www.ekivolos.gr          

   http://ekivolosblog.wordpress.com

 

 

    ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ekivolos@gmail.com

                                  ekivolos_@hotmail.com

                                  ekivolos@ekivolos.gr

 

   

  Η ταυτότητά μας    ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ 

«Όποιος σκέπτεται σήμερα, σκέπτεται ελληνικά,

έστω κι αν δεν το υποπτεύεται.»

                                                                                                                 Jacqueline de Romilly

«Κάθε λαός είναι υπερήφανος για την πνευματική του κτήση. Αλλά η ελληνική φυλή στέκεται ψηλότερα από κάθε άλλη, διότι έχει τούτο το προσόν, να είναι η μητέρα παντός πολιτισμού.» 

                                                                                                                                                                     U.Wilamowitz

     

ΕΣΤΙΑΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

«Τό ἑλληνικό μέτρον εἶναι τό πένθος τοῦ Λόγου»

Παναγιώτης Στάμος

Κλασσικά κείμενα-αναλύσεις

Εργαλεία

Φιλολόγων

Συνδέσεις

Εμείς και οι Αρχαίοι

Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Αρχαία

Σπάρτη

ΣΧΕΤΙΚΗ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Θουκυδίδης

Το Αθηναϊκό πολίτευμα 

ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ, ΚΥΡΟΣ ΚΑΙ ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ

(αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο της Jennifer T. Roberts

«ΑΘΗΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΠΑΡΤΗΣ»)

 

Οι μάχες στο Κυνός Σήμα, στην Άβυδο και στην Κύζικο είχαν αποφέρει καλοδεχούμενες νίκες στην Αθήνα, αλλά ο έλεγχος των στε­νών απείχε πολύ από το να είναι ασφαλής. Οι Σπαρτιάτες εξακολου­θούσαν να κατέχουν τη Σηστό, τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο. Αν και τελικά η έκβαση του πολέμου θα κρινόταν στον Ελλήσποντο, αντιπερι­σπασμοί κρατούσαν συχνά και τις δύο πλευρές απασχολημένες αλλού· και φυσικά οι Αθηναίοι ήταν διχασμένοι στο ζήτημα του Αλκιβιάδη, η ιδιότητα του πολίτη δεν του είχε δοθεί ξανά, αν και η «εξόριστη κυ­βέρνηση» στη Σάμο τον είχε εκλέξει στρατηγό. Οι δύο σατράπες, ο Τισσαφέρνης και ο Φαρνάβαζος, συνέχιζαν να κάνουν επίδειξη δύνα­μης, απολαμβάνοντας την εξουσία που ασκούσαν, μέχρι που το παιχνί­δι τους έφθασε σε ένα απότομο τέλος με την απόφαση του Δαρείου να ορίσει τον νεότερο γιο του Κύρο σατράπη μιας τόσο ευρείας περιοχής, ώστε επισκίασε τελείως τον Τισσαφέρνη. Για μία ακόμη φορά, όπως είχε συμβεί και στην περίπτωση του Βρασίδα, οι Σπαρτιάτες βρήκαν έναν χαρισματικό στρατιωτικό διοικητή. Σε μια εποχή όπου και οι δύο πλευρές χρειάζονταν απεγνωσμένα κεφάλαια για να πληρώσουν τους άνδρες τους, ο ναύαρχος Λύσανδρος όχι μόνο επέδειξε απεριόριστη ενεργητικότητα, αλλά σύναψε και μια προσοδοφόρα φιλία με τον Πέρση πρίγκιπα. Ακόμη όμως κι αυτή η επικίνδυνη συμμαχία δε θα ήταν κατ’ ανάγκη μεγάλη απειλή για τις τύχες των Αθηναίων, αν δεν είχαν υπάρξει απρόβλεπτες εξελίξεις στα ύδατα της Ιωνίας.

 

 

Η μάχη για τον Ελλήσποντο

 

Το 409 π.Χ. οι Αθηναίοι έστειλαν σε εκστρατεία τον Θράσυλλο επικε­φαλής μιας δύναμης 50 τριήρεων, με 5.000 από τους άνδρες του να εί­ναι οπλισμένοι ως πελταστές και 100 ιππείς· συνολικά διέθετε 11.000 άνδρες.1 Έπρεπε να δει τι θα μπορούσε να πετύχει στην Ιωνία προτού κινηθεί προς βορρά για να ενωθεί με τον Αλκιβιάδη στον Ελλήσποντο. Έπειτα από μερικές ήσσονες επιτυχίες, ωστόσο, νικήθηκε στην Έφε­σο, όπου αντιμετώπισε όχι μόνο τους Εφέσιους και τους Σικελούς συμ­μάχους τους, αλλά και το ιππικό του Τισσαφέρνη, ο οποίος είχε προει­δοποιηθεί για την επικείμενη επίθεση, και όταν τέλειωσε η μάχη, οι Αθηναίοι είχαν χάσει τουλάχιστον 300 άνδρες.2

Υποχωρώντας προς βορρά, οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους, αντίκρισαν τα συρακούσια πλοία να αποσύρονται από την Έφε­σο και κατάφεραν να κυριεύσουν τέσσερα από αυτά. Ο Θράσυλλος έστειλε όλα τα πληρώματα πίσω στην Αθήνα, όπου -θεία δίκη- κλεί­στηκαν μέσα στα λατομεία του Πειραιά. Οι Αθηναίοι απογοητεύτηκαν πολύ όταν οι κρατούμενοι κατάφεραν λίγο καιρό αργότερα να ανοί­ξουν πέρασμα σκάβοντας τις νύχτες και να αποδράσουν.3 Ένας αιχ­μάλωτος, ωστόσο, σκοτώθηκε επί τόπου. Ο εξάδελφος του Αλκιβιάδη, που ονομαζόταν επίσης Αλκιβιάδης, από τον δήμο των Φηγών, στον οποίο είχε επιβληθεί ήδη ποινή θανάτου για τη βεβήλωση των μυστη­ρίων το 415 π.Χ. και έτσι είχε ακολουθήσει στην εξορία τον πιο διά­σημο συγγενή του, είχε πολεμήσει στο πλευρό των Συρακουσίων, και ο Θράσυλλος διέταξε να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου ως προδότης και μαχητής του εχθρού - μία ασυνήθιστη τιμωρία στην Αθήνα αλλά όχι πρωτάκουστη σε περιπτώσεις προδοσίας σε καιρό πολέμου.4

Ο Θράσυλλος και οι άνδρες του προχώρησαν στη συνέχεια προς τα βόρεια για να ενωθούν με τα στρατεύματα του Αλκιβιάδη στη Λάμψακο, στα στενά του Ελλήσποντου που χωρίζουν το Αιγαίο από την Προ­ποντίδα (τη σημερινή Θάλασσα του Μαρμαρά). Εκεί οι συνδυασμέ­νες αθηναϊκές δυνάμεις άρχισαν να διώχνουν τους Πελοποννήσιους από διάφορα κρίσιμα προπύργια. Στις μάχες στον Ελλήσποντο και οι δύο πλευρές θα έπρεπε να επιδείξουν αποφασιστικότητα και επαγρύ­πνηση και να σκέφτονται επίσης με καινοτόμους τρόπους, αφού δε θα υπήρχε περιθώριο λάθους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ήταν οι Αθηναίοι εκείνοι που επέδειξαν φαντασία και οι Σπαρτιάτες εκεί­νοι που έκαναν ένα καίριο λάθος - και πιο συγκεκριμένα, ίσως, ήταν ο Αλκιβιάδης που επέδειξε φαντασία και ο Κλέαρχος που διέπραξε το καίριο λάθος.

