www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

Ἀρ­χαί­α ἑλ­λη­νι­κή φι­λο­σο­φί­α καί ἰ­α­τρι­κή

 

Δρ Κ. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

 

 «Δι­ό δή με­τα­γειν τήν σο­φί­ην ἔς τήν ἰ­η­τρι­κήν ἔς τήν σο­φί­ην· ἰ­η­ρός  γάρ ἰ­σό­θε­ος·

οὐ γάρ πολ­λή δι­α­φο­ρή ἐ­πί τά ἕ­τε­ρα».

(Ἱππ. Π. Εὐ­σχημ. 5)

 

Ἄν ἐ­πε­κτεί­νω­με καί στήν ἰ­α­τρι­κή τόν ὁ­ρι­σμό, πού ἔ­δω­σε ὁ Πλά­των στή φι­λο­σο­φί­α, πρέ­πει νά δε­χθοῦ­με, ὅτι κι ἡ ἰ­α­τρι­κή εἶ­ναι γνώ­ση τοῦ «ὄν­τως ὄν­τος», μέ τή δι­ά­κρι­ση ὅτι, ἐ­νῷ καί γιά τίς δύ­ο ἀ­ναγκαί­α προ­ϋ­πό­θε­ση εἶ­ναι ἡ ἔ­ρευ­να τῶν αἰ­τίων καί τῶν ἀρ­χῶν τῶν ὄν­των, γιά μέν τή φι­λο­σο­φί­α τό θέ­μα εἶ­ναι ἀ­πε­ρι­ό­ρι­σ­το, ἀ­φοῦ αὐ­τή ἐν­δι­αφέ­ρε­ται γιά τή σα­φῆ γνώ­ση ὅλων τῶν ὑ­παρ­χόν­των στή φύ­ση, γιά δέ τήν ἰ­ατρι­κή ἡ γνώ­ση πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται μό­νο στόν ἄν­θρω­πο καί τό στε­νό του πε­ρι­βάλ­λον.

Ἐ­άν, ἐξ ἄλ­λου, θυ­μη­θοῦ­με τό ἐ­πι­τύμ­βι­ο ἐ­πί­γραμ­μα τῶν Ἀ­θη­ναί­ων στήν ἐ­πι­τά­φι­ο πλά­κα τοῦ Πλά­τω­να, τούς δύ' Ἀ­πόλ­λω­να φύσ’ Ἀ­σκλη­πι­όν ἠδέ Πλά­τω­να, τόν μέ­ν ἵ­να ψυ­χήν, δ’ ἵνα νά σῶ­μα σά­οι,[1], ἔ­χου­με τόν πλή­ρη ὁ­ρι­σμό τῆς φι­λο­σο­φί­ας καί τῆς ἰ­α­τρι­κῆς. δηλ. τῆς μέν φι­λο­σο­φί­ας σκο­πός καί ἔρ­γο εἶ­ναι ἡ δι­ά­σω­ση τῆς ψυ­χῆς ἀ­πό τή πί­ε­ση τῶν πα­θῶν, τῆς δέ ἰ­α­τρι­κῆς ἡ δι­α­φύ­λα­ξη τοῦ ὀρ­γα­νι­σμοῦ ἀ­πό τίς ἀρ­ρώ­στιες καί νο­σή­σεις γε­νι­κά. Τοῦ­το ὁ Δη­μο­κρι­τος δι­ετύ­πω­σε ὡς ἑ­ξῆς: Ἰητρική μέν γάρ τάς νό­σους ἀ­κέ­ε­ται, σο­φί­η δέ ψυ­χήν πα­θῶν ἀ­φαι- ρᾶ­ται (βλ. Fragm. Vors.,  Diels καί Kranz, 152, 35).

Σο­φί­α καί ἰ­α­τρι­κή, μέ ἄλ­λα λό­γι­α, εἶ­ναι ἐ­πι­στῆ­μες χρή­σι­μες στό βί­ο τοῦ ἀν­θρώπου, καί «οὐκ ἀ­λό­γως οἱ προ­βαλ­λό­με­νοι τήν σο­φί­ην πρός πολ­λά εἶ­ναι χρη­οί­μη, ταύ­την δή ἐν τῷ βί­ῳ» (Ἱππ., Π. Εὐ­σχ., 13,1).

