Δημοσθένης (384-322 π.Χ.)
Αναδημοσίευση από
Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού
Αλέξης Τότσικας
Δημοσθένης, ρωμαϊκό
αντίγραφο, έργο του κατά τα άλλα άγνωστου γλύπτη Πολυεύκτου.
Γλυπτοθήκη Ny Carlsberg, Κοπεγχάγη, Δανία.
Δημοσθένης [1] πολιτικός και ρήτορας της αρχαιότητας. Ο
Δημοσθένης Δημοσθένους Παιανιεύς γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα
(384-322 π.Χ.) σε μια εποχή μεταβατική, με πολλά προβλήματα και
αλλαγές, που οδήγησαν σε νέες μορφές ζωής. Ο πατέρας του ήταν
εύπορος, ιδιοκτήτης δυο εργαστηρίων, όπου δούλευαν 70 δούλοι.
Πέθανε όμως όταν ο Δημοσθένης ήταν 7 χρονών, και οι κηδεμόνες
που άφησε (Άφοβος, Δημοφώντας, Θηριππίδης) κατασπατάλησαν την
περιουσία του, πράγμα που ανάγκασε το Δημοσθένη, όταν
ενηλικιώθηκε να καταφύγει στα δικαστήρια, για να περισώσει
ελάχιστα (1 τάλαντο περίπου) από τη σημαντική περιουσία, που
άφησε ο πατέρας του (15 τάλαντα). Τα παιδικά του χρόνια λοιπόν
δεν ήταν ανέμελα, και η εφηβεία του δύσκολη. Είχε όμως σιδερένια
θέληση και κατόρθωσε να ξεπεράσει ακόμα και τα φυσικά του
ελαττώματα (ασθενική φύση, αδύναμη φωνή, βραδυγλωσσία).
Δάσκαλός του ήταν ο Ισαίος, από τον οποίο διδάχτηκε την
αυστηρή νομική γλώσσα. Μελέτησε καλά τον Πλάτωνα και
κυρίως τον
Θουκυδίδη, από τον οποίο διδάχτηκε τη μέθοδο του
ορθού λόγου, που τη χρησιμοποίησε αργότερα στην
επιχειρηματολογία του και στην ερμηνεία των γεγονότων, και
γνώρισε την ιδανική εικόνα της Αθήνας του 5ου αι., που
χαράχτηκε στην ψυχή του και σ’ όλη του τη ζωή προσπάθησε να την
ξαναπλάσει, γιατί πίστεψε ότι η Αθήνα μπορούσε και όφειλε να
γίνει ξανά, ό,τι ήταν τον περασμένο αιώνα.
Άσκησε για αρκετό καιρό το επάγγελμα του λογογράφου και
σε ηλικία 30 ετών στράφηκε στην πολιτική (355 π.Χ.),
έχοντας ήδη μεγάλη δικανική πείρα. Την εποχή εκείνη η άρχουσα
τάξη της Αθήνας (η Αθήνα ποτέ δεν έπαψε να είναι δουλοκτητική
κοινωνία) ήταν χωρισμένη στα δυο:[2]
Από το ένα μέρος το δημοκρατικό αντιμακεδονικό κόμμα. Το
αποτελούσαν έμποροι, ναυτικοί και βιοτέχνες, που είχαν
συναλλαγές με τις πόλεις της Θράκης, του Ελλησπόντου και του
Εύξεινου Πόντου και σκέφτονταν, ότι, αν τις καταλάμβανε ο
Φίλιππος, θα έχαναν τις αγορές τους. Τους ακολουθούσαν μεσαία
στρώματα του λαού, που δεν ήθελαν να έρθει ο Φίλιππος και να
καταλύσει το δημοκρατικό πολίτευμα, γιατί θα έχαναν και τα
πολιτικά τους δικαιώματα και τους μισθούς (δικαστικό,
εκκλησιαστικό, θεωρικά).
Ο Δημοσθένης αναδείχτηκε αρχηγός του δημοκρατικού κόμματος
με συνεργάτες τον Ηγήσιππο, τον Υπερείδη και το Λυκούργο. Από το
άλλο μέρος το ολιγαρχικό μακεδόνικο κόμμα. Το αποτελούσαν
οι ολιγαρχικοί, οι πλούσιοι και οι μεγάλοι ιδιοκτήτες, που για
να αντιμετωπίσουν τους φτωχούς και τους καταχρεωμένους αγρότες,
οι οποίοι ζητούσαν «αναδασμό της γης» και «αποκοπή των χρεών»
στράφηκαν στο Φίλιππο και επιδίωκαν με την υποστήριξή του να
καταλύσουν το δημοκρατικό πολίτευμα και να οργανώσουν με την
ηγεσία του μια πανελλήνια εκστρατεία εναντίον της Περσίας. Έτσι
θα εκμεταλλεύονταν τους απέραντους πόρους της Ασίας και θα
έστελναν εκεί τους άνεργους και πεινασμένους ακτήμονες.
