­πέκτησε αυτή η προβληματική με την πάροδο του χρόνου, και κυρίως στη σύγ­χρονη εποχή. Συχνά ξεχνάμε ότι ο Δημόκριτος υπήρξε σπουδαίος ταξιδευτής και έτσι διέμεινε για ένα μεγάλο διάστημα στην Αθήνα, όπου προφανώς ο ίδιος πέρασε απαρατήρητος, αλλά όπου τουλάχιστον είχε την ευκαιρία να εκτιμήσει τα αγαθά της δημοκρατίας. Εν ολίγοις, όλα δείχνουν ότι ο Δημόκριτος υπήρξε ένας ολοκληρωμένος στοχαστής που αφιερώθηκε σε όλα τα γνωστικά πεδία.

Δύσκολα διακρίνουμε πόσα οφείλει στον Λεύκιππο, που στάθηκε εμπνευστής του. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι δανείστηκε από αυτόν τρεις αρχές για να εξηγήσει την πραγματικότητα: τα ποικιλόμορφα άτομα, τα σφαιρικά άτομα και το κενό. Οι δύο τελευταίες αρχές παρουσιάζονται ως παράγοντες διαφορο­ποίησης των πρώτων. Η ύπαρξη του κενού ως αρχέγονου τόπου χάρη στον ο­ποίο μπορούν να μετατοπιστούν τα άτομα ούτως ώστε να παραγάγουν πράγμα­τα σύμφωνα με συνδυασμούς επιβεβαιώνεται από το σύνολο των δοξογράφων. Χωρίς οριστική απάντηση θα μείνει ωστόσο το ερώτημα εάν το κενό προσελ­κύει άτομα που ήταν ανέκαθεν σε κίνηση ή άτομα που άρχισαν να κινούνται σε μια συγκεκριμένη στιγμή με περιδίνηση. Η δεύτερη προοπτική πλησιάζει τον Δημόκριτο προς τον Αναξαγόρα, ενώ η πρώτη τον απομακρύνει ριζικά, καθιερώνοντας μια εντελώς καινούργια νόηση που δεν συνδέεται καθόλου με το πα­ρελθόν. Αυτό είναι το μοναδικό σημείο που πρέπει να συγκροτήσουμε από το όλο ερώτημα: από τη στιγμή που παραδεχόμαστε ότι το κενό καθιστά δυνατή την κίνηση των ατόμων, καθίσταται διαφοροποιητικό στοιχείο και ευνοεί τις διαφορές σύμφωνα με συγκεκριμένους συνδυαστικούς τρόπους. Αυτή η διαναγκαιότητα ανάμεσα στα άτομα και το κενό συνιστά τον τρόπο σχέσης τους, πα­ρόλο που το κενό καθαυτό δεν είναι τίποτα. Παρομοίως, το κενό ενός δοχείου που δέχεται ένα υγρό δεν είναι τίποτε και ωστόσο δεν είναι κενό μόνο και μό­νο επειδή υπάρχει το δοχείο. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτό το παράδειγμα του δοχείου και στην ατομική φιλοσοφία έγκειται στο γεγονός ότι προσδιορίζουν μια αντίθετη πραγματικότητα: στην ατομική φιλοσοφία τα άτομα ανήκουν σε έ­να ούτως ειπείν άπειρο κενό, το οποίο δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί όπως το δοχείο, μιας και η οριοθέτηση του Σύμπαντος επισυμβαίνει από τα ίδια τα ά­τομα. Αυτό σημαίνει ότι, εάν το σύμπαν χωρίς τα άτομα ήταν ένα απόλυτο μη­δέν, και αν μάλιστα δεν υπήρχε κενό, το κενό περικλείει κατά κάποιον τρόπο τα άτομα, εξασφαλίζοντάς τους έναν τόπο ανάπτυξης που μπορεί να οριοθετή­σει ένα, περισσότερα ή άπειρα σύμπαντα. Από την άλλη, η παρουσία ατόμων οποιοσδήποτε υπόστασης προϋποθέτει και ταυτόχρονα θεμελιώνει το κενό. Συνεπώς, προτείνεται μια φυσική του ασυνεχούς, η οποία έχει εδραιωθεί αντι­κειμενικά, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει σε μαθηματικούς συμβολισμούς. Η γεωμετροποίηση των ατόμων την οποία μετέρχεται η συγκεκριμένη ανάλυση δεν αποκλείει τη λειτουργικότητα διαφορετικών μοντέλων, για παράδειγμα της γλώσσας, που μετήλθε ο Δημόκριτος για να εξηγήσει τη διάρθρωση των πραγ­μάτων και να δείξει ότι αυτά αποτελούνται από πραγματικά στοιχεία (γράμμα­τα) ο συνδυασμός των οποίων σχηματίζει πράγματα τα οποία ανήκουν, όπως και η γλώσσα, στην τάξη του συμβατικού. Με ένα διάσημο λογοπαίγνιο λοιπόν ο Δημόκριτος μας βεβαιώνει ότι το κενό είναι μηδέν (τίποτε ή μη πράγμα) ενώ τα πράγματα είναι δεν (πράγμα). Σύμφωνα με τη σαφέστερη σωζόμενη μαρτυ­ρία (Γαληνός), ο Δημόκριτος ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με την αλήθεια όλα τα πράγματα (τα πάντα) είναι «πράγμα» (δεν) και «μη πράγμα» (μηδέν) και υπο­στήριξε ότι ονομάζουμε «πράγματα» τα άτομα και «μη πράγμα» το κενό. Χρη­σιμοποιώντας μια μεταγενέστερη και αναχρονιστική γλώσσα, ο Φιλοφών ισχυ­ρίστηκε ότι για τον Δημόκριτο οι αρχές των όντων είναι το «πλήρες» και το «κενό», που είναι αντίθετα μεταξύ τους, και ότι τα είχε ορίσει με τους όρους δεν και ουδέν, όπου το δεν δηλώνει το πλήρες και το ουδέν το κενό. Η προκείμενη διολίσθηση της ορολογίας εκτρέπει τη σκέψη του Δημόκριτου προς την κατεύθυνση μιας οντολογικοποίησης, την οποία ήδη ακολουθεί ο Αριστοτέλης, καθώς ερμηνεύει την ατομική φιλοσοφία με τρόπο που να την εντάσσει σε μια φυσική του πλήρους και του κενού και να εντοπίζει τον αρνητικό χαρακτήρα του κενού, το οποίο δεν αποκαλεί πλέον μηδέν αλλά ουδέν. Η απόχρωση αυτή είναι σημαντική, καθώς το μηδέν αντικαθίσταται από έναν όρο που συνδέεται περισσότερο με το μη είναι (ουδέν). Ανακεφαλαιώνοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ζεύγος δεν-μηδέν αδυνατεί ακόμη να εκληφθεί ως «πλήρες» ή  «ον», παρόλο που αποτελεί την ιστορική τους προϋπόθεση, και τείνει μάλλον προς την πρακτική του Ενός και του Πολλαπλού, όπως δείχνει η ορολογία που χρησιμοποιεί ο Δημόκριτος για να μεταφράσει τη δομή των ατόμων. Το γλωσ­σικό μοντέλο που στηρίζεται στα γράμματα ως στοιχεία της γλώσσας ενισχύει αυτή την άποψη. Θα δούμε εξάλλου ότι τόσο στον Πλάτωνα όσο και στον Αρι­στοτέλη η έννοια του στοιχείου ανήκει περισσότερο στην ενολογική παρά στην οντολογική πρακτική...

 

Λήψη του αρχείου-pdf