Σο­φί­α εἶ­ναι ἐ­πι­στή­μη τοῦ κα­λοῦ καί τοῦ ὡ­ραί­ου καί ἰ­α­τρι­κή ἐ­πι­στή­μη πού ἀ­πο­βλέ­πει στό νά κα­τα­στή­σει σῶ­μα καί ψυ­χή γε­ρά, ὥ­στε ὁ ἄν­θρω­πος νά αἰ­σθά­νε­ται τό κα­λό καί τό ὡ­ραῖ­ο!

Ἡ ἰ­α­τρι­κή καί ἡ φι­λο­σο­φί­α στήν ἀρ­χαί­α 'Ἑλ­λά­δα καί ἐ­πί μα­κρούς αἰ­ῶ­νες συ­νε­βά­δισαν ἀ­δελ­φω­μέ­νες καί ἡ με­τα­ξύ τους ἐ­πίδρα­ση ὑ­πῆρ­ξε γό­νι­μος καί θε­τι­κή· καί ἡ ἀλ­λη­λο­βο­ή­θει­α γιά τήν κα­τάρ­τι­ση τῆς φι­λο­σο­φι­κῆς θε­ω­ρί­ας καί τῆς ἰ­α­τρι­κῆς ἐ­πι­στή­μης. στε­νή καί ἀ­ναγ­καί­α. Οἱ προ­σωκρα­τι­κοί λε­γό­με­νοι φι­λό­σο­φοι ἔ­γι­ναν γνω­στοί ὡς φυ­σι­ο­λό­γοι ἤ Φυ­σι­κοί φι­λό­σο­φοι, για­τί σπού­δα­σαν τήν ἐν γέ­νει φύ­ση, μα­ζί καί τήν φύ­ση τοῦ ἀν­θρώ­που, καί κυ­ρί­ως τήν ἀ­να­το­μι­κή καί τή φυ­σι­ο­λο­γί­α, μέ τά πρῶ­τα γράμ­μα­τα.

Κοι­νός στό­χος, λοι­πόν, φι­λο­σο­φί­ας καί ἰ­α­τρι­κῆς εἶ­ναι ἡ ἀ­νεύ­ρε­ση καί σπου­δή τῶν αἰ­τι­ῶν καί ἀρ­χῶν τῶν φυ­σι­κῶν ὄν­των καί γε­γο­νό­των, πού δι­έ­πουν τήν ὕ­παρ­ξή τους καί κατ’ ἐ­ξο­χήν τήν γέν­νη­ση καί ὕ­παρ­ξη τῶν ζών­των ὄν­των, στήν τά­ξη τῶν ὁ­ποίων ἀ­νή­κει ὁ ἄν­θρωπος.

Πι­ό συγ­κε­κρι­μέ­να ἡ φι­λο­σο­φί­α, ὡς φυ­σι­κή ἐ­πι­στή­μη, ἐν­δι­α­φέ­ρε­ται γιά τήν σω­στή γνώ­ση τῶν φυ­σι­κῶν ὄν­των καί κυ­ρί­ως γιά τή γνώ­ση τῶν Φυ­σι­κῶν στοι­χεί­ων (φυ­σι­κή φι­λο­σο­φί­α), ἀλ­λά καί τῶν ἠ­θι­κῶν νό­μων (ἠ­θι­κή φι­λο­σο­φί­α), πού δι­έ­πουν τή ζω­ή τῶν ὄν­των καί πρό παν­τός τοῦ ἀνθρώπου, ἐ­νῷ ἡ ἰ­α­τρι­κή πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στή γνώ­ση τῆς ἀ­να­το­μι­κῆς καί φυ­σι­ο­λο­γι­κῆς ὑφῆς του ἀλ­λά καί τῆς πα­θο­λο­γι­κῆς κα­τα­στά­σε­ως αὐ­τοῦ, καί κυ­ρί­ως γιά τά αἴ­τι­α, πού δι­α­τσράσσουν τήν ἁρ­μο­νί­α τῆς ὑ­γεί­ας του.