Η πολιορκία της Χαλκηδόνας, που βρίσκεται απέναντι από το Βυ­ζάντιο, από τους Αθηναίους εξελίχθηκε αρχικά σύμφωνα με τις παρα­δοσιακές τακτικές, καθώς Αθηναίοι στρατιώτες περιέκλεισαν την εξεγερμένη πόλη με ξύλινο τείχος και αθηναϊκά πλοία την απέκλεισαν από τη θάλασσα. Όταν ξέσπασαν οι μάχες, το τείχος εμπόδισε τον στρατό του Φαρνάβαζου να επέμβει και ο Σπαρτιάτης διοικητής Ιπποκράτης σκοτώθηκε. Ο σπαρτιατικός στρατός όμως διέφυγε μπαίνοντας στην πόλη, προκαλώντας αδιέξοδο.5 Λόγω της εγγύτητας των σημαντικών δυνάμεων του Φαρνάβαζου, οι Αθηναίοι έκαναν τότε κάτι άνευ προη­γουμένου. Με τον Αλκιβιάδη να απουσιάζει προς αναζήτηση χρημάτων οπουδήποτε μπορούσε να τα βρει, ο Ξενοφών αναφέρει πως, οι άλλοι στρατηγοί ήρθαν σε συνεννόηση με τον Φαρνάβαζο λέγοντάς του ότι δε θα αλώσουν τη Χαλκηδόνα και σε αντάλλαγμα ήθελαν 20 τάλαντα- ο σατράπης θα έφερνε επίσης σε επαφή τους Αθηναίους πρέσβεις με τον βασιλιά. Ανταλλάχθηκαν όρκοι που προέβλεπαν ότι η Χαλκηδόνα θα κατέβαλε στους Αθηναίους το ίδιο ποσό όπως και κατά το παρελθόν καθώς και όσα χρήματα όφειλε και ότι οι Αθηναίοι δε θα αναλάμβαναν καμία εχθρική δράση ενα­ντίον της Χαλκηδόνας έως όπου επιστρέψουν οι πρέσβεις από τον βασιλιά.6 

Αυτή η καινοτόμος διευθέτηση απάλλαξε όλους από τον μπελά της πολιορκίας και απέφερε στους Αθηναίους μια καλοδεχούμενη εισροή ρευστού.

Χτισμένη στη βόρεια ακτή της Προποντίδας, η Σηλυμβρία βρι­σκόταν επίσης στο στόχαστρο του Αλκιβιάδη. Ευτυχώς για τους Σηλύμβριους, αν και ο αποφασισμένος Αθηναίος διοικητής είχε συγκεντρώ­σει χρήματα και θρακικά στρατεύματα στην Καλλίπολη, ήλπιζε να διαφυλάξει τα μέσα του για την επίθεση κατά του κύριου στόχου του, του Βυζαντίου, και η κατάληψη της πόλης εξ εφόδου δε συμπεριλαμβανόταν στα σχέδιά του- κανόνισε αντιθέτως να του ανοίξει τις πύλες κατά τη διάρκεια της νύχτας μία φιλοαθηναϊκή μερίδα που ήταν μέ­σα στην πόλη. Οι Αθηναίοι εγκατέστησαν τότε φρουρά στην πόλη, μά­ζεψαν μερικά χρήματα και έσπευσαν να συναντηθούν με τον Θηραμένη και τον Θράσυλλο στο Βυζάντιο.7 Έχοντας ιδρυθεί τον 7ο αιώ­να π.Χ., κυρίως από αποίκους από τα Μέγαρα, η θέση του Βυζαντίου στην είσοδο του Βοσπόρου για τη Μαύρη Θάλασσα το έκανε να ευημερήσει ως κέντρο εμπορίου, ενώ επωφελήθηκε από τη στρατηγική θέση του ως περάσματος για τον έλεγχο των σιτηρών από την Ουκρανία. Είχε ενταχθεί στη Δηλιακή Συμμαχία εθελοντικά το 478/77 π.Χ.

Οι δυνάμεις σε αυτό το καίριο προπύργιο ήταν περίπου ισοδύνα­μες όταν οι Αθηναίοι στρατηγοί επιτέθηκαν εναντίον του το 408 π.Χ. και φάνηκε πως δε θα υπήρχε τρόπος να καταλάβουν την πόλη διά της βίας. Οι Πελοποννήσιοι διοικούνταν από τον Κλέαρχο, και αυτός ήταν ο μόνος Σπαρτιάτης που ήταν παρών οι άλλοι, εκτός από τους ίδιους τους Βυζαντινούς, ήταν Μεγαρείς (πιθανώς λόγω του ρόλου των Με­γάρων στην ίδρυση της πόλης), Βοιωτοί, περίοικοι και νεοδαμώδεις. Ο συνολικός αριθμός όμως όσων αντιστέκονταν ήταν μεγάλος, διότι το Βυζάντιο ήταν μια αρκετά μεγάλη πόλη. Οι Αθηναίοι είχαν φτιά­ξει πολιορκητικές μηχανές και προσέβαλαν τις οχυρώσεις τόσο από μακριά όσο και από κοντά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.8 Στο οπλοστάσιό τους, ωστόσο, υπήρχε ένα μυστικό όπλο: η προδιάθεση του ίδιου του Κλέαρχου. Ο Κλέαρχος ήταν ένας σκληροτράχηλος στρατιώτης και είχε υποχρεώσει τους Αθηναίους να πολεμήσουν σκληρά στην Κύζικο, αλλά τώρα στο Βυζάντιο η διαγωγή του απηχούσε ξεκάθαρα εκεί­νη ενός άλλου προγενέστερου Σπαρτιάτη στο Βυζάντιο, του στρατη­γού Παυσανία των Περσικών Πολέμων, ο οποίος ήταν αντιβασιλέας του ανήλικου γιου του Λεωνίδα Πλείσταρχου, έπειτα από τον ηρωι­κό θάνατο του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες και δυσαρέστησε πολύ τους Έλληνες με την υπεροψία του.9 Φαίνεται πως ο Κλέαρχος ήταν ένας δυσάρεστος άνθρωπος και του έλειπε επίσης η κρίση. Αφού έδωσε όλα τα τρόφιμα που υπήρχαν μέσα στην πόλη στους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους στρατιώτες, άφησε τον πληθυσμό να πεθάνει από την πεί­να, και θέλοντας χρήματα για να πληρώσει τα στρατεύματά του και να ναυπηγήσει πλοία με τα οποία να αποσπάσει την προσοχή των Αθη­ναίων, βγήκε για να αναζητήσει κεφάλαια, αφήνοντας την πόλη υπό τον έλεγχο των υφισταμένων του.