Επικεφαλής του κόμματος αυτού ήταν ο Εύβουλος, ο Φιλοκράτης, ο
Αισχίνης, ο Φωκίων, ο Μειδίας και ο Ισοκράτης ως θεωρητικός και
ιδεολογικός εκπρόσωπος του κόμματος.
Ο Δημοσθένης σ’ όλη την πολιτική του σταδιοδρομία αγωνίστηκε με
πάθος υπέρ της δημοκρατίας και της ελευθερίας, με πρότυπο την
Αθήνα του περασμένου αιώνα, και εναντίον του Φίλιππου. Η
κατακτητική συμπεριφορά του Φίλιππου στη Χαλκιδική, Θράκη,
Εύβοια και στις άλλες πόλεις που κατέλαβε, δικαίωσε το
Δημοσθένη. Η ιστορία όμως μετά το κατόρθωμα του Μ. Αλεξάνδρου
δικαίωσε τους αντιπάλους του.
Ο Δημοσθένης στάθηκε ο τελευταίος μεγάλος της
δημοκρατίας, ένα τραγικό πρόσωπο, που αγωνίστηκε κόντρα στην
εποχή του, και το μόνο που κατάφερε ήταν να γράψει τον επιτάφιο
της αρχαίας Ελληνικής δημοκρατίας.
Στα γεράματά του ο Δημοσθένης κατηγορήθηκε ότι δωροδοκήθηκε με
20 τάλαντα από τον Άρπαλο, ταμία του Μ. Αλεξάνδρου, και
καταδικάστηκε σε υπερβολικό πρόστιμο (50 τάλαντα). Κλείστηκε
στη φυλακή, αλλά δραπέτευσε και κατέφυγε στον Πόρο, όπου μετά
από περιπέτειες δυο περίπου χρόνων ήπιε μέσα στο ναό του
Ποσειδώνα το δηλητήριο, που έκρυβε για ώρα ανάγκης στον
κονδυλοφόρο του, κυνηγημένος από τους ανθρώπους του Αντίπατρου,
που είχε καταλάβει την Αθήνα μετά την μάχη της Κραννώνας.
Ο Δημοσθένης ως πολιτικός και ρήτορας έγινε αντικείμενο
μελέτης σ’ όλες τις μεταγενέστερες εποχές. Θεωρήθηκε ο
μεγαλύτερος ρήτορας της αρχαιότητας. Ο Κικέρωνας μάλιστα τον
θεωρεί «κατ’ εξοχήν» ρήτορα της ελευθερίας. Ως πολιτικό τον
είπαν «άγιο», «δικηγόρο» όλων όσων αντιτίθενται στον
ιμπεριαλισμό, αλλά και «πράκτορα των Περσών». Οι αντιθέσεις
πάντως που δημιουργήθηκαν γύρω από το Δημοσθένη οδήγησαν στη
βαθύτερη μελέτη του έργου του.[3]
Με το όνομα του Δημοσθένη σώθηκαν 61 λόγοι, που
χωρίζονται σε τρεις ομάδες:
-
Λόγοι που αφορούν
δίκες ιδιωτικού δικαίου, προσωπικές του ή τρίτων
-
Λόγοι δικανικοί
δημοσίου δικαίου με πολιτικό περιεχόμενο (προς Λεπτίνην,
κατ’ Ανδροτίωνος, κατά Τιμοκράτους, περί παραπρεσβείας, περί
του στεφάνου κ.ά.).
-
Πολιτικές
δημηγορίες για διάφορα θέματα (περί των συμμοριών, περί
ειρήνης, υπέρ Μεγαλοπολιτών, οι τρεις Ολυνθιακοί, οι
τέσσερις Φιλιππικοί, περί των εν Χερρονήσω κ.ά.).
Υποσημειώσεις
[1] Lesky Α. ,
Ιστορία Ελληνικής Λογοτεχνίας, σελ. 823 κ. ε.
[2] Κορδάτου Γ.,
Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, τόμ. ιν, σελ. 81-89.
[3] Παπανικολάου Ν.
Κ., Εισαγωγή στο έργο του Δημοσθένη, σελ. 78-81.