Ἡ ἰ­α­τρι­κή ἀ­να­πτύ­χθη­κε μέ­σα στούς κόλ­πους τῆς προ­σω­κρα­τι­κῆς φι­λο­σο­φί­ας, ὅπως τή γνω­ρί­ζου­με. Τό εἶ­δος αὐτό τῆς φι­λο­σο­φί­ας, ὅπως δι­α­μορ­φώ­θη­κε ἀπό τούς ἀρ­χαί­ους Ἕλ­λη­νες σο­φούς καί κυ­ρί­ως ἀ­πό τό Θα­λῆ τό Μι­λή­σι­ο (585 π.Χ.), τόν Ἀ­να­ξα­γό­ρα (511-545-π.Χ.), τόν Ἀ­να­ξι­μέ­νη (588-524 π.Χ.), τόν Πυ­θα­γό­ρα (580 π.Χ.) καί τόν σπου­δαῖ­ο μα­θη­τή του Ἄλ­κμέ­ω­να (540 π.Χ.), τόν Ἡ­ρά­κλει­το (535-475), τόν Ἐμ­πε­δο­κλῆ (495 435 π.Χ.) καί ἄλ­λους, σκο­πό εἶ­χε νά δι­ε­ρευνή­σει ὅ­λα τά φαι­νό­με­να, πού ἀν­αφέ­ρονται στή σπου­δή τῶν ἐ­πί μέ­ρους ὄν­των. Καί γιά τήν ἑρ­μη­νεί­α τους ἀ­να­πτύ­χθη­καν δύ­ο τά­σεις, τοῦ μο­νι­σμοῦ καί τοῦ δυ­ϊ­σμοῦ, καί στη­ρί­χτη­καν δύ­ο θε­ω­ρί­ες, πού ἀν­τι­μα­χό­τα­νε ἡ μί­α τήν ἄλ­λη, δη­λα­δή ἡ μη­χα­νι­κή, πού πί­στευ­ε στή μο­ναρ­χί­α τῆς ὕ­λης, σύμ­φω­να μέ τήν ὁ­ποία ὅ­λα τά γι­νό­με­να καί γε­γο­νό­τα, πού ἀ­να­φέ­ρονται στά ὄν­τα τῆς φύ­σε­ως, εἶ­ναι προ­ϊ­όν­τα μιᾶς φυ­σι­κῆς δυ­νά­με­ως καί ἐ­νερ­γεί­ας, πού πα­ρί­σταν­ται ὡς ἀν­τι­δρῶ­σες (νό­μος ἀ­νο­λέθρου τῆς ὕ­λης).

Ἡ ἄλ­λη θε­ω­ρί­α, πού ἀ­να­πτύ­χθη­κε ὡς ἀν­τί­δρα­ση στή μη­χα­νι­κή, εἶ­ναι ἡ τε­χνο­λο­γι­κή, πού πρέ­σβευ­ε στήν ἔμ­φρο­να σκο­πι­μό­τη­τα τῆς ἐ­νερ­γεί­ας. Θι­α­σῶ­τες αὐ­τῆς ἦ­ταν ὁ Ἀ­να­ξα­γό­ρας, ὁ Σω­κρά­της, ὁ Πλά­των, ὁ Ἀ­ρι­στο­τέ­λης, ὁ Πλω­τῖ­νος, πού πα­ρα­δε­χό­τα­νε, ὅτι τή δη­μι­ουρ­γί­α τοῦ κό­σμου καί τῶν ὄν­των γε­νι­κά δέν ἀ­πο­τέλε­σε μί­α ἁ­πλή μεί­ξη τῶν δι­α­φό­ρων φυ­σι­κῶν στοι­χεί­ων, ἀλ­λά εἶ­ναι ἔρ­γο φρο­νή­σεως καί ἐ­χέ­φρο­νος δη­μι­ουρ­γι­κῆς δυ­νά­με­ως, πού βρί­σκε­ται ἔ­ξω ἀ­πό τά ὑ­λι­κά στοι­χεῖ­α, ὅπως αὐ­τό δι­ευ­κρι­νί­ζε­ται κυ­ρί­ως στό Τί­μαι­ο τοῦ Πλά­τω­να. Καί τήν λο­γι­κή αὐ­τή δύ­να­μη ὁ Ἀ­να­ξα­γό­ρας τή κά­λε­σε Νοῦν.

Ἀλ­λά καί ὁ Ἀ­ρι­στο­τέ­λης, δε­χό­με­νος τήν αὐ­τή ἰ­δέ­α, ὑ­πο­στη­ρί­ζει, ὅτι ἡ πρώ­τη ὕ­λη τῶν ὄν­των, πού θε­ω­ρεῖ­ται ἀ­γέν­νη­τη, ἄ­φθαρ­τη καί ἄ­μορ­φη, πῆ­ρε συγ­κε­κρι­μέ­νη μορ­φή «τῇ βου­λή­σει ἔμ­φρο­νος - προ­νοί­ας», ἤ­τοι τοῦ νοῦ: «Νοῦν δή τις εἰ­πών ἐ­νεῖ­ναι, κα­θ­ά­περ ἐν τοῖς ζώ­οις καί τῇ φύ­σει τό αἴ­τι­ον τοῦ κό­σμου καί τῆς τάξε­ως πά­σης» (Ἄ­ρι­στ., Με­τά τά Φυσ., Α. 3. 384β, 8· καί Φυ­σ., 1250 β. 24).