Είναι σαφές ότι ο Κλέαρχος δεν πίστευε ότι θα πρόδιδε κανείς στους Αθηναίους το σημαντικό οχυρό στον Ελλήσποντο, αλλά η πεποίθησή του ήταν εσφαλμένη. Ορισμένοι επιφανείς Βυζαντινοί ήταν τόσο απο­ξενωμένοι, ώστε συνωμότησαν με τον Αλκιβιάδη για να κάνουν ακρι­βώς αυτό. Αφού διέδωσε μια ιστορία ότι δήθεν οι Αθηναίοι έφευγαν για την Ιωνία, ο Αλκιβιάδης οδήγησε τις δυνάμεις του αρκετά μακριά από το Βυζάντιο, όσο ακριβώς χρειαζόταν για να γίνει πιστευτή η ιστο­ρία, αλλά παρέμεινε αρκετά κοντά για να επιστρέψει τη νύχτα και να επιτεθεί στα πελοποννησιακά πλοία μέσα στο λιμάνι. Όταν ξέσπασε σύ­γκρουση ανάμεσα σε εκείνους που ήταν πιστοί στην Αθήνα και σε εκεί­νους που διατηρούσαν την αφοσίωσή τους στη Σπάρτη, ο Αλκιβιάδης διακήρυξε πως εγγυάτο την ασφάλεια των Βυζαντινών αν κατέθεταν τα όπλα τους. Αυτοί το έπραξαν -όχι πριν σκοτώσουν κάμποσους από τον πελοποννησιακό στρατό- και στη συνέχεια επέστρεψαν στο καθε­στώς του συμμάχου των Αθηναίων κανένας Βυζαντινός δε σκοτώθη­κε ούτε εξορίστηκε και στην πόλη δεν εγκαταστάθηκε φρουρά. Ήταν φανερό πως οι Αθηναίοι ασκούσαν μια ηπιότερη πολιτική με την ιδέα να στρώσουν τον δρόμο για την ειρήνη.10

Το αίτημά τους στη Χαλκηδόνα για διαπραγμάτευση με τον Δαρείο είχε αντικατοπτρίσει αυτές τις ελπίδες για ειρήνη. Άλλωστε οι Σπαρτιάτες είχαν παραβιάσει τη συνθήκη τους με τους Πέρσες προτείνοντας να κάνουν χωριστή ειρήνη με την Αθήνα. Θα ήταν άραγε τώρα ο βασιλιάς δεκτικός σε προσεγγίσεις από την άλλη πλευρά της σύρραξης;

Δυστυχώς, οι Αθηναίοι πρέσβεις δεν είχαν τίποτα να του προσφέ­ρουν, διότι σε αντίθεση με τους Σπαρτιάτες, κατείχαν έδαφος στην Ιω­νία που τους κατέβαλε φόρο υποτέλειας και δε σκόπευαν να το παρα­δώσουν. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα είχε προκύψει από μία διά­σκεψη με τον Δαρείο. Ίσως οι Αθηναίοι απλώς να επιθυμούσαν να προσελκύσουν την προσοχή του βασιλιά στην προδοσία των Σπαρτιατών, στο ότι τους πρότειναν μια χωριστή ειρήνη και να τον αποτρέψουν από το να τους επιχορηγήσει ξανά στο μέλλον. Καμία τέτοια συνάντη­ση όμως δεν έλαβε χώρα, διότι στο ταξίδι τους -το οποίο φρόντισε ο Φαρνάβαζος να είναι αργό και κοπιαστικό- συνάντησαν τον Σπαρτιάτη Βοιώτιο και τους συμπατριώτες του πρέσβεις που επέστρεφαν από την Αυλή του Δαρείου και έμαθαν άσχημα νέα: οι Σπαρτιάτες, ανέφεραν οι επιστρέφοντες πρέσβεις, «πήραν όλα όσα ήθελαν από τον βασιλιά».11 Ακόμη χειρότερα, οι Σπαρτιάτες συνοδεύονταν από τον νέο σύμμαχό τους, τον Κύρο, τον γιο του βασιλιά, ο οποίος έφερε μία επιστολή από τον πατέρα του που εξηγούσε ότι ο δεκαεξάχρονος νέος θα αναλάμβα­νε στο εξής τη διοίκηση μεγάλου μέρους των παράλιων περιοχών και θα βοηθούσε τους Σπαρτιάτες στον πόλεμο.12 Έτσι οι Αθηναίοι διαπί­στωσαν ότι τα σημαντικά στρατιωτικά κέρδη τους είχαν ακυρωθεί από μία αξιοσημείωτη διπλωματική -και οικονομική- ήττα.

 

 

Η επιστροφή του ασώτου

 

Παρά την ατυχία αυτή, ο δρόμος για την Αθήνα ήταν τώρα ανοιχτός για τον Αλκιβιάδη - ή τουλάχιστον νόμιζε ότι ήταν ασφαλές να βολι­δοσκοπήσει την κατάσταση. Είχε καταγάγει σημαντικές στρατιωτικές επιτυχίες από τότε που είχε εγκαταλείψει τους ξένους και πολεμούσε με την αθηναϊκή πλευρά. Παρ’ όλα αυτά είχε ζήσει για χρόνια σε αναμονή, είχε γίνει αποδεκτός πρώτα από την εξόριστη κυβέρνηση στη Σάμο και μόνο τότε από την κυβέρνηση των Πέντε Χιλιάδων. Ποιος θα ήταν σίγουρος στη θέση του ότι οι σημαντικές υπηρεσίες του προς την πόλη θα εγγυώνταν την αποκατάστασή του από τη δημοκρατία, η οποία τον είχε καταδικάσει σε θάνατο, τον είχε καταραστεί και είχε δημεύσει την περιουσία του; Κινήθηκε προς την πατρίδα με επιφύλα­ξη, σταματώντας στην Καρία για να συγκεντρώσει χρήματα (αν και πι­θανώς όχι και τα 100 τάλαντα που ισχυρίστηκε ο Ξενοφών), και κατό­πιν πήγε στο Γύθειο, την κύρια ναυτική βάση της Λακωνίας, εν μέρει για να κατοπτεύσει τις σπαρτιατικές ναυπηγικές δραστηριότητες, αλλά κυρίως για να περιμένει να περάσει η εκλογική περίοδος στην Αθήνα και να σφυγμομετρήσει τον δήμο: είχαν άραγε την εύνοια ο ίδιος και οι φίλοι του;13 Τα γεγονότα απέδειξαν ότι την είχαν. Αυτός και ο Θρασύ­βουλος, καθώς και ο συμπατριώτης τους από τον ίδιο δήμο Αδείμαντος, που τον είχε ακολουθήσει στην εξορία, είχαν όλοι εκλεγεί στρατηγοί. Μαθαίνοντας αυτά τα νέα, ο Αλκιβιάδης προχώρησε προς την Αθή­να. Ήταν όμως ακόμη ανήσυχος για την υποδοχή που μπορεί να τον περίμενε εκεί και παρέμεινε στο κατάστρωμα του πλοίου του, μέχρι που έπιασε το μάτι του μια συντροφιά προϋπάντησης από φίλους και συγγενείς. Τότε μόνο αποβιβάστηκε και περπάτησε μέσα στην πόλη, συνοδευόμενος από σωματοφύλακες.14 Ήταν φανερά πολύ νευρικός.