Σύμ­φω­να μέ τόν Θ. Βο­ρέ­α (Εἰσ. εἰς τήν Φι­λοσ., 208), «ἐν τῷ νῷ τού­τῳ ἤ εἰς τήν ἔμ­φρο­να πρό­νοι­αν πρυ­τα­νεύ­ει ἡ ἀρ­χή τῆς ἐν­τε­λε­χεί­ας, καθ' ἥν ἡ πρώ­τη ὕ­λη φέ­ρε­ται πρός τό ὄν καί λαμ­βά­νει ἑ­κάσ­το­τε τήν μορ­φήν του. Γί­νε­ται δέ τοῦ­το πολ­λῷ μᾶλ­λον ἐν τοῖς ὀρ­γα­νι­σμοῖς, ὅ­που τό δυ­νά­μει ἐ­νυ­πάρ­χον ἐν τῇ πρώ­τῃ ὕ­λῃ ἀ­να­πτύσ­σε­ται κα­τά νό­μους ἀ­πα­ρά­βα­τους καί λαμ­βά­νει τε­λεί­αν αὐ­τοῦ μορ­φήν καί ἀ­πο­βαί­νει ἐντε­λέ­χει­α».

Τό φι­λο­σο­φι­κό σύ­στη­μα τῶν πρό­σωκρα­τι­κῶν φι­λο­σό­φων καί κατ’ ἐ­ξο­χήν τῶν τοῦ β’ ἡ­μί­σε­ος του 5ου π.Χ. αἰ­ῶ­να δέν πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται μό­νο στή γνώ­ση τῆς γενέ­σε­ως τῶν ὄν­των καί τῆς τύ­χης των, ἀλ­λά ἁ­πλώ­νε­ται στή γνώ­ση «παν­τός ἐ­πι­στη- τοῦ, ὑ­πέρ τοῦ παν­τός», ἤ­τοι τό ἀν­τι­κεί­μενο τῆς φι­λο­σο­φι­κῆς ἐ­ρεύ­νης των εἶ­ναι πε­ρί τοῦ Θε­οῦ, τοῦ δι­καί­ου, τῆς ρη­το­ρι­κῆς, τῆς γε­νέ­σε­ως τοῦ ἀν­θρώπου καί τῆς προ­ε­λεύ­σε­ώς του, καί πε­ρί τῆς ἐ­πι­δρά­σε­ως τῶν πολ­λῶν πα­θο­γό­νων πα­ρα­γόν­των, ἤ­τοι ἡ ἔ­ρευ­νά τους στρέ­φε­ται καί πρός τήν ἰ­α­τρι­κήν, πού τή σπου­δά­ζουν κυ­ρί­ως ἀ­πό θεωρη­τι­κή ἄ­πο­ψη. Ἀλ­λά καί οἱ ἠ­θι­κοί λε­γό­με­νοι φι­λό­σο­φοι, Πλά­των, Ἀ­ρι­στο­τέ­λης, Σω­κρά­της καί ἄλ­λοι, ἀ­πο­δί­δουν βα­σι­κή ση­μα­σί­α στή σπου­δή τῆς ἰ­α­τρι­κῆς, ὡς φυ­σι­κῆς ἐ­πι­στή­μης.

Καί ἔ­τσι, ἀμ­φό­τε­ρες, φι­λο­σο­φί­α καί ἰ­α­τρι­κή, ἀ­δελ­φω­μέ­νες ἀν­θί­ζου­ν ὡς πραγ­μα­τι­κές ἐ­πι­στῆ­μες στήν Ἑλ­λά­δα· ἀν­δρώ­θηκαν καί δι­α­δό­θη­καν πρός πᾶ­σαν κα­τεύθυν­σιν, ὡς τό Φῶς τοῦ ἑ­κη­βό­λου Ἀ­πόλ­λω­νος.