Καθώς περπατούσε, λέει ο Πλούταρχος, οι ηλικιωμένοι τον έδει­χναν στους νέους και η παρουσία του προκάλεσε μετάνοια για την εξο­ρία του, πυροδοτώντας τη σκέψη ότι η Σικελική Εκστρατεία δε θα εί­χε αποτύχει αν αυτός είχε αφεθεί στην ηγεσία της. Διότι τώρα που εί­χε επιστρέψει στις αθηναϊκές αγκάλες, «είχε πάρει την πόλη όταν αυτή είχε σχεδόν εκδιωχθεί από τη θάλασσα, όταν στην ξηρά μετά βίας μπο­ρούσε να ελέγχει τα προάστιά της, και όταν βασίλευε η διαμάχη εντός των τειχών της, και τη σήκωσε από τα άθλια δεινά της, όχι μόνο αποκαθιστώντας την εξουσία της στη θάλασσα, αλλά και οδηγώντας τη σε νίκη επί των εχθρών της παντού στην ξηρά».15 Απευθυνόμενος στη Βουλή των Πεντακοσίων και στην Εκκλησία του Δήμου, διακήρυξε την αθωότητά του από όλες τις κατηγορίες που είχαν απευθυνθεί εναντίον του. Διπλωματικά, παραπονέθηκε για την τύχη του ενώ επέρριψε την κύρια ευθύνη για τις ατυχίες του σε έναν συγκεκριμένο δικό του κακό δαίμονα, παρά σε μεμονωμένους Αθηναίους. Στη συνέχεια στράφηκε σοφά προς το μέλλον, προτρέποντας τους ακροατές του να τρέφουν με­γάλες ελπίδες. Η προετοιμασμένη ρητορική του απέδωσε καρπούς: ο δήμος ψήφισε να του απονεμηθούν χρυσά στέμματα και να ονομαστεί αρχιστράτηγος, με εξουσία πάνω στους υπόλοιπους εννέα στρατηγούς· η στήλη πάνω στην οποι'α είχε χαραχτεί η ποινή σε βάρος του πετάχτηκε στη θάλασσα, του αποδόθηκε σε μετρητά η αξία της δημευθείσας περιουσίας του και οι ιερείς των Ελευσινίων Μυστηρίων (κάτω από καταναγκασμό) απέσυραν απρόθυμα τις κατάρες τους.16

Καθώς ήταν ακόμη καλοκαίρι, εποχή των θαλάσσιων επιχειρή­σεων, μπορεί να φάνηκε καλό στον Αλκιβιάδη να αναχωρήσει αμέ­σως ανατολικά, αλλά είχε δουλειές στην Αττική τις οποίες είχε αφή­σει στη μέση. Έχοντας χάσει την αίσθηση του χρόνου μέσα στο άγχος του, είχε καταπλεύσει άθελά του στον Πειραιά στη χειρότερη μέρα ολό­κληρου του αθηναϊκού έτους.17 Κι αυτό διότι αυτή η μέρα, στην οποία οι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Πλυντήρια, εθεωρείτο τόσο δυσοίωνη, ώστε όλα τα ιερά ήταν κλειστά, με ένα φράγμα από σχοινιά να φράζει τις ει­σόδους τους εμποδίζοντας την πρόσβαση. Όλες οι δραστηριότητες που γίνονταν την ημέρα των Πλυντηρίων θεωρούνταν κακότυχες. Η προ­στασία της Αθηνάς δεν ήταν διαθέσιμη στην πόλη εκείνη τη μέρα, διότι τα Πλυντήρια ήταν η Γιορτή του Πλυσίματος, και αυτή τη μέρα οι γυ­ναίκες της οικογένειας των Πραξιεργιδών αφαιρούσαν τον χιτώνα και τα στολίδια από το αρχαίο ξύλινο άγαλμα της Αθηνάς Πολιάδος (της πολιούχου Αθηνάς) και το απομάκρυναν από τον ναό για τελετουρ­γικό καθάρισμα. Στη συνέχεια το άγαλμα μεταφερόταν με πομπή στο κοντινό λιμάνι του Φαλήρου για να εξαγνιστεί με θαλασσινό νερό· ο χιτώνας της θεάς μπορεί να πλενόταν επίσης από ειδική πλύστρα. Η πομπή επέστρεφε υπό το φως των δαυλών, οπότε το άγαλμα ντυνόταν ξανά με τον χιτώνα και τα κοσμήματά του.18

Αυτή τη μέρα, όταν η πόλη βρισκόταν ουσιαστικά σε αργία για θρη­σκευτικούς λόγους, ήταν η χειρότερη δυνατή για τον Αλκιβιάδη να επιστρέψει στην πατρίδα του και το απρόσεκτο λάθος του να ξεχάσει αυτή τη θρησκευτική ιεροτελεστία θα πρέπει να προσέδωσε νέο χαρακτήρα επείγοντος σε ένα σχέδιο που είχε καταστρώσει εκ των προτέρων: θα έσβηνε το στίγμα της καταδίκης του με την κατηγορία θρησκευτικού αμαρτήματος το 415 π.Χ. διοργανώνοντας με ενάργεια μια πομπή πι­στών διά ξηράς προς την Ελευσίνα. Από το 413 π.Χ., η παρουσία ενός σπαρτιατικού στρατού στη Δεκέλεια είχε υποχρεώσει τους Αθηναίους να περικόψουν σε μεγάλο βαθμό τον εορτασμό των μυστηρίων, αναγκάζοντάς τους να κάνουν το ταξίδι έως τον βωμό των δύο θεών διά θαλάσσης αντί διά ξηράς, προκειμένου να αποφύγουν μία σπαρτιατική επίθεση· αυτό εμπόδιζε τους Αθηναίους να κάνουν πολλά από τα αγα­πημένα τελετουργικά τους που κανονικά εκτελούσε η πομπή καθ’ οδόν. Τώρα, ωστόσο, ο Αλκιβιάδης ανέστησε την παμπάλαια χερσαία πομπή με όλη την περίτεχνη μεγαλοπρέπειά της, τοποθετώντας σκοπούς πάνω στους λόφους και διαθέτοντας μια ένοπλη φρουρά.19 Όσοι δεν ήταν εχθρικοί απέναντι' του τον χαιρέτησαν ακόμη και ως Αρχιερέα της πα­ρέλασης. Καθώς οι Σπαρτιάτες δεν έκαναν καμία κίνηση για να παρέμβουν, πολλοί Αθηναίοι επιβεβαιώθηκαν στην πεποίθησή τους ότι ο Αλκιβιάδης περιβαλλόταν από κάποιο πεδίο δυνάμεων που του είχε προσδώσει μια μαγική γοητεία για την επιτυχία της πόλης.20

Μόνο όταν αυτή η πράξη ευσέβειας, ανάλογη εκείνων του Νικία σε επίδειξη, ολοκληρώθηκε, ψηφίστηκε η πρόταση του Αλκιβιάδη να μεταβεί επικεφαλής μιας δύναμης στα ανατολικά: θα είχε μαζί του 100 τριήρεις, 1.500 οπλίτες και 150 ιππείς.21 Στην πρώτη του στάση, στο νη­σί της Άνδρου, κατάφερε να εξασφαλίσει ένα οχυρό, αλλά απέτυχε να καταλάβει το νησί, αφήνοντας τους εχθρούς του στην Αθήνα να αγριο­κοιτάζουν. Αυτή η μικρή απογοήτευση θύμωσε τον κόσμο, αλλά επρόκειτο να έρθουν και πολύ χειρότερα.22 Φθάνοντας στην ακτή της Μι­κρός Ασίας, ο Αλκιβιάδης βρήκε την κατάσταση εκεί τελείως αλλαγμέ­νη, διότι ο φιλόδοξος πρίγκιπας Κύρος, που επεδίωκε να διαδεχτεί τον πατέρα του ως βασιλιάς, είχε βρει έναν σύμμαχο στον εξίσου φιλόδο­ξο Λύσανδρο, τον νέο ναύαρχο της Σπάρτης. Ο Λύσανδρος είχε σχε­δόν τα διπλάσια χρόνια του Κύρου, αλλά αυτός και ο νεαρός τα πήγαι­ναν θαυμάσια μαζί και η καλή σχέση τους σήμαινε σοβαρούς μπελά­δες για τους Αθηναίους.