Ἡ ἰ­α­τρι­κή εἶ­ναι ἀρ­χαι­ο­τέ­ρα τῆς φι­λο­σο­φί­ας, ἀλ­λά ἡ φι­λο­σο­φί­α εἶ­ναι ἡ μη­τέ­ρα τῆς ἐ­πι­στη­μο­νι­κῆς ἰ­α­τρι­κῆς, πού σέ καμμί­α ἄλ­λη χώ­ρα δέν γι­γαν­τώ­θη­κε τό­σο, ὅ­σο στήν Ἑλ­λά­δα. Κι οἱ βό­ρει­οι λα­οί, σάν βάρ­βα­ροι, ἀλ­λά καί «πλή­ρεις θυ­μοῦ καί ρώ­μης» (Ἀ­ρι­στ., Πόλ. V II. 7) πλη­μύρρι­σαν ἀ­πό τήν ἑλ­λη­νι­κή φι­λο­σο­φί­α καί ἰ­α­τρι­κή, ἀ­φοῦ οἱ ἴ­διοι δέν ἦ­ταν ἱ­κα­νοί v‘ ἀ­να­πτύ­ξουν δι­κή τους ἐ­πι­στή­μη, ὅπως κι’ οἱ Ἀ­σιά­τες πού, ἄν καί ἦ­ταν ἱ­κα­νοί πρός παι­δεί­αν, ἐν τού­τοις ἀ­πο­δεί­χτη­καν ἀ­νίκα­νοι νά φι­λο­σο­φή­σουν.

Ἀ­πό τῆς ἐ­πο­χῆς τοῦ Χεί­ρω­νος Κεν­ταύ­ρου, ἐμ­πει­ρι­κοῦ ἰ­α­τροῦ καί τοῦ Ἀ­σκλη­πι­οῦ, μα­θη­τοῦ καί αὐ­τοῦ με­γά­λου ἐμ­πει­ρι­κοῦ ἰ­α­τροῦ καί μέ­χρι τῆς ἐμ­φα­νί­σεως τῆς φι­λο­σο­φί­ας στήν Ἑλ­λά­δα, ἀ­πό τόν Θα­λῆ τό Μι­λή­σι­ο, πα­ρεμ­βάλ­λε­ται ἕ­να με­γά­λο κε­νό (Με­σαί­ων της Ἰ­α­τρι­κῆς). Ἀλ­λά κα­τά τόν 6ο π.Χ. αἰ­ῶ­να στόν Κρό­τωνα τῆς Κά­τω Ἰ­τα­λί­ας πα­ρου­σι­ά­ζε­ται ὁ φι­λό­σο­φος Πυ­θα­γό­ρας κι ἡ σχο­λή του, στήν ὁ­ποία δι­α­φαί­νε­ται τά­ση ἀ­ξι­ό­λο­γη ἐ­πι­στη­μο­νι­κῆς πλέ­ον ἰ­α­τρι­κῆς, για­τί μέ­χρι τή στιγ­μή αὐ­τή δέν ὑ­πῆρ­χε κάν ἰ­α­τρι­κή ἐ­πι­στή­μη, ἀλ­λά ἐπι­κρα­τοῦ­σαν δι­ά­φο­ρα θε­ρα­πευ­τι­κά συ­στή­μα­τα μέ βά­ση τήν ἐμ­πει­ρι­κή ἰ­α­τρι­κή, παν­τός εἴ­δους τσαρ­λα­τα­νι­σμός.

Στή σχο­λή ὅ­μως τοῦ Πυ­θα­γό­ρα προ­βάλ­λει ἕ­να σύ­στη­μα ἐ­ξε­λιγ­μέ­νης ἰ­α­τρι­κῆς, καί κυ­ρί­ως ἀ­πό τό φι­λό­σο­φο Ἄλ­κμέ­ω­να τόν Κρο­τω­νιά­τη, πού τόν ἀ­κο­λου­θεῖ ὁ Ἱπ­πο­κρά­της ὁ Κῶ­ος. Στήν πυ­θα­γό­ρει­ο, λοι­πόν, φι­λο­σο­φί­α ἡ ἰ­α­τρι­κή ἀ­πέ­κτη­σε θε­τι­κώ­τε­ρο πε­ρι­ε­χό­με­νο καί πα­ρου­σι­ά­στη­κε ὡς πραγ­μα­τι­κή ἐ­πι­στή­μη.

Οἱ προ­σω­κρα­τι­κοί φι­λό­σο­φοι, ὅπως εἴ­πα­με, ἀ­πό τῆς παι­δι­κῆς τους ἡ­λι­κί­ας, μα­ζί μέ τά πρῶ­τα γράμ­μα­τα, τή γραμ­μα­τι­κή, τή ρη­το­ρι­κή καί τή φι­λο­σο­φί­α, σπού­δα­ζαν συ­στη­μα­τι­κά καί τήν ἀ­να­το­μι­κή, στό πλαί­σι­ο τῆς γε­νι­κῆς φυ­σι­ο­λο­γί­ας. Ἔ­τσι, μη­δέ τοῦ Πλά­τω­να καί τοῦ Ἀ­ρι­στο­τέ­λη καί τοῦ Δη­μο­κρί­του ἑ­ξαι­ρου­μέ­νων, σπού­δα­σαν συ­στη­μα­τι­κά τήν ἰ­α­τρι­κή καί μέ τίς γνώ­σεις τους ὠ­φέ­λη­σαν θε­τι­κά τήν ἐ­πι­στη­μο­νι­κή ἰ­α­τρι­κή. Καί ἀ­κό­μα μέ τίς γνώ­σεις πού ἀ­πέ­κτη­σαν, ἀ­πό τίς συ­χνές πε­ρι­ο­δεῖ­ες τους (πε­ρι­ο­δευ­ταί), πλού­τι­σαν τό πε­ρι­ε­χό­με­νο τῆς ἰ­α­τρι­κῆς μέ γνώ­σεις γιά τή Φύ­ση τοῦ ἀν­θρώ­που, γιά τίς ἀρ­ρώ­στιες, γιά τή θε­ρα­πεί­α τους μέ νέ­α καί ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κά φάρ­μα­κα, πού συ­νά­θροι­σαν στίς πε­ρι­ο­δεῖ­ες τους αὐ­τές.

Καί ἔ­τσι ἡ ἰ­α­τρι­κή ὠ­φε­λή­θη­κε ἀ­πό τίς φι­λο­σο­φι­κές σχο­λές μέ πολ­λούς τρό­πους, για­τί μέ τήν ἐν­δε­λε­χή ἔ­ρευ­να τῶν φαι­νο­μέ­νων καί γε­γο­νό­των τῆς φύ­σε­ως καί τῆς ζω­ῆς προ­σπο­ρί­στη­κε θε­τι­κές γνώ­σεις καί θετι­κώ­τε­ρο πε­ρι­ε­χό­με­νο. Ζωἡ, γέ­νε­ση, θά­να­τος δέν ἦ­ταν εὔ­κο­λο νά κα­τα­νο­η­θοῦν χω­ρίς τό ἐ­ρευ­νη­τι­κό πνεῦ­μα, χω­ρίς δη­λα­δή τή Φι­λο­σο­φί­α, πού ἀ­πο­τε­λεῖ τήν λυ­δί­α λί­θο ὅ­λης τῆς γνώ­σε­ως. Τοῦ­το φα­νε­ρώ­νει, ἐ­πανα­λαμ­βά­νου­με, πώς ἡ ἰ­α­τρι­κή τήν ἐ­πι­στημο­νι­κό­τη­τα ἀ­πέ­κτη­σε ἀ­πό τή φι­λο­σο­φι­κή ἔ­ρευ­να καί σκέ­ψη. Φυ­σι­κά, αὐ­στη­ρῶς ἐ­πι­στη­μο­νι­κή χροι­ά στήν ἰ­α­τρι­κή προ­σέδω­σε ὁ Ἱπ­πο­κρά­της, τοῦ ὁ­ποίου ἡ δι­ά­νοι­α ἀ­ναδεί­χτη­κε μέ τά νά­μα­τα τῆς προ­σω­κρα­τικῆς φι­λο­σο­φί­ας. Οἱ προ­σω­κρα­τι­κοί, μέ ἄλ­λα λό­γι­α, ἔ­δει­ξαν τήν ἐ­πι­στη­μο­νι­κή ὁ­δό, πού τήν ἀ­κο­λού­θη­σε ὁ σο­φός τῆς Κῶ καί ὁ­δή­γη­σε τήν ἰ­α­τρι­κή στήν ἐ­πι­στη­μο­νι­κή πρό­ο­δο.