 

 

Η άνοδος του Λύσανδρου

 

Αν και ήταν λογικό για τον Δαρείο να συλλογίζεται μια ριζική ανα­διοργάνωση των παράλιων σατραπειών, αφού ο Τισσαφέρνης δεν έδει­χνε να τις επιβλέπει αποτελεσματικά, ο Κύρος δεν αποτελούσε πρώτη επιλογή για να αντικαταστήσει τον Τισσαφέρνη στην επικράτειά του- παρ’ όλα αυτά ο Δαρείος τον έκανε κύριο της Λυδίας, της Μείζονος Φρυγίας και της Καππαδοκίας, αφήνοντας στον Τισσαφέρνη μόνο την Καρία. Ανάμεσα στους άλλους έμπειρους αξιωματούχους, ο Δαρείος είχε κι έναν μεγαλύτερο γιο, τον Αρσάκη. Η ετεροθαλής αδελφή και βασίλισσα του Δαρείου όμως, η Παρυσάτις, αντιπαθούσε τον πρωτότο­κο γιο της ούτε για την ισχυρογνώμονα σύζυγό του Στάτειρα (την οποία τελικά δολοφόνησε), ενώ αντιθέτως έτρεφε μεγάλες φιλοδοξίες για τον Κύρο.23 Ο νεαρός είχε πολλούς εχθρούς στην Αυλή, συμπεριλαμβανομένης και της Στάτειρας, και χρειαζόταν έναν φίλο από το εξωτερι­κό προκειμένου να προωθηθεί παρά τη θέση που κατείχε εξαιτίας της σειράς γέννησής του. Ο βραχυπρόθεσμος στόχος του ήταν να κερδίσει την εύνοια του πατέρα του διώχνοντας τους Αθηναίους από τα βα­σιλικά εδάφη, μία αποστολή στην οποία ο Τισσαφέρνης είχε αποτύχει εμφανώς· μακροπρόθεσμα, είχε τον νου του να βρει κάποιον που θα μπορούσε να του παράσχει έναν στρατό αν χρειαζόταν να κερδί­σει τον θρόνο πολεμώντας. Κι έτσι ήταν πανευτυχής που συναντήθηκε με τον Λύσανδρο και τους συναδέλφους του στις Σάρδεις και άκουσε αυτά που ο Σπαρτιάτης είχε να του πει.

Αν και ο Λύσανδρος ήταν κι αυτός δολοπλόκος, είχε ανατραφεί σε πολύ διαφορετικές περιστάσεις. Σε αντίθεση με τον Κύρο, δεν εί­χε γεννηθεί κοντά στο κέντρο της εξουσίας. Βεβαίως προερχόταν από διακεκριμένη οικογένεια, αλλά ο αριστοκράτης πατέρας του είχε πτωχεύσει. Από μικρή ηλικία ήταν επικεντρωμένος στο να παίρνει αυτό που ήθελε, καλλιεργώντας σχέσεις με ανθρώπους που ασκούσαν επιρ­ροή και πατρονάροντας άλλους που είχαν εξουσία προκειμένου να πετύχει τους στόχους του.24 Μία απόφαση που έλαβε σε νεαρή ηλι­κία είχε βαθιά επίπτωση για την υπόλοιπη ζωή του. Ήταν έθιμο στην Ελλάδα για αγόρια ηλικίας 12 ή 13 ετών (πιθανώς και λίγο μεγαλύτε­ρα, δεδομένης της πιο αργής έναρξης της εφηβείας) να αποκτούν με­γαλύτερους εραστές, οι οποίοι λειτουργούσαν ως μέντορες. Διανοού­μενοι των οποίων τα γραπτά έχουν διασωθεί, όπως ο Ξενοφών και ο Πλάτων, επέμεναν ότι αυτές οι φιλίες δεν ήταν απροκάλυπτα σεξουαλι­κές, αλλά δεν έλεγαν την αλήθεια. Αυτές οι σχέσεις ήταν πολύ συχνά σωματικές, με τους άνδρες να φλερτάρουν τα αγόρια με δώρα και τα αγόρια να τους ανταμείβουν με σεξουαλικές χάρες. Αν και φαίνεται πως δεν ήταν της μόδας να συνεχίζεται η σεξουαλική πλευρά της σχέ­σης αφότου το αγόρι έβγαζε γένια, ο μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας συνέχιζε να λειτουργεί ως σύμβουλος και πρότυπο για τον νέο. Αυτό το είδος σχέσης αποτελούσε σημαντικό μέρος της εκπαίδευσης συγκε­κριμένων αγοριών της ελίτ στην Αθήνα, όπου το κράτος δεν παρείχε δημόσια παιδεία, αλλά και στη Σπάρτη, όπου παρείχε. Ο μεγαλύτερος σύντροφος, ο «εραστής», όφειλε να παρέχει καθοδήγηση στον νεαρό, τον «αγαπημένο», για το πώς να ασχοληθεί με τα πολιτικά πράγματα. Μια τέτοια σχέση δεν απέκλειε κατά καμία έννοια τις σχέσεις με γυ­ναίκες· όλοι οι Έλληνες άνδρες έπρεπε να παντρεύονται, αν και με­ρικοί, όπως ο Πλάτων, δεν το έπρατταν.

Το αγόρι που ο Λύσανδρος επέλεξε ως αγαπημένο του δεν επιλέχθηκε πιθανότατα για τη γοητεία ή την ομορφιά του, αλλά για την πολιτική ανέλιξη που θα παρείχε. Δεν ήταν άλλος από τον Ευρυποντίδη Αγη­σίλαο, τον ετεροθαλή αδελφό του βασιλιά Άγιδος. Η μεγαλύτερη από­δειξη για τον μαγνητισμό του Λύσανδρου είναι ότι ο πρίγκιπας, που σίγουρα είχε πολλούς μνηστήρες, αποδέχτηκε την προσέγγισή του. Το τεράστιο θράσος που επέδειξε ο Λύσανδρος στην ερωτοτροπία του με τον Αγησίλαο ήταν απίστευτο. Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι ο Άγις δε θα εκτιμούσε ιδιαίτερα την εισβολή αυτού του τυχάρπαστου στην οικογένειά του. Ευτυχώς για τον Λύσανδρο όμως, δεν υπήρξαν άσχη­μα αισθήματα. Αυτός και ο Άγις συμφωνούσαν σε πολλά ζητήματα και θα συνεργάζονταν ως πολιτικοί σύμμαχοι στα χρόνια που θα έρχονταν.