Ἀλλά καί ἡ φι­λο­σο­φί­α ὠ­φε­λή­θη­κε ἀ­πό τήν ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς ἰ­α­τρι­κῆς, για­τί ἀ­πό τά πρῶ­τα της βή­μα­τα τήν ἀ­πα­σχο­λεῖ ἡ ὑ­ψη­λή ἰ­δέ­α, ἀ­πό ποῦ προ­ῆλ­θε ὁ ἄν­θρω­πος, ποιό εἶ­ναι τό νό­η­μα τῆς συλ­λή­ψε­ως καί δι­α­μορφώ­σε­ως τοῦ ἐμ­βρύ­ου μέ­σα στή μή­τρα, ποιά δύ­να­μη τό ὠ­θεῖ νά τε­λει­ο­ποι­η­θῆ στόν ἔ­ξω κό­σμο, ποιοί νό­μοι δι­έ­πουν τή ζω­ή του καί τή ζωἡ τοῦ ἀν­θρώ­που γε­νι­κά, ποιά ἡ ἀ­να­το­μι­κή ὑ­φή του, ποιός ὁ φυ­σι­ο­λο­γι­κός ρυθ­μός τῶν δι­α­φόρ­ων ὀρ­γα­νι­κῶν λει­τουρ­γι­ῶν, ἀλ­λά καί ποιά τά αἴ­τι­α τῆς φθο­ρᾶς, τοῦ θα­νά­του τοῦ ἀν­θρώ­που. Καί γιά ὅ­λα αὐ­τά τήν ἀ­πάν­τη­ση ἔ­λα­βε ἀ­πό τήν ἰ­α­τρι­κή, καί τήν ἀ­πο­ρί­α ἔ­λυ­σεν ὁ μέ­γας Ἱπ­πο­κρά­της, ὁ ὁ­ποῖος μέ τόν Πε­ρί φύ­σε­ως ἀν­θρώ­που λό­γον του, ἤ­τοι πε­ρί τῆς γνώ­σε­ως τῆς συ­νό­λου φύ­σε­ως, προ­σέ­δω­κε θε­τι­κώ­τερο πε­ρι­ε­χό­με­νο πρῶ­τα στήν ἰ­α­τρι­κή, ἔ­πει­τα στή φι­λο­σο­φί­α καί ἀ­κο­λού­θως στή ψυχο­λο­γί­α καί τήν παι­δα­γω­γι­κή.

Μέ ἄλ­λους λό­γους, μέ τή κα­τα­νό­η­ση τῆς κα­τα­σκευ­ῆς καί λει­τουρ­γί­ας τοῦ σω­μα­τοψυ­χι­κοῦ συ­νό­λου, ἤ­τοι τῆς φύ­σε­ως τοῦ ἀν­θρώ­που καί μά­λι­στα τῆς ἰ­δί­ας φύ­σε­ως κά­θε ἀνθρώπου, δηλ. τῆς ἰ­δι­ο­συ­στα­σί­ας καί ἰ­δι­ο­συγ­κρα­σί­ας, πού κα­τευ­θύ­νον­ται ἀ­πό τήν ἰ­δι­αί­τε­ρη λει­τουρ­γί­α τῶν φυ­σι­κῶν στοι­χείων ὕ­δα­τος, γῆς, καί μέ τήν ἐ­πε­νέρ­γει­α τῶν φυ­σι­κῶν δυ­νά­με­ων, ἤ­τοι τοῦ θερ­μοῦ, ψυ­χροῦ, ξη­ροῦ, ὑ­γροῦ, ἀλ­λά κυ­ρί­ως μέ τή δύ­να­μη τῶν δι­α­φό­ρων χυ­μῶν, ὅπως αἵ­μα­τος, φλέγ­μα­τος καί κι­τρί­νης ἤ ὠ­χρᾶς χο­λῆς καί μέ­λα­νος, δυ­νή­θη­κε ἡ ἰ­α­τρι­κή καί ἡ φι­λο­σο­φί­α ν' ἀν­τι­λη­φθοῦν ποιά ἀ­κρι­βῶς εἶ­ναι ἡ σχέ­ση καί ἡ θέ­ση τοῦ μι­κρό­κο­σμου (ἄν­θρω­πος) πρός τόν μα­κρό­κο­σμο (σύ­νολος φύ­ση), ὅπως πά­λι ποιά ἡ θέ­ση τοῦ μέ­ρους τοῦ σωώμα­τος πρός τόν σύ­νο­λο ὀρ­γα­νι­σμό, σώ­μα­τος καί ψυ­χῆς, πού εἶ­ναι ὅτι καί τά δύ­ο ὑ­πό­κειν­ται στούς ἴ­διους νό­μους τῆς γε­νέ­σε­ως καί τῆς φθο­ρᾶς.