Ο Λύσανδρος, για τον οποίο λεγόταν πως εξαπατούσε «αγόρια χαρίζοντάς τους κότσια για να παίξουν αστραγάλους και άνδρες δίνο­ντας τους όρκους», αποτελούσε ένα περίπλοκο μείγμα υπεροψίας και δουλοπρέπειας.25 Πιθανώς αυτόν τον συνδυασμό αρετών να έδειξε στον Πέρση πρίγκιπα που συνάντησε στις Σάρδεις, αφού πέρασε κά­ποιο διάστημα μετατρέποντας την Έφεσο σε συμπαγή ναυτική βάση και εκπαιδεύοντας τα πληρώματά του. Ο Κύρος από την πλευρά του ανέφερε ότι ο πατέρας του του είχε δώσει εντολή να λάβει ενεργό μέ­ρος στον πόλεμο και πως είχε φέρει μαζί του 500 τάλαντα- αν αυτό το ποσό δεν αποδεικνυόταν αρκετό, είπε -θυμίζοντας εδώ τον Τισσαφέρνη-, θα διέλυε τον ίδιο του τον θρόνο, που ήταν φτιαγμένος από χρυσό και ασήμι, και θα χρησιμοποιούσε τα χρήματα για τον πόλεμο. Όταν ο Λύσανδρος ζήτησε από τον Κύρο να διπλασιάσει τον μισθό των κω­πηλατών του, ωστόσο, ο Κύρος, ενοχλημένος, υποχρεώθηκε να αναδι­πλωθεί. Είχε υποσχεθεί περισσότερα από όσα ο πατέρας του τον εί­χε εξουσιοδοτήσει να δώσει. Αυτό που ζητούσε ο Λύσανδρος σήμαινε την αύξηση του μισθού από τρεις οβολούς σε έξι, δηλαδή συνολι­κά μία δραχμή, και ο Κύρος δεν είχε στην πραγματικότητα τόσα χρή­ματα. Έπειτα από το δείπνο όμως, όταν ο Κύρος ρώτησε τον ναύαρχο τι θα μπορούσε να κάνει που θα τον ευχαριστούσε περισσότερο από κάθε τι άλλο, ο Λύσανδρος αποκρίθηκε ότι θα τον ευχαριστούσε πε­ρισσότερο αν προσέθετε έναν οβολό στον μισθό κάθε ναύτη. Αυτό ο Κύρος αποτόλμησε να το κάνει δίχως να έχει την έγκριση του πατέρα του· συμφώνησε επίσης να πληρώσει όλους τους καθυστερούμενους μισθούς και να δώσει και ένα μηνιάτικο προκαταβολικά. Τώρα ο Λύ­σανδρος βρισκόταν σε καλή θέση για να ενθαρρύνει λιποταξίες από τον αθηναϊκό στόλο.26 Έχοντας τεθεί σε συναγερμό από τις ειδήσεις γι’ αυτή τη διάσκεψη, οι Αθηναίοι έκαναν μια τελευταία προσπάθεια να συναντήσουν τον Κύρο, αλλά ο πρίγκιπας απέρριψε αυτή την πιθα­νότητα ασυζητητί.

 

 

Μία τυχαία μάχη και η πτώση του Αλκιβιάδη

 

Αν και η επόμενη ναυμαχία του πολέμου είχε δραματικές συνέπειες, δεν είχε σχεδιαστεί από την ανώτατη διοίκηση καμίας πλευράς. Έπειτα από τη συνάντησή του με τον Κύρο, ο Λύσανδρος επέστρεψε στον στόλο του στην Έφεσο. Στο μεταξύ ο Αλκιβιάδης, περιπλέοντας τα παράλια της Μικράς Ασίας για να συγκεντρώσει χρήματα, είχε εγκατασταθεί σε έναν προστατευμένο όρμο λίγο βορειότερα από την Έφεσο, στο Νότιο. Εφόσον ο Λύσανδρος δεν έδειχνε σημάδια ότι ήθελε να πολε­μήσει, έπειτα από έναν μήνα περίπου ο Αλκιβιάδης κατευθύνθηκε προς τη Φώκαια, την οποία πολιορκούσε ο Θρασύβουλος. Ίσως αν οι Αθη­ναίοι μπορούσαν να πείσουν τον Λύσανδρο ότι η Φώκαια απειλείτο, οι Σπαρτιάτες να κινούνταν προς τα εκεί και να συγκρούονταν με τον αθηναϊκό στόλο. Επιβιβάζοντας τις χερσαίες δυνάμεις του στα οπλιτα­γωγά για να ενωθεί με τον Θρασύβουλο στην πολιορκία της Φώκαιας, ο Αλκιβιάδης άφησε τις τριήρεις υπό τη διοίκηση του πλοηγού του, του Αντίοχου, ενός παλιού του φίλου: ο Αντίοχος είχε κερδίσει την εύνοιά του από τότε που είχε πιάσει το ορτύκι που είχε ξεφύγει κάτω από τον μανδύα του Αλκιβιάδη κατά τη μη αναμενόμενη επίσκεψή του στην Εκ­κλησία του Δήμου πολλά χρόνια πριν.27 Αυτή η επιλογή διοικητή σήμα- νε το τέλος της σταδιοδρομίας του Αλκιβιάδη.

Η απόφαση του Αλκιβιάδη μπορεί να ήταν λογική, αλλά ήταν προ­κλητική. Αν και ο Αντίοχος μπορεί να ήταν ικανός ναυτικός, ικανότε­ρος ακόμη και από οποιονδήποτε παρόντα τριήραρχο, μερικοί από τους οποίους ήταν απλώς πλούσιοι που είχαν τα κεφάλαια για να εξο­πλίσουν και να επανδρώσουν ένα πλοίο, δεν είχε διοικήσει ποτέ πριν στόλο. Βεβαίως, ο Αλκιβιάδης πριν φύγει του έδωσε αυστηρές εντολές να μη συγκρουστεί σε καμία περίπτωση με τα πλοία του Λύσανδρου αν αυτά παρέμεναν στο Νότιο. Παρ’ όλα αυτά, το ότι άφησε τη διοίκηση του στόλου σε φίλο αντί σε έναν στρατηγό ή τριήραρχο έκανε άσχη­μη εντύπωση.28 Δε θα μπορούσε άραγε να είχε αφήσει πίσω έναν από τους συναδέλφους στρατηγούς του ως επικεφαλής; Μάλιστα, ο Αλκι­βιάδης δε θα έπρεπε να είχε αφήσει τον στόλο του χωρίς την προσωπι­κή του ηγεσία ευθύς εξαρχής. Λόγω του υψηλότερου μισθού που προσέφεραν οι Πελοποννήσιοι, οι Αθηναίοι αιμορραγούσαν χάνοντας ναύτες. Αν και ο Λύσανδρος διέθετε 90 πλοία έναντι 80 του Αλκιβιά­δη, ο Θρασύβουλος είχε 30 πλοία στη Φώκαια και η μεταφορά μερι­κών από αυτά θα έπρεπε να ήταν προτεραιότητα, αφού ο χρόνος ευ­νοούσε τους Σπαρτιάτες. Γενικά, ο Αλκιβιάδης έκανε κακή επιλογή και ενόσω έλειπε, κάτι πήγε πάρα πολύ στραβά.

Ελπίζοντας να εντυπωσιάσει τον φίλο του με ένα εκθαμβωτικό τετελεσμένο γεγονός όταν θα επέστρεφε, ο Αντίοχος παράκουσε τις διαταγές του Αλκιβιάδη. Το τι ακριβώς έκανε αποτέλεσε το αντικείμε­νο διαφωνιών μεταξύ των αρχαίων πηγών και παραμένει το ίδιο μετα­ξύ των συγχρόνων ιστορικών.29 Ο Ξενοφών και ο Πλούταρχος αναφέ­ρουν ότι έστειλε δύο σκάφη να περάσουν μπροστά από τις πλώρες των πλοίων του Λύσανδρου φωνάζοντας προκλητικά λόγια και κάνοντας χειρονομίες, οπότε ο Λύσανδρος απέπλευσε με μερικά από τα δικά του σκάφη για να τον κυνηγήσει- τότε, όταν οι Αθηναίοι προσέτρεξαν σε βοήθεια των πλοίων τους, ο Λύσανδρος έστειλε ολόκληρο τον στόλο του και κατέλαβε πολλά πλοία. Ο Ξενοφών αναφέρει ότι κυριεύτηκαν 15 πλοία- ο Πλούταρχος λέει ότι ο Αντίοχος σκοτώθηκε.30

Άλλες αρχαίες αφηγήσεις διηγούνται μια πιο πειστική ιστορία. Στις δικές τους εξιστορήσεις, ο Αντίοχος κατευθύνθηκε προς την Έφεσο επικεφαλής 10 πλοίων, δίνοντας εντολή στον υπόλοιπο στόλο του να παραμείνει στο Νότιο, περιμένοντας έως ότου αυτός και οι σύντροφοί του παρασύρουν τους Σπαρτιάτες στα ανοιχτά, σε κάποια απόσταση από την Έφεσο. Τότε υποτίθεται ότι ο αθηναϊκός στόλος θα είχε μια ευκαιρία να κινηθεί και να τους αποκόψει από τη βάση τους. Αυτό, ωστόσο, δε συνέβη. Έχοντας μάθει από λιποτάκτες ότι ο Αλκιβιάδης απουσίαζε και δε θα μπορούσε να ηγείται της επίθεσης, ο Λύσανδρος επικεντρώθηκε αμέσως στη ναυαρχίδα και τη βύθισε, σκοτώνοντας τον Αντίοχο. Βλέποντας τα υπόλοιπα πλοία του να τρέπονται σε φυγή, ο κύριος όγκος του αθηναϊκού στόλου απέπλευσε τότε για να τα σώ­σει, αλλά με σημαντική αταξία, με αποτέλεσμα ο στολίσκος του Λύ­σανδρου να αναδειχτεί νικητής. Ο Διόδωρος Σικελιώτης ισχυρίζεται ότι οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν 22 πλοία, αν και πολλά από τα σκάφη κυριεύτηκαν αρκετά κοντά στην ξηρά ώστε η πλειονότητα των ναυτών να μπορέσουν να κολυμπήσουν με ασφάλεια και να διαφύγουν αντί να συλληφθούν αιχμάλωτοι.31

Ό,τι κι αν συνέβη στα ύδατα ανάμεσα στην Έφεσο και στο Νότιο εκείνη τη μέρα, οι συνέπειες για τον πρόσφατα αποκατεστημένο Αλ­κιβιάδη υπήρξαν καταστροφικές. Επεδίωξε να αποκαταστήσει την υπόληψή του παρασύροντας τον Λύσανδρο σε μάχη, αλλά ο έξυπνος ναύαρχος ήξερε καλά ότι δεν έπρεπε να διακινδυνεύσει να απαλείψει τον πρόσφατο εξευτελισμό του ομολόγου του από την αθηναϊκή πλευρά. Τότε ο Αλκιβιάδης επιτέθηκε κατά της μικρής Κύμης, ελπί­ζοντας να πετύχει κάτι για λογαριασμό της Αθήνας, αλλά η Κύμη φαί­νεται ότι ήταν σύμμαχος πόλη (αν και την κατηγόρησε για έλλειψη νο­μιμοφροσύνης) και οι Κυμαίοι όχι μόνο κατάφεραν να τον αποκρούσουν, αλλά παραπονέθηκαν γι’ αυτόν και στους Αθηναίους.32 Τώρα ο Αλκιβιάδης είχε ξεμείνει από επιλογές και σύντομα οι κατηγορίες σε βάρος του αθροίστηκαν. Εκείνοι που ήταν ανέκαθεν σκεπτικι­στές για το εσωτερικό είδος πατριωτισμού του ένιωθαν δικαιωμένοι για τις αμφιβολίες τους. Εκτός από τους Κυμαίους, ο Θρασύβουλος ο Κολλυτεύς (δεν πρέπει να συγχέεται με τον σπουδαίο στρατηγό Θρασύβουλο από τη Στείρια) απέπλευσε από τη Σάμο για την Αθήνα για να τον καταγγείλει. Ο Αλκιβιάδης, είπε, είχε θέσει επικεφαλής έναν άνδρα του οποίου οι μόνες ικανότητες ήταν στην οινοποσία και στο να διηγείται ναυτικές ιστορίες, και το είχε κάνει αυτό όχι μόνο για να είναι ελεύθερος να ταξιδεύει μαζεύοντας χρήματα, αλλά και για να επιδίδεται στα δικά του ξεφαντώματα, μεθοκοπήματα και σε­ξουαλικές υπερβολές με γυναίκες που πλήρωνε στην Άβυδο και στην Ιωνία για να είναι διαθέσιμες - και όλα αυτά με έναν εχθρικό στόλο να βρίσκεται κοντά.33 Άλλοι τον κατηγόρησαν ότι συνωμότησε με τον Φαρνάβαζο. Ύποπτο ήταν επίσης το γεγονός ότι είχε κατασκευά­σει φρούρια για τον εαυτό του στη Θράκη για περίπτωση έκτακτης ανάγκης· οι άνθρωποι δε θα μπορούσαν παρά να αναρωτιούνται τι είδους έκτακτη ανάγκη προέβλεπε.34 Κατά συνέπεια διαβιβάστηκε στην Εκκλησία του Δήμου μία πρόταση για την καθαίρεσή του από τη στρατηγία.35 Με βαριά καρδιά, ο Αλκιβιάδης επέλεξε να αποσυρ­θεί και πάλι στην εξορία, μόλις λίγους μήνες αφότου είχε γίνει δεκτός με τόσο ενθουσιασμό στην Αθήνα. Μπορούσε να φανταστεί πόσες δημόσιες κατηγορίες και ιδιωτικές μηνύσεις θα τον περίμεναν κατά την επιστροφή του. Οι ιερείς των Ελευσίνιων Μυστηρίων δε θα μπο­ρούσαν να είναι ευτυχέστεροι.