Σῶ­μα καί ψυ­χή, ἐξ ἄλ­λου, σύμ­φω­να μέ τή δι­δα­σκα­λί­α τοῦ Ἱπ­πο­κρά­τους, ἀ­πο­τε­λοῦν ἕ­να ἁρ­μο­νι­κό σύ­νο­λο. Καί γιά νά κα­τα­νο­ή­σει κα­νείς τά συμ­βαί­νον­τα στό σῶ­μα, πρέ­πει νά λά­βει ὑπ' ὄ­ψη του τά συμ­βαί­νον­τα στήν ψυ­χή καί ἀν­τί­στρο­φα. «Ψυ­χῆς οὖν φύ­σιν, ἀ­ξί­ως λό­γου κα­τα­νο­ῆ­σαι, οἴει δυ­να­τόν εἶ­ναι ἄ­νευ τῆς τοῦ ὅ­λου φύ­σε­ως;» δι­ε­ρω­τᾶ­ται ὁ Πλά­των στό Φαῖ­δρο του. «Τό τοί­νοιν σ­κό­πει πε­ρί φύ­σεως τί πο­τε λέ­γει ὁ Ἱπ­πο­κρά­της καί ὁ ἀ­λη­θής λό­γος».

Καί μό­νο μέ τίς ἰ­α­τρι­κές γνώ­σεις, το­νί­ζει ὁ πα­τήρ τῆς ἰ­α­τρι­κῆς, θά δυ­νη­θοῦ­με νά κα­τα­νο­ή­σου­με τή σχέ­ση τοῦ σω­μα­το-ψυ­χι­κοῦ συ­νό­λου, για­τί μέ τοῦ­το θά γνω­ρί­σου­με τή βι­ο­λο­γι­κή δύ­να­μη, πού δι­έ­πει τίς φυ­σι­ο­λο­γι­κές λει­τουρ­γί­ες. Ἀλλά καί τήν πα­θο­λο­γι­κή ἐ­πί­δρα­ση τῶν νο­σο­γό­νων πα­ρα­γόν­των.

Καί γιά νά γί­νει ἀ­κό­μη σα­φέ­στε­ρο τό πῶς ἡ ἰ­α­τρι­κή τοῦ Ἱπ­πό­κρα­τους ὠφέ­λη­σε τήν φι­λο­σο­φί­α καί γε­νι­κά τίς ἐ­πι­στῆ­μες, κα­θώς καί τή ψυ­χο­λο­γί­α καί παι­δα­γω­γι­κή, ἀρ­κεῖ νά ἀ­να­φέ­ρου­με ποιά ἐ­ξέ­λι­ξη πῆ­ραν, μέ τή τα­ξι­νό­μη­ση τῆς φύ­σε­ως τοῦ ἀν­θρώπου σέ δι­ά­φο­ρες κρά­σεις καί μά­λι­στα σέ ὡ­ρι­σμέ­νους ἰ ­δ ι ­ο ­σ υ ­σ τ α ­τ ι ­κ ο ύ ς τύ­πους, στήν ὁ­ποί­α καί ἡ σύγ­χρο­νη ἐ­πι­στή­μη ἀ­πο­δί­δει βα­σι­κή ση­μα­σί­α (Ἰδιοσυστ. τύ­πος, Kretsohner βλ. τό ἐ­μόν, Ἱππ., π. Φύ­ο­ε­ως ἀν­θρ.-πε­ρί Χυ­μῶν, εἰς «Ἰ­α­τρι­κήν Βί­βλον», Β.1-1951).

 

 

περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ», τ. 17


 

[1] Τοῦτο ἀνταποκρίνεται προς τον χρησμό τῶν Δελφῶν: «Ὡς δύο παἰδες τεχθήσονται, Ἀπόλλωνος μέν Ἀκληπιός, Ἀρίστωνος δε Πλάτων, ὧν ὁ μέν ἰατρός ἔσται σωμάτων, ὁ δε ψυχῶν» (Ἀνών., Βίος Πλάτωνος, σελ. 9 Wemerman και Ὀλυμπιοδώρου, Βίος Πλάτ. Σελ. 4 ΙΙΙ. 45· και Διογ. Λαερτίου, Βίοι Φιλοσόφων»)