Όντας θρύλος στο δικό του μυαλό, ο Αλκιβιάδης δεν ήταν καλός στο ομαδικό παιχνίδι. Ήταν όμως διοικητής άνω του μέσου όρου και έμπειρος διπλωμάτης και η Αθήνα θα ένιωθε την απώλεια του. Μάλι­στα, κάποιοι φαίνεται ότι την ένιωσαν αμέσως. Μόλις έναν χρόνο έπειτα από την απομάκρυνση του Αλκιβιάδη από τα δημόσια αξιώ­ματα, οι Βάτραχοί του Αριστοφάνη κέρδισαν το πρώτο βραβείο στη γιορτή των Ληναίων. Σε αυτό το έργο ο Αλκιβιάδης δέσποζε ως φι­γούρα σε έναν διάλογο που υποτίθεται ότι γίνεται στον Άδη. Καθώς ο Διόνυσος προεδρεύει σε έναν διαγωνισμό για την Έδρα της Τρα­γωδίας στον Κάτω Κόσμο ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη, αμφότεροι νεκροί πλέον, ο θεός ρωτάει τους δύο ποιητές τι συμβουλή είχαν να δώσουν στην Αθήνα σχετικά με τον Αλκιβιάδη. Ο Ευριπί­δης απαντάει:

Εκείνης η γνώμη ποια είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Ποια; Και τον ποθεί και τον μισεί και θέλει να τον έχει. Μα πείτε εσείς τι σκέφτεστε για δαύτον.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: Πολίτη, αργό στο να ωφελεί την πόλη, γοργό στο να τη βλάφτει, ανοιχτομάτη για τον εαυτό του και για κείνη στεί­ρο, τον σιχαίνομαι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Μα τον Ποσειδώνα, πολύ καλά! Η δική σου γνώ­μη, Αισχύλε;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ: Μη θρέφεις λέοντα σε μια πόλη, αν όμως τρανέψει πια, να πας με τα νερά του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Δύσκολη η κρίση, μα τον Δία Σωτήρα. Ο ένας σο­φά μίλησε, σταράτα τα είπε ο άλλος.36

Η συζήτηση στη συνέχεια στρέφεται σε άλλες λύσεις για τις πιε­στικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Αθήνα σε καιρό πολέμου. Εί­ναι φανερό ότι ο Αλκιβιάδης αποτελούσε ακόμη θέμα συζήτησης στην Αθήνα έπειτα από την αναχώρησή του, αλλά παρά τα ταλέντα του, εί­χε προκαλέσει υπερβολικά μεγάλη ζημιά για να ανακληθεί- η κουβέ­ντα γι’ αυτόν ήταν μόνο αυτό - κουβέντα.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

36. Διόδωρος Σικελιώτης 13.64.6- επίσης Ψευδο-Αριστοτέλης^40?;- ναίων Πολιτεία 27.5. Είχε υπάρξει εραστής του νεαρού Αλκιβιάδη (Πλούταρχος Αλκιβιάδης 4.4-5) και επρόκειτο να γίνει ένας από τους τρεις κατηγόρους του Σωκράτη στη δίκη του το 399 π.Χ. (Πλάτων Απολο­γία Σωκράτους 18b). Για τη δίκη του Άνυτου, βλ. Μ. Hansen, Eisangelia: The Sovereignty of the People’s Court in Athens in the Fourth Century B. C. and the Impeachment of Generals and Politicians. Odense University Classical Studies, τ. 6 (Οντένσε, Δανία: Odense University Press, 1975), σ. 84' και D. Hamel, Athenian Generals: Military Authority in the Classical Period. Mnemosyne Supplementum 182 (Λάιντεν: Brill, 1998) σ. 146.

15. Αλκιβιάδης, Κύρος και Λύσανδρος

1. Ακολουθώ εδώ το έργο του Ξενοφώντα Ελληνικά 1.2.1 αντί για τον Διόδωρο Σικελιώτη 13.64.1 στην απαρίθμηση των πλοίων ως πενή­ντα, αλλά ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει τους εκατό ιππείς.

2. Ξενοφών Ελληνικά 1.2.6-9.

3. Ξενοφών Ελληνικά 1.2.11-14.

4.Ξενοφών Ελληνικά 1.2.13. Βλ. V. Rosivach, «Execution by Stoning in Athens», Classical Antiquity 6 (1987), σ. 232-48.

5. Ξενοφών Ελληνικά 1.3.2-7.

6. Ξενοφών Ελληνικά 1.3.8-9.

7.   Πλούταρχος Αλκιβιάδης 30.1-5.

8. Ξενοφών Ελληνικά 1.3.14-15.

9. Για τον Κλέαρχο στην Κύζικο, Διόδωρος Σικελιώτης 13.51.1-4· για την προδιάθεσή του, Διόδωρος Σικελιώτης 13.66.6· για τον Παυσα­νία μετά τους Περσικούς Πολέμους, Θουκυδίδης 1.95.1-3.

10. Ξενοφών Ελληνικά 1.3.16-19' Διόδωρος Σικελιώτης 13.66.6.

11. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.2.

12. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.3.

13. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.8, 12.

14. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.19.

15. Πλούταρχος Αλκιβιάδης 32.5.

16. Πλούταρχος Αλκιβιάδης 33.2-3· Διόδωρος Σικελιώτης 13.69.1-3.

17. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.12· Πλούταρχος Αλκιβιάδης 34.1.

18. H.W. Parke, Festivals of the Athenians (Ίθακα, Νέα Υόρκη: Cornell University Press, 1977), σ. 152-5.

19. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.20' Πλούταρχος Αλκιβιάδης 34.2-5.

20. Πλούταρχος Αλκιβιάδης 34.6.

21. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.21.

22. Ξενοφών Ελληνικά 1.4.22- Διόδωρος Σικελιώτης 13.69.4-5' Πλούταρχος Αλκιβιάδης 35.1.

23. Για τη δολοφονία της Στάτειρας: Υ[\οντοχγ/οςΑρταξέρξης 19.1-5.

24. Πλούταρχος Λύσανδρος 2.3.

25. Πλούταρχος Λύσανδρος 8.4.

26. Ξενοφών Ελληνικά 1.5.2-7.

27. Ξενοφών Ελληνικά 1.5.11* Διόδωρος Σικελιώτης 13.71.V Πλού­ταρχος Αλκιβιάδης 35.4. Για το ορτύκι, Πλούταρχος Αλκιβιάδης 10.1.

28. Πλούταρχος Αλκιβιάδης 35.5.

29. Για σύγχρονες μελέτες πάνω στη ναυμαχία του Νοτίου, βλ. D. Kagan, The Fall of the Athenian Empire (Ίθακα, Νέα Υόρκη: Cornell University Press, 1987), σ. 310-20 W. Ellis, Alcibiades (Λονδίνο: Routledge, 1989), σ. 91-3' J.F. Lazenby, The Peloponnesian War: A Military Study (Λονδίνο: Routledge, 2004), σ. 219-21' PJ. Rhodes, Alcibiades: Athenian Playboy, General and Traitor (Μπάρνσλεϊ: Pen & Sword, 2011), o. 89-90.

30. Ξενοφών Ελληνικά 1.5.12-14· Πλούταρχος Αλκιβιάδης 35.5-6.

31. Διόδωρος Σικελιώτης 13.71.

32. Διόδωρος Σικελιώτης 13.73.3-6.

33. Πλούταρχος Αλκιβιάδης 36.1-2.

34. Διόδωρος Σικελιώτης 13.73.6' ΠλούταρχοςΑλκιβιάδης 36.2- Νέ- πος Αλκιβιάδης Ί.Ί.3-Α.

35. Πλούταρχος Λύσανδρος 5.2.

36. Αριστοφάνης Βάτραχοι στ. 1424-34.